Στην εφημερίδα ¨Έθνος της Κυριακής¨ δημοσιεύτηκε άρθρο του Προέδρου της ΠΕΔΔΥ κ.Νικόλαου Μπόκαρη.
Το κείμενο του δημοσιεύματος παρατίθεται κατωτέρω:
Έρμαια παραμένουν τα δάση της χώρας τα τελευταία έτη, δεδομένου ότι από το έτος 1997 οι αρμοδιότητες για την δασική ανάπτυξη, τη διαχείριση και την προστασία τους είναι κατακερματισμένες σε υπηρεσίες και φορείς στα διάφορα επίπεδα διοίκησης του Κράτους.
Οι Περιφερειακές Δασικές Υπηρεσίες έχουν υπαχθεί διοικητικά στις Περιφέρειες, ενώ ουσιαστικά τη δασική πολιτική ως αρμοδιότητα την ασκεί ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, αλλά και ο υπουργός ΠΕΧΩΔΕ, εφόσον το ΥΠΕΧΩΔΕ χρηματοδοτεί μέσω του επιχειρησιακού του προγράμματος δράσεις σε δασικά οικοσυστήματα όπως είναι οι Εθνικοί Δρυμοί, οι ειδικά προστατευόμενες περιοχές (υγροβιότοποι) και οι περιοχές του δικτύου φύση (NATURA 2000) .
Από την άλλη πλευρά το Υπουργείο Εσωτερικών Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης χρηματοδοτεί τους Ο.Τ.Α, προκειμένου να εκτελέσουν έργα για την πρόληψη των δασικών πυρκαγιών, σε δασικά οικοσυστήματα, τα οποία είναι στην πλειονότητά τους δημόσια. Στις περισσότερες περιπτώσεις τελικά οι πιστώσεις διατίθενται για άλλους σκοπούς, είτε λόγω της αναρμοδιότητας των δήμων να εκτελέσουν έργα σε δημόσιες εκτάσεις, είτε λόγω άλλων προτεραιοτήτων που προτάσσονται από τους Ο.Τ.Α.
Ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Δασολόγων Δημοσίων Υπαλλήλων κ. Νίκος Μπόκαρης μίλησε στο «Έθνος της Κυριακής» για τα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο τομέας των δασών ;
«Μέχρι το έτος 1997, κατά το οποίο συστάθηκαν οι Περιφέρειες σαν αποκεντρωμένες μονάδες διοίκησης του Κράτους, υπήρχε κάθετη διάρθρωση των δασικών Υπηρεσιών. Με το Νόμο 2503/1997, οι περιφερειακές Δασικές Υπηρεσίες (Δασαρχεία, Δ/νσεις Δασών κλπ), υπήχθησαν στις Περιφέρειες ενώ οι Κεντρικές Δασικές Υπηρεσίες παρέμειναν στο Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.
Ενώ ουσιαστικά οι αρμοδιότητες για την άσκηση της δασικής πολιτικής ανήκουν στο Υπ. Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και σε ορισμένες περιπτώσεις και το ΥΠΕΧΩΔΕ (προστατευόμενες περιοχές, περιοχές NATURA κλπ), καλούνται οι Περιφερειακές Δασικές Υπηρεσίες, που έχουν σημαντικότατες ελλείψεις σε επιστημονικό και υλωρικό προσωπικό και μέσα, να ανταπεξέλθουν σε ένα ιδιαίτερα δύσκολο έργο που είναι η προστασία και ο έλεγχος των δασικών οικοσυστημάτων και η εκτέλεση των δασικών έργων (μεταξύ των οποίων και οι δασικοί χάρτες). Δηλαδή άλλα Υπουργεία (Αγρ.Ανάπτυξης και ΠΕΧΩΔΕ) είναι υπεύθυνα για τον προγραμματισμό των έργων και την εξασφάλιση χρηματοδότησης και άλλο Υπουργείο (Εσωτερικών Δ.Δ & Αποκέντρωσης) είναι υπεύθυνο για την κάλυψη των αναγκών τους σε προσωπικό και μέσα, ώστε να μπορούν να εκτελέσουν το ομολογουμένως δύσκολο έργο τους.
’ρα για να μπορέσει να είναι περισσότερο αποτελεσματικός ο σχεδιασμός στο δασικό τομέα, προς όφελος της ελληνικής κοινωνίας και της ποιότητας ζωής, αλλά και για να προστατεύονται αποτελεσματικά τα δάση μας, θα πρέπει όλοι αυτοί οι διαφορετικοί φορείς να συγκλίνουν σε επίπεδο προγραμματισμού και να συνεργαστούν . Αυτό που από ότι φαίνεται είναι δύσκολο στην ελληνική πραγματικότητα, δυσκολεύει ακόμη περισσότερο στη συγκεκριμένη περίπτωση που υπάρχουν και διαφορές με τις αρμοδιότητες και το ρόλο των εμπλεκόμενων φορέων.
Το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, εν όψει μάλιστα του Δ΄ ΚΠΣ,θα πρέπει να δώσει ιδιαίτερη βαρύτητα στα δασικά μέτρα του επιχειρησιακού του προγράμματος (διευθέτηση χειμάρρων, αναδασώσεις, πρόληψη πυρκαγιών ) καθώς και στη σύνταξη των δασικών χαρτών που είναι βασική του υποχρέωση, αλλά και προαπαιτούμενο έργο για τη σύνταξη του δασολογίου. Αυτός εξάλλου είναι και ο μόνος τρόπος για την κατοχύρωση της δημόσιας δασικής περιουσίας ώστε να σταματήσουν οι διεκδικήσεις δασών και δασικών εκτάσεων.
Θα πρέπει τα κόμματα εξουσίας να δουν σοβαρά το ζήτημα των δασών και την προοπτική της δασικής υπηρεσίας. Θέλουν μια υπηρεσία κατακερματισμένη και αποδυναμωμένη ή μια υπηρεσία που να λειτουργεί ποιοτικά και αποτελεσματικά και να βρίσκεται στο πλευρό του πολίτη.
Θα πρέπει κάποια στιγμή να παρθούν, πολιτικές και μόνο, αποφάσεις για το θέμα αυτό. Όμως το να εγκαταλείπεται η υπηρεσία και να διαλύεται χρόνο με το χρόνο, όταν την ίδια στιγμή τα συμφέροντα που έλκονται από τα δάση είναι τεράστια προκαλεί ερωτηματικά και αρνητικές σκέψεις σε κάθε σκεπτόμενο πολίτη . Ασφαλώς δε αυτό είναι και πολιτικό θέμα στο οποίο θα κληθούν να απαντήσουν όλοι οι πολιτικοί φορείς και ιδιαίτερα τα κόμματα εξουσίας.
Εμείς έχουμε πρόταση για την επόμενη μέρα. Θα πρέπει αυτή η πολύπαθη δασική υπηρεσία να στελεχωθεί και με άλλες ειδικότητες, (βιολόγους, γεωπόνους, κτηνιάτρους, κα.) και να δούμε, πως πρέπει να λειτουργεί, με ποια διοικητική διάρθρωση, με τι μέσα, με ποιο προσωπικό και με ποιες αρμοδιότητες. Να φτιάξουμε μια σύγχρονη και αποτελεσματική υπηρεσία η οποία θα ναι στο πλευρό του πολίτη και θα εφαρμόζει μια σύγχρονη δασική πολιτική που θα αναπτύξει δυναμικά την ορεινή ύπαιθρο και θα συμβάλει στη συγκράτηση των κατοίκων των ορεινών περιοχών.
Ως πρόεδρος των δασολόγων πιστεύω ότι επιβάλλεται να προσέξουμε τα δάση μας που αποτελούν ιδιαίτερα σημαντικά φυσικά οικοσυστήματα, που συμβάλουν στη βιοποικιλότητα των ειδών και του τοπίου και μπορεί να αποτελέσουν δυναμικά στοιχεία της βιώσιμης ανάπτυξης της ορεινής Ελλάδας, η οποία, ας μην το ξεχνάμε, είναι μια τουριστική χώρα που στηρίζεται στη φυσική της ομορφιά.
Τα δάση λοιπόν πρέπει να τα δούμε με τον πολυλειτουργικό τους χαρακτήρα και ρόλο, προς όφελος του κοινωνικού συνόλου και όχι να τα βλέπουμε σαν οικόπεδα.
Και εκεί θα μας βρεί αντίθετους, η όποια κυβέρνηση.
Ιδιαίτερα οι ορεινοί όγκοι της Αττικής, θα πρέπει να διαφυλαχθούν με παραπάνω ευαισθησία και να αναδασωθούν, διότι είναι η αυλή της Αθήνας.
Ασφαλώς είναι περιττό να αναφερθούμε στη σημασία τους, αποτελούν τον πνεύμονα της πρωτεύουσας, τροφοδοτούν με οξυγόνο το Λεκανοπέδιο, συμβάλλουν στη συγκράτηση των βρόχινων νερών και έχουν συγκεκριμένη συμβολή στο ιδιαίτερα επιβαρυμένο περιβαλλοντικό ισοζύγιο του λεκανοπεδίου και την περιβαλλοντική του ισορροπία».
Εγγραφείτε για να μαθένετε νέα μας