ΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΠΟΥ ΑΚΟΛΟΥΘΕΙ ΕΠΙΔΟΘΗΚΕ ΣΤΟΝ ΠΡΟΕΔΡΟ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΤΑ ΤΗ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΠΟΥ ΕΙΧΑΜΕ ΣΤΟ ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΜΕΓΑΡΟ ΤΗΝ 16η ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2008.
¨ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΔΑΣΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ – ΜΙΑ ΑΝΑΓΚΑΙΟΤΗΤΑ ΠΟΥ ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΑΓΝΟΗΘΕΙ¨
Η σύγχρονες κοινωνίες έχουν αρχίσει να κατανοούν τον πολλαπλό ρόλο των δασών και τη σπουδαιότητα της διατήρησης και της αειφορικής διαχείρισης των δασικών οικοσυστημάτων. Ιδιαίτερα μετά από την καλοκαιρινή τραγωδία που έλαβε διαστάσεις κρίσης για τη Χώρα μας, η προαναφερόμενη παραδοχή αποκτά ιδιαίτερο νόημα για τον κάθε πολίτη, που ευαισθητοποιούμενος και αντιλαμβανόμενος τις περιβαλλοντικές, κοινωνικές και οικονομικές διαστάσεις του προβλήματος, ανάγει την προστασία των δασών σε προτεραιότητα και για το πολιτικό σύστημα.
Η δασοπροστασία αποτελεί δείκτη της κυβερνητικής αποτελεσματικότητας και η λήψη και η στήριξη μέτρων για την ανάπτυξη των δασών κριτήριο για την κατανόηση της διαμορφούμενης παγκόσμιας περιβαλλοντικής αντίληψης. Μιας αντίληψης που επιβάλει τη διαμόρφωση ενός ισχυρού νομικού, θεσμικού, οικονομικού και κοινωνικού πλαισίου, ικανού να διαχειριστεί αειφορικά τους δασικούς πόρους, να πάρει αποφάσεις για την καλύτερη χρήση του ξύλου και των άλλων δασικών προϊόντων και υπηρεσιών και να μειώσει τις υπάρχουσες απειλές για την υγεία και τη ζωτικότητα των δασών.
Η κληροδότηση υγιών και βιοποικιλόμορφων δασών στις μελλοντικές γενιές, η θετική συνεισφορά τους στο περιβάλλον, η προστασία των εδαφών και των υδάτινων πόρων, η προστασία του πληθυσμού και των υποδομών από τους φυσικούς κινδύνους, η δημιουργία εισοδήματος και απασχόλησης, ιδιαίτερα στις αγροτικές περιοχές και η προσφορά αναψυχής και πολιτιστικών αξιών σε όλους τους ανθρώπους, είναι χαρακτηριστικά που είναι συνδεμένα με τα δάση,που δυστυχώς στη Χώρα μας δεν προστατεύονται αποτελεσματικά και είναι εμφανής η έλλειψη πολιτικής βούλησης για τη θωράκισή τους αν και σχεδόν στο σύνολό τους αποτελούν και δημόσια περιουσία .
Ποια όμως είναι τα σημαντικότερα ζητήματα που αναδεικνύονται μέσα από την περιβαλλοντική κρίση, ποια η κλίμακα του προβλήματος για τη χώρα μας στα οποία θα πρέπει να δοθούν απαντήσεις από την Κυβέρνηση, τα οποία και θα κρίνουν ουσιαστικά το χαρακτήρα της πολιτικής που ακολουθείται στα δάση και το φυσικό περιβάλλον.
Α. Οργάνωση δασοδιοικητικού συστήματος.
Η οργάνωση ενός αξιόπιστου και αποτελεσματικού διοικητικού μηχανισμού, με κύριο και θεμελιώδες έργο την αειφορική διαχείριση, την ανάπτυξη και την προστασία των δασών, θα πρέπει να αποτελέσει επιδίωξη για την Κυβέρνηση. Χωρίς ισχυρή και αποτελεσματική δασική διοίκηση, κανένα είδος ή σύστημα διαχείρισης των δασών είναι δυνατόν να εφαρμοστεί με επιτυχία.
Συνεπώς θα πρέπει να τεθεί προς πολιτική αξιολόγηση και συζήτηση, η ανάγκη αναδιοργάνωσης της δασικής υπηρεσίας, πριν από κάθε άλλη ενέργεια, είτε ομιλούμε για την υλοποίηση στόχων δασικής πολιτικής στο δάσος που διαχειριζόμαστε, είτε ομιλούμε για την δασοπροστασία γενικότερα.
Η υποβάθμιση των δασικών υπηρεσιών, η έλλειψη σταθερής και επαρκούς χρηματοδότησης του δασικού τομέα και πολλές φορές η επικάλυψη αρμοδιοτήτων, σχετίζεται με την παρατηρούμενη, εδώ και αρκετά χρόνια, εικόνα εγκατάλειψης των φυσικών οικοσυστημάτων ( δασών , δασικών και χορτολιβαδικών εκτάσεων) και την πρωτοφανή καταστροφή τους από πυρκαγιές ή άλλες αιτίες, με όλες τις συνέπειες στο φυσικό περιβάλλον και στην ποιότητα ζωής.
Η δημιουργία Υπουργείου Περιβάλλοντος στο οποίο θα ενσωματωθούν όλες, οι με κύριο περιβαλλοντικό αντικείμενο υπηρεσίες και από το οποίο θα εκπορεύεται η συνολική περιβαλλοντική πολιτική αποτελεί στόχο πάντα επίκαιρο και πολιτικό θέμα το οποίο εκτιμούμε ότι παραμένει ανοιχτό για την κοινωνία .
Β. Συνταγματική αναθεώρηση .
Οι προστατευτικές για το περιβάλλον διατάξεις θεσπίστηκαν κατά καινοφανή και πρωτοποριακό τρόπο στο Σύνταγμα του 1975, λόγω της κοινωνικής ανάγκης να μειωθούν οι επιβλαβείς για το περιβάλλον επιπτώσεις που προέρχονται από τη βιομηχανική και την τουριστική ανάπτυξη.
Το άρθρο 24 αποτέλεσε αντικείμενο αναθεώρησης και το έτος 2001,όπου με την αναδιατύπωση που προωθήθηκε επετράπη, μεταξύ άλλων, η αλλαγή προορισμού και για τα ιδιωτικά δάση και τις ιδιωτικές δασικές εκτάσεις, ενώ ως τότε η ευχέρεια αυτή ίσχυε μόνο για τα δημόσια δάση.
Στα παραπάνω ήρθε να προστεθεί η πρόταση της Κυβέρνησης στην προηγούμενη βουλή για την αναθεώρηση των άρθρων 24 παρ.1 και 117 παρ.3 και 4 με την οποία επιδιώχτηκε ο επαναπροσδιορισμός της έννοιας του δάσους και της δασικής έκτασης, η θέσπιση νέων χρονικών ορίων για την απόδειξη του χαρακτήρα τους και αφετέρου η στοιχειοθέτηση ως νόμιμου λόγου δημοσίου συμφέροντος για τη μεταβολή του προορισμού των δασικών εκτάσεων, των περιπτώσεων χωροταξικού και πολεοδομικού σχεδιασμού.
Οι προτάσεις αυτές δημιούργησαν έντονο προβληματισμό και ισχυρότατες αντιδράσεις από πλήθος κοινωνικών, συνδικαλιστικών και επιστημονικών φορέων, και οικολογικών οργανώσεων. Επί της αρχής της συνταγματικής αναθεώρησης, θεωρούμε ότι αυτή έχει αποστερηθεί της ευρείας κοινωνικής και πολιτικής συναίνεσης, την οποία εξ ορισμού δεν διαθέτει πλέον και, ως εκ τούτου, έχει απωλέσει το συνταγματικό, κοινωνικό και πολιτικό της έρεισμα.
Η πρωτοβουλία της Κυβέρνησης να αποσύρει την πρόταση αναθεώρησης, η οποία υπο τις συνθήκες που διαμορφώθηκαν , δεν διαθέτει την απαιτούμενη κοινοβουλευτική πλειοψηφία και εκ των πραγμάτων είναι καταδικασμένη, είναι ίσως η πλέον ενδεδειγμένη λύση .
.
Γ. Δασικοί Χάρτες-Δασολόγιο .
Οι δασικοί χάρτες αποτελούν έργο απολύτως απαραίτητο για τη σύνταξη του δασολογίου, το οποίο μετά την τελευταία συνταγματική αναθεώρηση αποτελεί και ρητή συνταγματική επιταγή. Αυτή λοιπόν η αυτονόητη υποχρέωση της πολιτείας για την αποτύπωσή των δασικών οικοσυστημάτων και την χαρτογραφική τους καταγραφή παραμένει για έξι και πλέον έτη μετά την αναθεώρηση του Συντάγματος ανεκτέλεστη και μάλιστα αποκλείεται από κάθε επιχειρησιακό προγραμματισμό και χρηματοδοτική πρόβλεψη των συναρμόδιων υπουργείων.
Το θέμα των δασικών χαρτών συνδέεται με τον άστοχο προγραμματισμό, την επικάλυψη αρμοδιοτήτων και τις υφέρπουσες σκοπιμότητες στην πολιτική των Υπουργών Περιβάλλοντος Χωροταξίας και Δημ. Έργων και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι οι συνδικαλιστικοί φορείς και οι ενώσεις μελετητών ακόμα προσπαθούν να κατανοήσουν τι συνέβη και το σχετικό πρόγραμμα υπό τον τίτλο ¨Σύνταξη δασικών χαρτών μεγάλης ακρίβειας κλίμακας 1:5.000¨ ,( υπομέτρο 226-Β) και συνολικού προϋπολογισμού 100 εκ , που είχε ενσωματωθεί στο πρόγραμμα Αγροτικής Ανάπτυξης του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων καταργήθηκε και δεν αξιολογήθηκε από την Ε.Ε .
Η κυβέρνηση θα πρέπει να δώσει πειστικές απαντήσεις για το αν πραγματικά ενδιαφέρεται να καταγράψει με μεγάλη χωρική και περιγραφική ακρίβεια τα δασικά οικοσυστήματα που αποτελούν και κατά τεκμήριο δημόσια περιουσία. Οι αρμόδιοι υπουργοί θα πρέπει να αντιληφθούν την ευθύνη που έχουν για την προστασία της δημόσιας περιουσίας, να αναδείξουν τα προβλήματα που υπάρχουν και να απελευθερώσουν τη διοίκηση από το φόρτο της έκδοσης πράξεων χαρακτηρισμού αλλά και από το βάρος της κοινωνικής πίεσης για την καθ΄ οιονδήποτε τρόπο διευθέτηση αιτημάτων, που πολλές φορές στερούνται νομιμότητας.
Η διαχείριση τόσο σοβαρών υποθέσεων με μοναδικό κριτήριο το πολιτικό εκτόπισμα του εκάστοτε υπουργού ΠΕΧΩΔΕ και η μικροπολιτική αντίληψη που επικράτησε προκειμένου να κοπεί το πρόγραμμα των δασικών χαρτών θα οδηγήσει σε μεγαλύτερα αδιέξοδα τη διοίκηση. Ουσιαστικά με την αφαίρεση του έργου των δασικών χαρτών από τον προγραμματισμό του Υπ.Α.Α & Τροφίμων, υφαρπάζεται η αρμοδιότητα σύνταξης και κύρωσης των δασικών χαρτών, που έχει ο Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων από τον Υπουργό ΠΕΧΩΔΕ και μετατοπίζεται σε μεγάλο (και αβέβαιο) βάθος χρόνου το έργο των δασικών χαρτών και συνεπώς καταστρατηγούνται οι σχετικές με τα δάση συνταγματικές επιταγές και κυρίως η σύνταξη του δασολογίου.
Η κυβέρνηση θα πρέπει να εξασφαλίσει εθνικούς πόρους είτε του Π.Δ.Ε είτε του Τακτικού Προϋπολογισμού, ακόμη και του Κεντρικού Ταμείου Γεωργίας Κτηνοτροφίας και Δασών, από τα έσοδα που προέρχονται από τα δάση, για τη σύνταξη των δασικών χαρτών ιδιαίτερα σε περιοχές όπως η Αττική, η Θεσσαλονίκη κλπ.
Δ. Προστασία δασών Δασοπυρόσβεση.
Ο δημόσιος διάλογος για το πρόβλημα των δασικών πυρκαγιών και η συχνή αναφορά στην περιορισμένη δυνατότητα του κρατικού μηχανισμού να ανταπεξέλθει στο βάρος της διαχείρισης μια τόσο ιδιαίτερης και σημαντικής οικολογικής, κοινωνικής και οικονομικής (τελικά), κρίσης, τοποθετούν το θέμα των δασικών πυρκαγιών ψηλά και στην πολιτική ατζέντα.
Οι πτυχές του προβλήματος ¨δασικές πυρκαγιές¨ πρέπει να αναδειχτούν και να αναλυθούν, χωρίς προσχήματα, με τρόπο ουσιαστικό και συστηματικό από τα συναρμόδια Υπουργεία, ώστε να είναι δυνατή η βελτίωση της αποτελεσματικότητας του κρατικού μηχανισμού και η αξιοποίηση του επιστημονικού και του ανθρώπινου δυναμικού, όλων των υπηρεσιών και η ορθολογικότερη οργάνωση των δυνάμεων πολιτικής προστασίας.
Συνεπώς αναδεικνύεται και από αυτή την πλευρά η σημασία της οργάνωσης ενός αξιόπιστου και αποτελεσματικού διοικητικού μηχανισμού, με κύριο και θεμελιώδες έργο την αειφορική διαχείριση, την ανάπτυξη και την προστασία των δασών.
Η ελληνική κοινωνία, ο πολιτικός κόσμος αλλά και η διοίκηση δεν μπορούν να αγνοήσουν τα οργανωτικά και επιχειρησιακά προβλήματα που συνέβαλαν στο μέγεθος της καταστροφής και δεν μπορούν να παραβλέπουν την αποτυχία του συστήματος δασοπυρόσβεσης, όπως αυτό προσδιορίζεται στο νόμο 2612/1998, με τον οποίο διαχωρίστηκε η πρόληψη από την καταστολή των δασικών πυρκαγιών. Αποτυχία που δεν αφορά μόνο στα μέτρα πρόληψης αλλά συνδέεται με τον αναποτελεσματικό τρόπο οργάνωσης και την κακή εφαρμογή, μέσα στα δάση, του αντιπυρικού σχεδιασμού.
Οι σημαντικότερες συνιστώσες της καλοκαιρινής τραγωδίας είναι:
– Η μη επαρκής γνώση των δασικών οικοσυστημάτων και των ιδιαίτερων πυρολογικών δεδομένων και των τοπικών συνθηκών, που επηρεάζουν την εξέλιξη μιας πυρκαγιάς.
– Η εσφαλμένη επιχειρησιακή αντίληψη να δίνεται προτεραιότητα στην προστασία των κατοικιών και των υποδομών και ουσιαστικά να εγκαταλείπονται τα δασικά οικοσυστήματα στην τύχη τους.
– Η πρακτική να δίνεται βαρύτητα στη δράση των εναερίων μέσων, χωρίς να διασφαλίζεται η παράλληλη δράση επίγειων δυνάμεων που θα κάνουν και το έργο της τελικής κατάσβεσης .
– Η μη διασπορά πυροσβεστικών οχημάτων μέσα στο δάσος, πρίν ξεσπάσει πυρκαγιά και η επάνδρωση πυροφυλακείων και παρατηρητηρίων, για τον άμεσο εντοπισμό των πυρκαγιών και την άμεση επέμβαση των πυροσβεστικών οχημάτων πρίν η φωτιά πάρει διαστάσεις.
– Η μη επαρκής κινητοποίηση των δυνάμεων και των μέσων πολιτικής προστασίας (συνεταιρισμοί, πολίτες, Ο.Τ.Α κλπ) και η άγνοια των πυροσβεστικών δυνάμεων για τον αποτελεσματικό και ασφαλή τρόπο διαχείρισης του φαινόμένου των δασικών πυρκαγιών.
– Η διάθεση πόρων σε αναρμόδιους φορείς, η μη αξιοποίηση τους και η σύγχυση αρμοδιοτήτων κλπ.
Επιβάλλεται να γίνουν διορθωτικές κινήσεις, τόσο σε πολιτικό όσο και σε επιχειρησιακό επίπεδο, με σκοπό τη δημιουργία ενός πλέον αξιόπιστου συστήματος πυροπροστασίας το οποίο θα αξιοποιεί με αποτελεσματικό και συμπληρωματικό τρόπο τις δυνάμεις πολιτικής προστασίας της χώρας. Στο πλαίσιο αυτό είναι απαραίτητο να αξιοποιηθεί η δασική εμπειρία και επιστήμη ώστε να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικότερα οι κίνδυνοι που απειλούν τους φυσικούς πόρους της πατρίδας μας και ιδιαίτερα τα δάση, εξασφαλίζοντας σε εθνικό αλλά και τοπικό επίπεδο τις οικολογικές, οικονομικές και κοινωνικές λειτουργίες τους.
Ε. Οργάνωση αντιπυρικού σχεδιασμού-Επιχειρησιακά σχέδια δράσης.
Η διάρθρωση (σε επίπεδο δασαρχείου) των Περιφερειακών Δασικών Υπηρεσιών, σύμφωνα με το Π.Δ 1213/81, έγινε με βάση τα ιδιαίτερα χωροταξικά, διοικητικά και διαχειριστικά δεδομένα των επιμέρους περιοχών της Χώρας και λαμβανομένης υπόψη κατά κύριο λόγο της ιδιαιτερότητας και της συνθέσεως των δασικών οικοσυστημάτων και της γενικότερης εξυπηρέτησης δασοπολιτικών σκοπών .
Όλες οι δραστηριότητες που αναπτύσσονται στο δασικό τομέα ανεξάρτητα από το αν αφορούν την δασοπροστασία, την ανάπτυξη ή τη διαχείριση των δασών, είναι προσαρμοσμένες σε αυτή τη διοικητική διάρθρωση των Δασικών Υπηρεσιών, τα έργα υποδομής (δρόμους, δεξαμενές, πυροφυλάκεια κλπ) και τα δεδομένα που προαναφέραμε και ο προγραμματισμός των πάσης φύσεως δασοτεχνικών έργων και εργασιών γίνεται με γνώμονα την ικανοποίηση όχι μόνο σκοπών προστασίας αλλά και επιπροσθέτως της ανάπτυξης των δασών και της αειφορικής εκμετάλλευσης τους.
Τα ίδια ακριβώς δεδομένα είναι απαραίτητο να λαμβάνονται υπόψη και για τη διαχείριση του φαινομένου των δασικών πυρκαγιών. Η παραδοχή αυτή είχε οδηγήσει τις Δασικές Υπηρεσίες (δασαρχεία) στη σύνταξη ειδικών μελετών αντιπυρικής προστασίας (επιχειρησιακά σχέδια δράσης) για την περιοχή ευθύνης τους, στις οποίες αποτιμώντο οι συνθήκες της προστατευόμενης περιοχής και με βάση αυτές προτείνετο, η κατά χώρο και χρόνο οργάνωση των συντελεστών πυροπροστασίας (μέσων, προσωπικού κλπ)
Στα εν λόγω σχέδια δράσης γινόταν συστηματική ανάλυση και διαγραμματική απεικόνιση των κλιματικών στοιχείων και των πυρολογικών δεδομένων και συντάσσονταν χάρτες ανάλογης κλίμακας όπου εμφαίνονταν στοιχεία σχετικά με τη σύνθεση της βλαστήσεως, τα κοινωνικά και ιδιοκτησιακά δεδομένα, την επικινδυνότητα και την υπάρχουσα υποδομή προστασίας. Τέλος με βάση αυτά τα στοιχεία διαμορφώνονταν οι προτάσεις για την οργάνωση όλων των συντελεστών προστασίας και σχεδιαζόταν επιχειρησιακά η πρόληψη, η προκαταστολή και η καταστολή των πυρκαγιών.
Το ουσιαστικότερο στοιχείο της προαναφερθείσης θεώρησης για το σχεδιασμό του αντιπυρικού αγώνα, είναι η αναφορά των εκπονούμενων σχεδίων δράσης σε συγκεκριμένη διαχειριστική μονάδα η οποία εφτανε στο επίπεδο του ¨Δασαρχείου¨.
Εκείνο επίσης το οποίο είναι βέβαιο είναι το ότι σε καμία περίπτωση δεν μπορούμε να μιλάμε για διαχείριση δασικών πυρκαγιών και να αναφερόμαστε σε διαχειριστική μονάδα επιπέδου Νομού ή Περιφέρειας.
Η υιοθέτηση αυτού του επιπέδου για το σχεδιασμό του έργου της δασοπυρόσβεσης αμβλύνει τη γνώση για τα τοπικά δεδομένα και ουσιαστικά αποδυναμώνει τη δυνατότητα αξιοποίησης ντόπιου εμψύχου δυναμικού τόσο για την πρόληψη των πυρκαγιών όσο και για την καταστολή. Στην περίπτωση του Πυροσβεστικού Σώματος εφαρμόστηκε αυτό ακριβώς το επίπεδο. Με τον τρόπο αυτό ήταν δεδομένη η αδυναμία γνώσης των εποπτευόμενων δασικών συμπλεγμάτων, η αδυναμία γνώσης και αξιοποίησης των τοπικών κοινωνικών συνθηκών και των προκατασταλτικών έργων, η αδυναμία εκτίμησης του δείκτη επικινδυνότητας, και εν κατακλείδι η αδυναμία οργάνωσης του αντιπυρικού σχεδίου δράσης σε τοπικό επίπεδο.
Τα προαναφερθέντα προσδιορίζουν και τη φύση των προβλημάτων σε επίπεδο σχεδιασμού του έργου της δασοπυρόσβεσης κατά την περίοδο που πέρασε.
Συνεπώς θα πρέπει να εξεταστεί σοβαρά το θέμα της προώθησης ενός διυπουργικού προγράμματος το οποίο θα αφορά στη σύνταξη σχεδίων αντιπυρικής προστασίας, (σχέδια δράσης) με μονάδα αναφοράς το Δασαρχείο.
Τα επιχειρησιακά σχέδια δράσης που θα συντάσσονται θα αποτελούν ειδικές δασοτεχνικές μελέτες οι οποίες, εκτός από την καταγραφή των δασικών οικοσυστημάτων, θα περιλαμβάνουν τα προληπτικά και προκατασταλτικά μέτρα (δρόμους, ζώνες, πυροφυλάκεια, παρατηρητήρια, δεξαμενές κλπ) και τον επιχειρησιακό σχεδιασμό (διασπορά μέσων, συντονισμός), Στα σχέδια θα αποτυπώνεται η διαθεσιμότητα και ο ρόλος των δυνάμεων πολιτικής προστασίας (δασεργατών, συνεταιρισμών, Ο.Τ.Α, εθελοντών) στις περιπτώσεις δασικών πυρκαγιών και θα αναλαμβάνεται η υποχρέωση ανάληψης συγκεκριμένου για κάθε φορέα, έργου και ευθυνών, στη βάση της οργάνωσης των δυνάμεων πολιτικής προστασίας της Χώρας.
Ασφαλώς συμπληρωματικά θα πρέπει να αναθεωρηθεί και ο επιχειρησιακός σχεδιασμός για την αντιμετώπιση των δασικών πυρκαγιών, όπου και θα πρέπει να δίνεται βαρύτητα στη δράση των χερσαίων δυνάμεων, την επάνδρωση παρατηρητηρίων και πυροφυλακείων και τη διασπορά των πυροσβεστικών μέσων μέσα στο δάσος. Με τον τρόπο αυτό θα επιτευχθεί η άμεση αναγγελία των πυρκαγιών και η άμεση επέμβαση των δυνάμεων καταστολής πριν η φωτιά πάρει διαστάσεις.
Η ανάπτυξη των δυνάμεων και των μέσων πολιτικής προστασίας στα δάση που κινδυνεύουν και η συνεργασία όλων των φορέων σε ισότιμη βάση, με βάση τα σχέδια αντιπυρικής προστασίας που θα συντάσσονται για κάθε δασαρχείο αποτελεί την βάση για την επιτυχία του σχεδιασμού.
Για το Διοικητικό Συμβούλιο
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ
Νικόλαος Μπόκαρης
Τηλ : 6937883012
Ο ΓΕΝΙΚΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Κων/νος Δημόπουλος
Τηλ: 6947820880
Εγγραφείτε για να μαθένετε νέα μας