ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΔΑΣΩΝ ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ:
ΕΞΥΠΗΡΕΤΕΙΤΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗ ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ 24 & 117;
Μιχάλης Σκαρβέλης
Δρ. Δασολόγος ΕΘΙΑΓΕ/ΙΜΔΟΤΔΠ
Μέσα σε 5 χρόνια έρχεται για δεύτερη φορά προς ψήφιση η αναθεώρηση του άρθρου 24 του Συντάγματος, που αναφέρεται στην προστασία του φυσικού περιβάλλοντος, του δασικού πλούτου και την ανάγκη χωροταξικού σχεδιασμού.
Θεωρώ ότι κανείς δεν αμφισβητεί την ανάγκη προστασίας των δασών, όπως επίσης δεν αμφισβητεί την ανάγκη ύπαρξης χωροταξικού σχεδιασμού, σαν «εργαλείου» για την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος, την κατά το δυνατόν – απρόσκοπτη και επωφελή για το σύνολο άσκηση των όποιων ανθρωπογενών δραστηριοτήτων και τη βελτίωση της ποιότητας της ζωής. Το ζητούμενο σε κάθε περίπτωση όμως είναι να μην χαθεί οριστικά μέσα από λάθος επεμβάσεις κάτι που δεν θα μπορεί να ανακτηθεί, π.χ. το δάσος. Εδώ έρχεται λοιπόν ο χειρισμός, το «εργαλείο», δηλ. ο σχεδιασμός, προκειμένου να υπηρετήσει τον παραπάνω τεθέντα στόχο. Όλες οι άλλες εξισωτικές ή αφαιρετικές επινοήσεις γίνονται εκ του πονηρού.
Και εξηγούμαι: Η αναθεώρηση του ’ρθρου 24 αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα επίθεσης και κατασπατάλησης των φυσικών πόρων εν ονόματι της εξυπηρέτησης συγκεκριμένων συμφερόντων, της αύξησης της κερδοφορίας του κεφαλαίου ή κατ άλλους της δήθεν «ανάπτυξης», της «ανταγωνιστικότητας», της χωροταξίας, του τουρισμού, της δημιουργίας υποδομών, κλπ.
Αν σταθούμε λίγο διαχρονικά απέναντι στο θέμα, ερμηνεύεται εύκολα η παραπάνω εκτίμηση:
Η μετακίνηση του πληθυσμού μετά την Κατοχή και τον Εμφύλιο, η ανάγκη πρώτης ή και δεύτερης κατοικίας, οι ανάγκες σε φθηνή γη για την βιομηχανία, σε συνδυασμό με την (σκόπιμη) ανυπαρξία κάθε στοιχειώδους χωροταξικού σχεδιασμού, έκανε τις δασοκαλυμμένες εκτάσεις να φαίνονται σαν εύκολη λύση για τις δραστηριότητες αυτές. Η επίσης σκόπιμη απουσία Εθνικού (και Δασικού) Κτηματολόγιου, όπου θα ήταν καταγεγραμμένες οι εκτάσεις αυτές και θα φαινόταν τόσο η μορφή τους όσο και το ιδιοκτησιακό καθεστώς τους, συνέτεινε ώστε να γίνονται βορά από ανθρώπους που κατά βάση είχαν προσβάσεις στην εξουσία, να καταπατηθούν, να αλλάξουν πολλές φορές μορφή με καταστροφή της δασικής βλάστησης και να μεταβιβάζονται με μεγάλη ευκολία με την ανοχή του κράτους- μετακυλίοντας έτσι το πρόβλημα σε άλλους ιδιοκτήτες, που συνειδητά ή εν αγνοία τους ενεπλάκησαν στο ιδιοκτησιακό πρόβλημα των δασικών εκτάσεων. Είναι άλλωστε κοινή παραδοχή ότι τα επί δεκαετίες έντονα φαινόμενα δασικών πυρκαγιών συνδέονται άμεσα με τα κυκλώματα σφετερισμού και αλλαγής μορφής και χρήσης των δασικών εκτάσεων.
Η διογκούμενη καταστροφή των φυσικών πόρων έγινε έντονα ορατή στη διάρκεια και με την πτώση της επτάχρονης δικτατορίας και αυτό οδήγησε στην αποτύπωση στο Σύνταγμα του 1975 ενός πνεύματος αυστηρής προστασίας, τόσο των υφιστάμενων δασών όσο και των δασών που είχαν καταστραφεί στο παρελθόν (δασικές εκτάσεις), των οποίων επέτασσε την άμεση προστασία και την αναδάσωση εφόσον καταστρέφονταν για οποιοδήποτε λόγο (’ρθρα 24 και 117).
Πρέπει επίσης να επισημάνουμε ότι τα δάση στη μεγάλη πλειοψηφία των εκτάσεών τους είναι δημόσια γη, καθώς περιήλθαν στην κυριότητα του Ελληνικού Δημοσίου με την απελευθέρωση της χώρας από τους Τούρκους, όπου θεωρούνταν επίσης δημόσια περιουσία. Η αλλαγή επομένως χαρακτήρα των δασικών εκτάσεων έχει διπλή σημασία και επίπτωση: αφενός στην υποβάθμιση και την καταστροφή του φυσικού περιβάλλοντος και αφετέρου στην απώλεια δημόσιας γης που θα την σφετεριστούν συγκεκριμένα συμφέροντα.
Τα προβλήματα που δημιούργησε το Σύνταγμα του 1975 στις διάφορες μορφές «επιχειρηματικής» δραστηριότητας έγιναν σύντομα αντιληπτά και έτσι η πρώτη σχετικά επιτυχημένη προσπάθεια αποχαρακτηρισμού σημειώθηκε το 1979 με το Ν. 998, δηλαδή μόλις 4 χρόνια μετά την ψήφιση του Συντάγματος, όπου μια κατηγορία δασικών εκτάσεων βαφτίστηκαν «χορτολιβαδικές», ώστε να βγουν από τη Συνταγματική προστασία. Η δεύτερη μαζική απόπειρα αποχαρακτηρισμού δασικών εκτάσεων έγινε το 1987, με κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, με το Νόμο «περί βοσκοτόπων», ο οποίος τελικά κρίθηκε αντισυνταγματικός από το ΣτΕ. Παράλληλα, κατ΄ επιταγή του ισχύοντος Συντάγματος, εκδόθηκε μια πλούσια προστατευτική για το φυσικό περιβάλλον νομολογία από το ΣτΕ.
Έτσι για τα αδηφάγα συμφέροντα και τους πολιτικούς οσφυοκάμπτες τους ανέκυψε η ανάγκη να επανέλθει το θέμα όχι πλέον με πλάγιο τρόπο, αλλά δια της ευθείας οδού, την αναθεώρηση δηλαδή του Συντάγματος στο συγκεκριμένο άρθρο καθώς και την αναθεώρησή του στα άρθρα που αφορούν τη λειτουργία του ΣτΕ. Αυτό επιχειρήθηκε το 2001 με την προηγούμενη Αναθεώρηση του Συντάγματος (’ρθρο 24), κατ επιταγή της οποίας ψηφίστηκε ο Ν. 3.208/2003 (Η Ν.Δ. τότε τον καταψήφισε). Το τέχνασμα εδώ ήταν ο ίδιος ο ορισμός του δάσους και η ελάχιστη έκταση που χαρακτηρίζεται ως δάσος. Και αυτού του Νόμου η συνταγματικότητα είναι ήδη υπό έντονη αμφισβήτηση ως προς το συγκεκριμένο άρθρο, οπότε η όλη του φιλοσοφία κινδυνεύει να καταρρεύσει. Γι αυτό επανέρχονται τόσο σύντομα για νέα Αναθεώρηση του ’ρθρου 24. Ωστόσο υπάρχει μια σημαντική διαφορά: Την προηγούμενη αναθεώρηση την έκανε κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ με συναίνεση της ΝΔ, που όμως αρνήθηκε στη συνέχεια να ψηφίσει τον σχετικό Νόμο. Σήμερα, που η εφαρμογή του συγκεκριμένου Νόμου κινδυνεύει, είναι η κυβέρνηση της ΝΔ που φέρνει το ’ρθρο 24 πάλι για αναθεώρηση και το ΠΑΣΟΚ θεωρεί το ζήτημα «σημείο ρήξης» και το καταψηφίζει!
’ραγε ποιος κοροϊδεύει ποιόν;
Επίσης από πλευράς ΝΔ, θέτοντας δήθεν ως ορόσημο το Σύνταγμα του 1975, εξαγγέλλεται στην ουσία η αναγνώριση όλων των καταστροφών και καταπατήσεων που είχαν πραγματοποιηθεί μέχρι τότε, ενώ μέχρι σήμερα χρησιμοποιούνται ως αδιάψευστοι μάρτυρες τα στοιχεία που προκύπτουν από τις αεροφωτογραφίες του 1945! Δηλαδή όση προστασία παρέχει το ’ρθρο 117 για την προ του 1975 περίοδο όχι μόνο σταματάει αλλά ακυρώνονται και παρελθούσες προστατευτικές ενέργειες που είναι σε εξέλιξη. Με μια τέτοια ρύθμιση ακόμη και παλαιότερες αποφάσεις προστασίας, αναδάσωσης και έργα αποκατάστασης θα σταματήσουν και οι εκτάσεις θα ιδιωτικοποιηθούν, αυθαιρεσίες 30 και πλέον χρόνων θα δικαιωθούν.
Παράλληλα επιχειρείται διάκριση δασών και δασικών εκτάσεων, συνδέοντας τις δεύτερες άμεσα με τη χωροταξία (βλέπε ένταξη σε σχέδια πόλεως, κλπ.). Αυτό έρχεται σε ευθεία σύγκρουση με τα επιστημονικά δεδομένα, γιατί οι δασικές εκτάσεις δεν είναι τίποτε άλλο παρά δάση που καταστράφηκαν στο παρελθόν και που με κατάλληλα μέτρα- μπορούν να ανορθωθούν (οικολογικά -όχι οικοδομικά). Ακόμη και σε επίπεδο Ε.Ε. αλλά και ΟΗΕ εκδίδονται αποφάσεις για την προστασία των δασικών εκτάσεων και των φρυγανοτόπων, εξάροντας την οικολογική σημασία αυτών των εκτάσεων. Οι ντόπιοι θιασώτες όμως των άκρατων ιδιωτικοποιήσεων και άκριτοι λάτρεις του Ευρωμονόδρομου τις αποσιωπούν. Ενώ όλα σχεδόν τα αντιλαϊκά, αντεθνικά μέτρα τα δικαιολογούν ως «υπόδειξη της Ε.Ε.», άρα «αναπόφευκτα», σε περιπτώσεις σαν τη συγκεκριμένη κάνουν πως δεν άκουσαν τίποτα. Και βέβαια είναι πρώτιστα δική μας ευθύνη να προστατεύσουμε το φυσικό μας περιβάλλον και να μην περιμένουμε από την Ε.Ε. να το πράξει, ωστόσο εδώ αποκαλύπτεται η υποκρισία των εγχώριων υμνητών της, ανεξάρτητα από το χρώμα τους! Σκόπιμα αποσιωπούν ότι το περιβάλλον δεν είναι δυνατόν να προστατεύεται μέσα από τους νόμους της αγοράς!
Πρόκειται δηλαδή για μια ολοκληρωμένη επίθεση στο δάση και τις δασικές εκτάσεις, αποκαλυπτική του τρόπου που αντιλαμβάνονται την προστασία τους, όπου δεν θέλουν να έχουν κανένα φραγμό επιστημονικό, νομοθετικό ή διοικητικό στα σχέδιά τους.
Αυτή η ολοκληρωμένη επίθεση φαίνεται άλλωστε και από την παράλληλη σκόπιμη διοικητική υποβάθμιση των υπηρεσιών που επιφορτίζονται το έργο της προστασίας, την έλλειψη υλωρικού προσωπικού, την σταδιακά μειούμενη χρηματοδότηση έργων προστασίας, αναδασώσεων και έρευνας, την μεταφορά και την πολυδιάσπαση αρμοδιοτήτων (Δασική υπηρεσία, Πυροσβεστική υπηρεσία, ΟΤΑ, «Φορείς Διαχείρισης», Κυνηγετικές Ομοσπονδίες, κλπ.)
Φαίνεται επίσης από γεγονότα όπως ότι η υπό κρατική εποπτεία «ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ Α.Ε.» δεν αναγνωρίζει αιτήσεις δημόσιων υπηρεσιών για καταχώρηση δασικών εκτάσεων στην κυριότητα του Δημοσίου, ανοίγοντας το δρόμο για όποιον ιδιώτη ήθελε να τις διεκδικήσει. Τα αυστηρά προστατευτικά μέτρα που ισχύουν μέχρι σήμερα χαλαρώνουν όταν πρόκειται για ιδιωτικά δάση. Σύμφωνα με εκτιμήσεις όλες αυτές οι ρυθμίσεις αφορούν εκτάσεις 40 50.000.000 στρεμμάτων. Είναι εμφανές ότι με αυτές ωφελημένο θα είναι το κατασκευαστικό, τουριστικό κεφάλαιο, οι μεγαλοϊδιοκτήτες γης ή αυτοί που μπορούν συγκεντρώσουν μεγάλες εκτάσεις.
Ταυτόχρονα οι κυβερνήσεις ΠΑΣΟΚ και ΝΔ επιχειρούν να καπηλευτούν την αγωνία χιλιάδων μικροϊδιοκτητών αυθαιρέτων ή οικοπεδούχων που διεκδικούν (δίκαια ή μη) κάποιες εκτάσεις γης. Αποφεύγουν σκόπιμα κάθε συζήτηση για το πώς οδηγηθήκαμε μέχρι εδώ, με τίνος ευθύνες. Αποφεύγουν να τους πουν αν, πως και από ποιους θα αξιοποιηθούν τελικά οι χώροι που διεκδικούν, ποιος θα πληρώσει για την δημιουργία των ανύπαρκτων υποδομών. Αποσιωπώνται οι προβλέψεις για τις μεσομακροπρόθεσμες επιπτώσεις στο περιβάλλον. Δεν φαίνεται να βγαίνει κανένα συμπέρασμα για το μέλλον. Τίποτε δεν εγγυάται ότι δεν θα ακολουθήσουν νέα κύματα καταπατήσεων και αυθαιρέτων. Είναι βέβαιο ότι θα συμβεί το αντίθετο, αφού η αυθαιρεσία και η ληστεία της δημόσιας περιουσίας επιβραβεύεται.
’κουγα τις προάλλες τον κ. Υπουργό της Οικονομίας να λέει ότι «η φοροδιαφυγή δεν είναι ούτε εξυπνάδα, ούτε μαγκιά»! Θα συμφωνήσω απόλυτα μαζί του ότι η φοροδιαφυγή, νόμιμη είτε παράνομη, δεν είναι εξυπνάδα ούτε μαγκιά. Όμως ο σφετερισμός, η καταπάτηση δημόσιας γης, είναι πολύ χειρότερος, από τη φοροδιαφυγή, η οποία στο κάτω κάτω μπορεί κάποτε και να σταματήσει να γίνεται, ενώ η αλλαγή χρήσης της γης και η καταστροφή της βλάστησης συνήθως είναι οριστική! Με ποια λογική, βάσει ποιου Νόμου, ποιας ηθικής, κατακεραυνώνεις τους φοροφυγάδες και δικαιώνεις τους καταπατητές;
Θα ήθελα να καταστήσω σαφές, ότι κανείς δεν λέει ότι δεν υπάρχουν πουθενά προβλήματα με δασικές εκτάσεις ή ότι δεν πρέπει να γίνονται πραγματικά αναπτυξιακά έργα. Αυτό όμως δεν απαιτεί Αναθεώρηση του Συντάγματος. Υπάρχουν τα πορίσματα της επιστήμης και επαρκές νομοθετικό οπλοστάσιο, που θα μπορούσε να απαντήσει στα ζητήματα που ανακύπτουν. Αντίθετα, η σκόπιμη ανυπαρξία ολοκληρωμένου χωροταξικού σχεδιασμού είναι εκείνη που δημιουργεί τα προβλήματα. Αυτό βολεύει τις πελατειακές σχέσεις και κυρίως την ασύδοτη επιχειρηματική ή δήθεν επενδυτική δραστηριότητα, ώστε απροκάλυπτα και ανά 5ετία να οδεύουμε σε αναθεωρήσεις του Συντάγματος.
Εν κατακλείδι θα λέγαμε ότι η τυχαία ή πιο σωστά – η σκόπιμα «τυχαία» χωροταξία που επιβλήθηκε εκ των πραγμάτων, σε ότι αφορά μεγάλο μέρος των δασών και δασικών εκτάσεων της χώρας με τα γνωστά και ορατά προβλήματα που δημιούργησε, επιχειρείται να νομιμοποιηθεί μέσω της Συνταγματικής οδού. Εκεί έχει καταλήξει να συμπυκνώνεται η φροντίδα μας για την προστασία των δασών και η αναγνώριση της ανάγκης ύπαρξης χωροταξικού σχεδιασμού.
Είναι κατά τη γνώμη μου σαφές ότι αυτή η λογική είναι αδιέξοδη. Δεν έχει καμία σχέση ούτε με τις άμεσες κοινωνικές ανάγκες, πολύ δε περισσότερο με τις μελλοντικές. Αντίθετα ξεπουλάει κάθε τι άμεσα κερδοφόρο, χαρίζει κάθε τι προσοδοφόρο, καταστρέφει το περιβάλλον, υποτιμά τη νοημοσύνη μας, υποθηκεύει την υγεία και τα δικαιώματα των μελλοντικών γενεών.
Εμείς συνένοχοι σε αυτό το έγκλημα δεν γινόμαστε.
Εγγραφείτε για να μαθένετε νέα μας