Αθήνα, 2 Ιουλίου 2007
ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
Με αφορμή τις τελευταίες καταστροφικές πυρκαγιές, που κατέκαψαν τον Εθνικό Δρυμό της Πάρνηθας, το Πήλιο και πολλές άλλες περιοχές της Χώρας , γίνεται πολύς λόγος στα μέσα μαζικής ενημέρωσης για τα αίτια , τις ελλείψεις και την δυνατότητα του κρατικού μηχανισμού να αντιμετωπίσει τις δασικές Πυρκαγιές.
Συχνή αναφορά στα Μ.Μ.Ε, από σχετικούς (και άσχετους) σχολιαστές, αλλά και εκπροσώπους της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας, γίνεται στην έλλειψη δασικών δρόμων, αντιπυρικών ζωνών και γενικά προληπτικών έργων δασοπροστασίας στις πρόσφατες πυρκαγιές . Οφείλουμε να αποκαταστήσουμε την αλήθεια για τα θέματα αυτά και να σας ενημερώσουμε υπεύθυνα για τη χρησιμότητά τους στον επιχειρησιακό σχεδιασμό.
Με το Νόμο 2612/1998 μεταφέρθηκε η αρμοδιότητα της καταστολής των δασικών πυρκαγιών από τη Δασική Υπηρεσία στο Πυροσβεστικό Σώμα, αγνοώντας το πόρισμα της διακομματικής επιτροπής της Βουλής. Με τον ίδιο νόμο την αρμοδιότητα για την πρόληψη των πυρκαγιών συνεχίζει να ασκεί η Δασική Υπηρεσία.
Για να γίνει περισσότερο κατανοητή η έννοια της πρόληψης, επισημαίνουμε ότι στα έργα πρόληψης πυρκαγιών συμπεριλαμβάνονται οι καθαρισμοί των δασικών οικοσυστημάτων, η διάνοιξη και η συντήρηση του δασικού οδικού δικτύου, η διάνοιξη και η συντήρηση αντιπυρικών ζωνών, η κατασκευή και η συντήρηση υδατοδεξαμενών και κρουνών υδροληψίας, η κατασκευή και η συντήρηση πυροφυλακείων, η εκτέλεση περιπολιών, η λειτουργία των υπηρεσιών τις απογευματινές ώρες κατά τις οποίες παρατηρούνται και οι περισσότερες παράνομες ενέργειες κλπ.
Η υλοποίηση των παραπάνω έργων και εργασιών, που αποτελούν αναγκαιότητα για μια στοιχειώδη πολιτική πρόληψης, διευκολύνει και υποστηρίζει το έργο της καταστολής που είναι αρμοδιότητα αποκλειστικά και μόνο του Πυροσβεστικού Σώματος.
Τα παραπάνω έργα και εργασίες διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην προστασία των δασών, οφείλουμε όμως να τονίσουμε ότι αυτά τα έργα δεν αποτελούν πανάκεια για την αποτελεσματικότητα του κρατικού κατασταλτικού μηχανισμού κατά τη διάρκεια κατάσβεσης της πυρκαγιάς αλλά ούτε και άλλοθι στις περιπτώσεις αποτυχίας του (όπως στην περίπτωση της Πάρνηθας) κάτι που ατυχώς ορισμένοι προσπαθούν να προβάλουν και να το συνδέσουν με το μέγεθος της καταστροφής.
Αξίζει να σημειώσουμε ότι η φωτιά που είχε εκδηλωθεί την ίδια ώρα στο Σχηματάρι της Βοιωτίας, πέρασε αρκετές φορές την μεγαλύτερη αντιπυρική ζώνη που θα μπορούσε να κατασκευαστεί, δηλαδή την Εθνική Οδό Αθηνών Λαμίας. Επιπρόσθετα, είναι γνωστό φανταζόμαστε σε όλους τους ¨ειδικούς¨, ότι οι αντιπυρικές ζώνες κατασκευάζονται κάθετα στις πλαγιές των βουνών, με κλίσεις 25-40%, πολλές φορές και μεγαλύτερες, όπου δεν είναι δυνατή η μετακίνηση πυροσβεστικών οχημάτων 3, 5 ή 10 τόνων και μάλιστα φορτωμένων με νερό και μοναδικός σκοπός της δημιουργίας τους είναι η πτώση της έντασης της φωτιάς για να μπορούν να επέμβουν με αποτελεσματικότητα τα εναέρια ή επίγεια μέσα. Πέραν των ανωτέρω, τα έργα αυτά προσαρμόζονται στο ανάγλυφο (χαράδρες, φαράγγια κλπ) και η κατασκευή τους υπόκειται σε τεχνικούς και οικονομικούς περιορισμούς.
Εμείς ως εργαζόμενοι, κλείνοντας το θέμα αυτό, τονίζουμε για μια ακόμη φορά ότι το θέμα των αρμοδιοτήτων πρόληψης και καταστολής των Πυρκαγιών έχει κλείσει ουσιαστικά πριν από 10 έτη. Αυτοί που το επαναφέρουν, σκόπιμα ή μη, ουσιαστικά αποσκοπούν να μεταφέρουν στις πλάτες των δασικών υπαλλήλων και των πυροσβεστών, πολιτικές ευθύνες που δεν μας αναλογούν.
Κάθε θετικά σκεπτόμενος πολίτης θα πρέπει να γνωρίζει ότι για την αποτελεσματική προστασία των δασών επιβάλλεται να υπάρχει πρωτίστως πολιτική βούληση, να υπάρχουν επαρκή χρηματοδοτικά μέσα που να επιτρέπουν τον προγραμματισμό των έργων δασικής ανάπτυξης και προστασίας και τέλος να υπάρχει η στοιχειώδης ισομέρεια στην κατανομή πόρων ανάμεσα στο έργο της πρόληψης και το έργο της καταστολής των δασικών πυρκαγιών, κάτι που δυστυχώς δεν ισχύει.
Αντί των προαναφερομένων, είδαμε να εφαρμόζεται εδώ και πολλά χρόνια μια ακατανόητη πολιτική, όπου ουσιαστικά δίνεται βάρος μόνο στην καταστολή και απαξιώνεται η σημαντικότερη συνιστώσα του προβλήματος δηλαδή η πρόληψη, όπου η χρηματοδότηση των σχετικών έργων μειώνεται συστηματικά σε σταθερές τιμές. Εδώ πρέπει να στραφεί ουσιαστικά το ενδιαφέρον των αρμοδίων αλλά και να αναζητηθεί λύση από την πολιτεία για τον περιορισμό των συνεπειών από τις δασικές πυρκαγιές .
Οι τεράστιες δαπάνες για την κατάσβεση δεν αποτελούν δείκτη για την αποτελεσματικότητα του κρατικού μηχανισμού, αλλά αντίθετα προσδιορίζουν το έλλειμμα πολιτικής στην χρηματοδότηση των δασοκομικών χειρισμών και των προληπτικών μέτρων για την αντιμετώπιση των δασικών πυρκαγιών.
Η εκτίναξη των διατιθέμενων πόρων στο Πυροσβεστικό Σώμα, εξαιτίας της ανάληψης της ευθύνης καταστολής των δασικών πυρκαγιών, από το ύψος των 95.000.000 € του έτους 1997 στο ύψος των 392.625.000 € του έτους 2007 (αύξηση μεγαλύτερη από 400%) και η σύγκρισή τους με τα αντίστοιχα μεγέθη πιστώσεων που διατέθηκαν στη Δασική Υπηρεσία για τη συνολική λειτουργίας της, οι οποίες από το ύψος των 139.900.000 € το έτος 1997 φθάσανε στο ύψος των 170.000.000 € το έτος 2007 (αύξηση κατά 21%) καταδεικνύει την μονομερή αντίληψη της πολιτείας για τον τρόπο διαχείρισης των δασικών πυρκαγιών .
Η συσσώρευση καυσίμου ύλης στα δάση χαλεπίου, η έλλειψη διαχείρισης στα δάση αυτά (ακόμη και της ρητινοσυλλογής), η εγκατάλειψη των υποβαθμισμένων δασών και των θαμνώνων, ο εφησυχασμός που σε πολλές περιπτώσεις δείχνουμε μετά από ¨επιτυχημένες¨ χρονιές, και ο κακός επιχειρησιακός σχεδιασμός του Πυροσβεστικού Σώματος (που βασίζεται μόνο στα εναέρια μέσα και έχει σαν προτεραιότητα την προστασία πρώτα των κατοικιών) οριοθετούν την πραγματική διάσταση του προβλήματος ¨δασικές πυρκαγιές¨ και την επικινδυνότητα του φαινομένου στις διάφορες περιοχές της χώρας μας.
Την ίδια στιγμή η Κυβέρνηση, σε μια πρωτοφανή επίδειξη σπατάλης ιδρύει την αγροφυλακή, μια υπηρεσία που στην πλήρη ανάπτυξή της θα στοιχίσει στον Έλληνα πολίτη περισσότερο από 150.000.000 € και θα φορτώσει το ελληνικό δημόσιο με 4.500 νέους υπαλλήλους, τη στιγμή που η δασική υπηρεσία με πολλαπλάσιο αντικείμενο, διαθέτει μόνο 2.500 υπαλλήλους και αντικείμενο αποκλειστικά την προστασία της δημόσιας περιουσίας.
Η σταδιακή αποδιοργάνωση των Περιφερειακών Δασικών Υπηρεσιών με την υπαγωγή τους στις Περιφέρειες το έτος 1997, η συστηματική τους αποδυνάμωση με τη μείωση του υλωρικού τους προσωπικού, η περιστολή αρμοδιοτήτων και η διοικητική τους απαξίωση, (πολλές φορές προσχηματική), είναι η άλλη όψη του προβλήματος, την οποία δεν μπορούμε να αγνοήσουμε.
Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι διαχρονικά οι Υπουργοί, Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, που είναι αρμόδιος για τη δασική πολιτική και Εσωτερικών Δημόσιας Διοίκησης και αποκέντρωσης που είναι αρμόδιος για την Περιφερειακή Αποκέντρωση, αποποιούνται των ευθυνών τους να διαμορφώσουν ένα σύγχρονο, αποτελεσματικό και κοινωνικό ρόλο για τις δασικές υπηρεσίες .
Για το λόγο αυτό :
• Παραμένουν κενό γράμμα οι δασικοί χάρτες.
• Δεν ενεργοποιείται, η διάταξη του νόμου 3208/2003 για τον ειδικό φορέα δασών και τη χρηματοδότηση της δασοπονίας.
• Δεν προωθείται η κωδικοποίηση της δασικής νομοθεσίας και η εναρμόνισή της με τις σύγχρονες τάσεις της πολυλειτουργικής δασοπονίας.
• Υποβαθμίζεται η συμμετοχή της δασικής υπηρεσίας στην αποτελεσματική προστασία, διαχείριση και φύλαξη του θηραματικού πλούτου.
• Δεν θωρακίζεται η δασική διοίκηση από αυθαιρεσίες και σκόπιμες μεθοδεύσεις υποβάθμισης της και προωθούνται σχέδια οργανισμών από το Υπ.Εσ.Δ.Δ.Α αμφίβολής αποτελεσματικότητας για μια υπηρεσία που θα έπρεπε να έχει κάθετη διάρθρωση.
• Δεν στελεχώνονται τα δασαρχεία που είναι οι πλέον νευραλγικές μονάδες, με το απαραίτητο επιστημονικό και υλωρικό προσωπικό .

Οι ευθύνες για το έλλειμμα δασικής πολιτικής, την αποσπασματική χρηματοδότηση και την μικρή κοινωνική προσφορά των Δασικών Υπηρεσιών πρέπει να επιρριφθούν εκεί που πραγματικά αναλογούν και όχι στις πλάτες των δασικών υπαλλήλων, που όχι μόνο είναι ολιγάριθμοι, αλλά επιπλέον στερούνται τα μέσα και τους πόρους για να εφαρμόσουν μια σύγχρονη, και αποτελεσματική δασική πολιτική.
Δεν μπορεί άλλωστε να παραβλεφθεί η αγωνιώδης προσπάθεια όλων των Κυβερνήσεων να βρουν τρόπους να ξεπεράσουν το πλαίσιο προστασίας που παρέχει το Σύνταγμα στα δασικά οικοσυστήματα προκειμένου να εξυπηρετήσουν διάφορα συμφέροντα.
Οι δασικές πυρκαγιές, που αποτελούν και το πρόβλημα στην προκείμενη περίπτωση, είναι φαινόμενο συνυφασμένο με το χαρακτήρα των μεσογειακών δασικών οικοσυστημάτων και θα συνεχίσουν να μας απασχολούν, όπως εξάλλου απασχολούν και τις πλέον προηγμένες χώρες οι οποίες διαθέτουν αποτελεσματικότερη οργάνωση και εξοπλισμό.
Οι συστηματικοί δασοκομικοί χειρισμοί, η λήψη προληπτικών μέτρων με έγκαιρη και επαρκή χρηματοδότηση, η γνώση των ιδιαιτεροτήτων των δασικών οικοσυστημάτων και η αναθεώρηση του συστήματος Πολιτικής Προστασίας, το άνοιγμα σε φορείς και πολίτες και η αναθεώρηση του επιχειρησιακού σχεδιασμού του Πυροσβεστικού Σώματος που θα του επιτρέψει να επεμβαίνει άμεσα πριν η φωτιά πάρει διαστάσεις (και δεν θα τα περιμένει όλα από τα εναέρια μέσα), είναι η λύση για να μειώσουμε τις συνέπειες από τις δασικές πυρκαγιές .


Για το Διοικητικό Συμβούλιο
Της Π.Ε.Δ.Δ.Υ.
Ο Πρόεδρος

Νίκος Μπόκαρης
6937883012

Ο Γενικός Γραμματέας

Κων/νος Δημόπουλος