ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ 8/7 ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ ΣΤΗΝ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ¨ΤΟ ΒΗΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ¨ ΑΡΘΡΟ ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΠΕΔΔΥ κ.ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΜΠΟΚΑΡΗ
1. Τι έφταιξε, πώς ξέφυγε η φωτιά από τα Δερβενοχώρια, πέρασε την αντιπυρική ζώνη και κατέκαψε τον Εθνικό Δρυμό;
Για άλλη μια χρονιά γίναμε μάρτυρες μιας ανυπολόγιστης φυσικής καταστροφής, αυτή τη φορά δίπλα στην Αθήνα, στον εθνικό δρυμό της Πάρνηθας. Ένα ιδιαίτερα σημαντικό και σπάνιο οικοσύστημα, με ιδιαίτερη σύνθεση δασικών ειδών, οριακό ως προς τη ζώνη εξαπλώσεως του και ιδιαίτερης αισθητικής και οικολογικής αξίας, συμπληρώνει το οδοιπορικό της καταστροφής, άλλων το ίδιο σημαντικών, δασικών οικοσυστημάτων, που κάηκαν τα προηγούμενα έτη. Ταύγετος, Πάρνωνας, Υμηττός, Ήπειρος, Χαλκιδική, Πήλιο, Πάρνηθα
. ασφαλώς δεν μπορεί να χαρακτηριστεί τυχαίο ή συμπωματικό το μέγεθος της οικολογικής καταστροφής.
Η ετοιμότητα του κρατικού μηχανισμού και η δυνατότητά του να διαχειριστεί ανάλογης έκτασης φυσικές καταστροφές ασφαλώς και πρέπει να τεθεί υπό την κρίση της πολιτείας αλλά και της κοινωνίας, που ευαισθητοποιημένη, συνδέει άμεσα τις καταστροφές των δασών με την περιβαλλοντική υποβάθμιση και τις κλιματικές αλλαγές.
Ειδικά για την προστασία του Εθνικού Δρυμού της Πάρνηθας, τόσο η εμπειρία του Δασαρχείου, όσο και οι υπάρχουσες μελέτες αντιπυρικής προστασίας προσδιόριζαν τα μέτρα προκαταστολής, (δρόμους-αντιπυρικές λωρίδες, υδατοδεξαμενές, πυροφυλάκεια, θέσεις διασποράς των οχημάτων μέσα στο δάσος για την άμεση επέμβασή τους), ώστε να υπάρχουν λύσεις για διάφορα υποθετικά σενάρια κινδύνου εξάπλωσης πυρκαγιάς.
Είναι λοιπόν άξιο απορίας, πως μια φωτιά που ξεκίνησε την Τετάρτη το απόγευμα, στα Δερβενοχώρια, δηλαδή σε περιοχή πολύ κοντά στη βάση των εναερίων μέσων, να κατακαίει επί 24 ώρες την περιοχή και να μη αξιολογείται ο κίνδυνος επέκτασής της στον Εθνικό Δρυμό.
Είναι άξιο απορίας, πώς η φωτιά προσπέρασε δρόμους, με δεξαμενές νερού, ξέφωτα και προσβάσιμες για τα πυροσβεστικά οχήματα περιοχές, διάνυσε 15 και πλέον χιλιόμετρα και έφτασε στον πυρήνα του Εθνικού δρυμού καταστρέφοντας τον.
Είναι άξιο απορίας, το γεγονός ότι το ελικόπτερο του Π.Σ που πέταξε πάνω από την Πάρνηθα , νωρίς το απόγευμα της Πέμπτης, δεν εντόπισε την εξέλιξη της πυρκαγιάς και ότι αυτή ήδη κατάκαιγε το Δρυμό.
Ασφαλώς υπάρχουν επιχειρησιακές ευθύνες για την τραγική αυτή εξέλιξη που πρέπει να διερευνηθούν. Ευθύνες που πρέπει να αναζητηθούν στον επιχειρησιακό σχεδιασμό και τον τρόπο δράσης του Πυροσβεστικού Σώματος, στο ότι δεν διασπείρονται τα πυροσβεστικά οχήματα μέσα στα δάση, στο ότι δεν επανδρώνονται τα πυροφυλάκεια, (αληθεύει άραγε ότι το πυροφυλάκειο στο βουνό της φυλής στις 17:30 την Πέμπτη, δεν ήταν επανδρωμένο;) στην επικρατούσα επιχειρησιακή αντίληψη να τα περιμένουμε όλα από τα εναέρια μέσα, να μην κάνουμε εγκαταστάσεις στο έδαφος και τέλος στο να δίνεται προτεραιότητα στην προστασία των υποδομών και των κατοικιών και ουσιαστικά να εγκαταλείπονται στην τύχη τους τα δάση.
2. Το ότι δεν υπήρξε έγκαιρη επέμβαση των πυροσβεστικών αεροσκαφών ήταν μοιραίο λάθος;
Η επέμβαση των αεροσκαφών είναι συνάρτηση της ημερήσιας επιχειρησιακής διαθεσιμότητάς τους, της αξιολόγησης (από πλευράς μεγέθους) των σε εξέλιξη περιστατικών πυρκαγιάς και της απειλής κατοικημένων περιοχών. Τα δεδομένα αυτά προσδιορίζουν τις περιοχές που θα διατεθούν τα εναέρια μέσα καθώς και τον αριθμό τους. Κατά την άποψή μας, για την πυρκαγιά αυτή από την πρώτη στιγμή που εκδηλώθηκε θα έπρεπε να είχαν επιχειρήσει τουλάχιστον 4 αεροσκάφη για τον περιορισμό της και στη συνέχεια να είχαν επέμβει οι επίγειες δυνάμεις για την τελική της κατάσβεση. Από τη στιγμή που η πυρκαγιά δεν κατεστάλη την πρώτη ημέρα ,η συνήθης πρακτική που ακολουθείται (κυρίως στις κλειστές ιεραρχικές διοικητικές δομές, όπως το Π.Σ) είναι να ενημερώνεται η πολιτική ηγεσία για τα περιστατικά πυρκαγιάς και να δίνεται εντολή για την έναρξη της αεροπυρόσβεσης με το πρώτο φως της επόμενης ημέρας. Ασφαλώς η πρακτική αυτή θα ακολουθήθηκε και στην περίπτωση αυτής της πυρκαγιάς και για το λόγο αυτό την Πέμπτη το πρωί επιχειρούσαν εναέρια μέσα.
Όμως οφείλουμε να τονίσουμε ότι δεν αρκεί η επέμβαση των αεροσκαφών για την καταστολή. Επιβάλλεται να ακολουθεί η επέμβαση των επίγειων δυνάμεων, πολύ δε περισσότερο όταν η φωτιά δε σβήσει κατά τη διάρκεια της ημέρας, να ακολουθούν επιχειρήσεις πυροσβεστικών οχημάτων που με την εγκατάσταση δικτύου να καταστέλλουν την πυρκαγιά, κατά τη διάρκεια της νύχτας, που οι συνθήκες από πλευράς ανέμων είναι ευνοικότερες.
3. Η ΔΕΗ ήταν θύτης ή θύμα;
Η ΔΕΗ έχει ένα εκτεταμένο δίκτυο μεταφοράς ενέργειας σε όλη τη Χώρα. Τόσο τα δίκτυα υψηλής τάσης όσο και τα δίκτυα μεσαίας και χαμηλής τάσης, διέρχονται από αγροτικές και δασικές περιοχές και ασφαλώς οι κίνδυνοι πυρκαγιάς είναι μεγάλοι. Αποτελεί υποχρέωσή της να λαμβάνει όλα τα απαραίτητα μέτρα για την αποτροπή του κινδύνου πυρκαγιάς. Τα μέτρα αυτά αφορούν στους καθαρισμούς των ευαίσθητων σημείων κάτω από το δίκτυα και τους μετασχηματιστές τάσης αλλά και την αλλαγή των δικτύων χαμηλής τάσης με συνεστραμμένα καλώδια.
Προγράμματα για τη μείωση του κινδύνου πυρκαγιών από αστοχίες του δικτύου μεταφοράς ενέργειας, ανεξάρτητα από την οικονομική επιβάρυνση που μπορεί να προκαλέσουν στη ΔΕΗ, θα πρέπει να αναλαμβάνονται και να χρηματοδοτούνται από αυτή, στα πλαίσια προγραμμάτων συνεργασίας με τη Δασική Υπηρεσία. Από τη στιγμή που τέτοια προγράμματα δεν γίνονται και είναι αμφίβολο αν καθαρίζονται τα δίκτυα, η ΔΕΗ δεν ήταν ασφαλώς θύμα.
4. Η απαξίωση της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας (4.500 οργανικές θέσεις κενές κλπ) και η κόντρα Φούρλα – Κόη, είχε συνέπειες στην αντιμετώπιση της πυρκαγιάς.
Το Πυροσβεστικό Σώμα δεν είναι απαξιωμένο ούτε από πλευράς υπηρετούντος προσωπικού ούτε από πλευράς μέσων. Οι ελλείψεις σε επίπεδο οργανικών θέσεων, που προβάλλονται σαν μετρήσιμο μέγεθος, έχουν σχετική αξία για την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας του σώματος. Από τη στιγμή που για το έργο της δασοπυρόσβεσης (εποχιακή δραστηριότητα 5 μηνών) προσλαμβάνονται κάποιες χιλιάδες (4-5χιλ.) εποχιακών πυροσβεστών και εξασφαλίζεται η επάνδρωση των πυροσβεστικών οχημάτων, η αναφορά στα κενά των οργανικών θέσεων, τουλάχιστον σε επιχειρησιακό επίπεδο, έχει σχετική αξία. Αξίζει δε να σημειωθεί ότι οι προσλαμβανόμενοι εποχιακοί απασχολούνται κάθε χρόνο, στο ίδιο αντικείμενο, έχουν αποκτήσει μεγάλη εμπειρία και αυτό ασφαλώς δεν αποδυναμώνει την επιχειρησιακή δυνατότητα του Σώματος . Αν σε αυτά τα μεγέθη προστεθούν και οι εθελοντές πυροσβέστες (που έχουν καθιερωθεί και συμμετέχουν ενεργά στην επάνδρωση των πυροσβεστικών οχημάτων) τότε η αναφορά στα οργανικά κενά αποτελεί πρόσχημα.
Η διαφορές ανάμεσα σε πρόσωπα στην ιεραρχία του Π.Σ , οι κρίσεις και οι αποστρατείες έμπειρων αξιωματικών με πολιτικά ή άλλα προσωπικά κριτήρια καταγγέλθηκαν από αξιωματικούς του Σώματος. Ασφαλώς το θέμα αυτό πρέπει να διερευνηθεί σε βάθος αρμοδίως, αλλά είναι πολύ δύσκολο να τεκμηριωθεί αν διασυνδέεται η αποτελεσματικότητα της Πυροσβεστικής στα περιστατικά πυρκαγιών που είχαμε τις τελευταίες μέρες, με τις κρίσεις αυτές.
5. Πόσο ρόλο μπορεί να παίζει στην πολιτική δασοπυρόσβεσης στη χώρα η απαξίωση της Δασικής Υπηρεσίας;
Πάγια θέση μας ήταν ότι η πρόληψη και η καταστολή των πυρκαγιών αποτελούν ενιαία και αδιάσπαστα στοιχεία της διαχείρισης των δασικών οικοσυστημάτων. Η αξιολόγηση αυτή είχε συμπεριληφθεί και στο πόρισμα της διακομματικής επιτροπής της Βουλής για τα δάση, το οποίο όμως παρέμεινε στα συρτάρια και σήμερα αποτελεί μόνο βιβλιογραφική αναφορά. Από την εποχή του πορίσματος μέχρι σήμερα, έχουν αλλάξει πολλά πράγματα που αφορούν στη δασική διοίκηση, στη χρηματοδότηση και στη λειτουργία της δασικής υπηρεσίας.
Μετά το διαχωρισμό του αντικειμένου της δασοπυρόσβεσης ακολούθησε και η ένταξη των δασικών υπηρεσιών στις Περιφέρειες του Κράτους, με το Νόμο 2503/1997, ενώ η Κεντρική Υπηρεσία της Δασικής Υπηρεσίας παρέμεινε διοικητικά στο Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. Με τον τρόπο αυτό η δασική υπηρεσία έχασε την κάθετη διάρθρωσή της, αποξενώθηκαν οι υπηρεσίες από την Κεντρική διοίκηση, παρουσιάστηκαν σταδιακά προβλήματα με τις συνταξιοδοτήσεις του δασολογικού κλπ προσωπικού, έγιναν μετακινήσεις προσωπικού και ενδυναμώθηκαν οι έδρες των Περιφερειών ενώ αποδυναμώθηκαν τα δασαρχεία (οι πλέον παραγωγικές μονάδες) και γενικά υπήρχαν και υπάρχουν, δυσκολίες στην αξιοποίηση του εμψύχου δυναμικού των υπηρεσιών .
Η αποδυνάμωση αυτή επέτρεψε σε διάφορους φορείς (Υπουργεία, Ο.Τ.Α, Συνδέσμους, Συλλόγους κλπ) να διεκδικούν, πολλές φορές με τρόπο μη δόκιμο, αρμοδιότητες που συνδέονται με τη διαχείριση πόρων για το φυσικό περιβάλλον, την πανίδα και την αξιοποίηση νέων τεχνολογιών και αναπτυξιακών προγραμμάτων. Σήμερα οι αρμοδιότητες για την ανάπτυξη, την προστασία και τη διαχείριση των δασών εμφανίζονται κατακερματισμένες σε υπηρεσίες και φορείς στα διάφορα επίπεδα διοίκησης του Κράτους.
Δηλαδή ενώ ουσιαστικά οι αρμοδιότητες για την άσκηση της δασικής πολιτικής ανήκουν στο Υπ. Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, καλούνται οι Περιφερειακές Δασικές Υπηρεσίες, που έχουν σημαντικότατες ελλείψεις σε επιστημονικό και υλωρικό προσωπικό και μέσα, να ανταπεξέλθουν σε ένα ιδιαίτερα δύσκολο έργο που είναι η προστασία και ο έλεγχος των δασικών οικοσυστημάτων και η εκτέλεση των δασικών έργων (μεταξύ των οποίων και οι δασικοί χάρτες). Δηλαδή άλλο Υπουργείο (Αγρ.Ανάπτυξης & Τροφίμων) είναι υπεύθυνο για τον προγραμματισμό και την εκτέλεση των έργων και την εξασφάλιση χρηματοδότησης και άλλο Υπουργείο (Εσωτερικών Δ.Δ & Αποκέντρωσης) είναι υπεύθυνο για την κάλυψη των αναγκών τους σε προσωπικό, το οποίο θα κληθεί να εφαρμόσει τον προγραμματισμό.
Επίσης χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η χρηματοδότηση από το Υπουργείο Εσωτερικών Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης, προκειμένου να εκτελέσουν έργα για την πρόληψη των δασικών πυρκαγιών, σε δασικά οικοσυστήματα, τα οποία είναι στην πλειονότητά τους δημόσια.
Στις περισσότερες περιπτώσεις τελικά οι πιστώσεις διατίθενται για άλλους σκοπούς, είτε λόγω της προαναφερόμενης αναρμοδιότητας των δήμων να εκτελέσουν έργα σε δημόσιες εκτάσεις, είτε λόγω άλλων προτεραιοτήτων που προτάσσονται από τους Ο.Τ.Α.
Τα παραπάνω προβλήματα συνδέονται με την αποτελεσματικότητα της δασικής υπηρεσίας και το ρόλο που μπορεί να διαδραματίσει στην Εθνική Πολιτική για τη δασοπροστασία.
Για να μπορέσει να είναι περισσότερο αποτελεσματικός ο σχεδιασμός στο δασικό τομέα, προς όφελος της ελληνικής κοινωνίας και της ποιότητας ζωής, αλλά και για να προστατεύονται αποτελεσματικά τα δάση μας, θα πρέπει όλοι αυτοί οι διαφορετικοί φορείς να συνεργάζονται και να συγκλίνουν σε επίπεδο προγραμματισμού. Αυτό που, από ότι φαίνεται, είναι δύσκολο στην ελληνική πραγματικότητα, δυσκολεύει ακόμη περισσότερο στη συγκεκριμένη περίπτωση που υπάρχουν και διαφορές με τις αρμοδιότητες και το ρόλο των εμπλεκόμενων φορέων.
Για τους παραπάνω λόγους, στην περίπτωση των δασικών πυρκαγιών η Δασική Υπηρεσία αποτελεί την εύκολη λεία για μηχανισμούς που της αποδίδουν χωρίς κανένα ενδοιασμό όλες τις ευθύνες για τη δική τους αποτυχία
Θα πρέπει τα κόμματα εξουσίας να δουν σοβαρά το ζήτημα των δασών και την προοπτική της δασικής υπηρεσίας. Θέλουν μια υπηρεσία κατακερματισμένη και αποδυναμωμένη ή μια υπηρεσία που να λειτουργεί αποτελεσματικά και να βρίσκεται στο πλευρό του πολίτη.
Πρέπει να παρθούν, πολιτικές αποφάσεις για το θέμα αυτό. Η εγκατάλειψη και η διάλυση της υπηρεσίας, χρόνο με το χρόνο, όταν την ίδια στιγμή τα συμφέροντα που έλκονται από τα δάση είναι τεράστια, προκαλεί ερωτηματικά και αρνητικές σκέψεις σε κάθε σκεπτόμενο πολίτη . Ασφαλώς αυτό είναι και πολιτικό θέμα στο οποίο θα κληθούν να απαντήσουν όλοι οι πολιτικοί φορείς και ιδιαίτερα τα κόμματα εξουσίας. Εμείς έχουμε πρόταση για την επόμενη μέρα. Θα πρέπει η δασική υπηρεσία να στελεχωθεί και με άλλες ειδικότητες, (βιολόγους, γεωπόνους, κτηνιάτρους, κα.) και να δούμε τον τρόπο λειτουργίας της, τη διοικητική της διάρθρωση, τα μέσα και τον εξοπλισμό της, το προσωπικό και τις αρμοδιότητες της. Να φτιάξουμε μια σύγχρονη και αποτελεσματική υπηρεσία η οποία θα ναι στο πλευρό του πολίτη και θα εφαρμόζει μια σύγχρονη δασική πολιτική που θα αναπτύξει δυναμικά την ορεινή ύπαιθρο και θα συμβάλει στη συγκράτηση των κατοίκων των ορεινών περιοχών.
6. Για την αποτελεσματική προστασία των δασών επιβάλλεται να υπάρχει πολιτική βούληση, να εξασφαλίζονται επαρκή χρηματοδοτικά μέσα που να επιτρέπουν τον προγραμματισμό των αναγκαίων έργων δασικής ανάπτυξης και δασοπροστασίας και τέλος να υπάρχει η στοιχειώδης ισομέρεια ανάμεσα στην κατανομή πόρων για το έργο της πρόληψης και το έργο της καταστολής των δασικών πυρκαγιών, κάτι που δυστυχώς δεν ισχύει.
7. Την ίδια στιγμή η Κυβέρνηση σε μια πρωτοφανή επίδειξη σπατάλης ιδρύει την αγροφυλακή, μια υπηρεσία που στην πλήρη ανάπτυξή της θα στοιχίσει στον Έλληνα πολίτη περισσότερο από 150 εκ ευρώ και θα φορτώσει το ελληνικό δημόσιο με 4.500 νέους υπαλλήλους, τη στιγμή που η δασική υπηρεσία με πολλαπλάσιο αντικείμενο διαθέτει μόνο 2.500 υπαλλήους και αντικείμενο αποκλειστικά την προστασία της δημόσιας περιουσίας.
Εγγραφείτε για να μαθένετε νέα μας