Το μέλλον του δάσους, το δάσος του μέλλοντος
Σπύρος Αθ. Ντάφης
Παραβαίνοντας τη ρήση ότι «ουδείς μετά Χριστόν προφήτης» θα προσπαθήσω, στον σύντομο χρόνο που έχω στη διάθεσή μου να απαντήσω σε δύο ερωτήματα που αποτελούν τον τίτλο της ομιλίας μου.1. Χρειαζόμαστε το δάσος και τις υπηρεσίες του και θα το χρειαζόμαστε και στο μέλλον ; και 2. Ποιο θα είναι το δάσος του μέλλοντος , θα είναι το φυσικό δάσος , το τεχνητό δάσος ή το κλωνικό δάσος ;
Για να δώσουμε απάντηση στο πρώτο ερώτημα θα πρέπει να κάνουμε μια αναδρομή στο παρελθόν και να δούμε πώς εξελίχθηκαν οι σχέσεις του ανθρώπου με το δάσος , ποιες ανάγκες εξυπηρέτησε, ποιες ανάγκες εξυπηρετεί σήμερα και ποιος διαφαίνεται ο ρόλος του για το μέλλον ;
Οι σχέσεις και οι δεσμοί του ανθρώπου με το δάσος είναι τόσο παλιοί όσο και η ιστορία του. Μπορούμε να πούμε , χωρίς υπερβολή , ότι ο άνθρωπος γεννήθηκε στο δάσος και εκεί πρωτοβρήκε τροφή και στέγη. Στην προσπάθεια ανεύρεσης τροφής δημιουργήθηκαν οι πρώτες σχέσεις και ο άνθρωπος συνδέθηκε με το δάσος ως κυνηγός και ως συλλογέας καρπών και βολβών. Στο στάδιο αυτό η επίδραση του ήταν μόνο έμμεση και ο άνθρωπος ήταν απλά ένας κρίκος της τροφικής αλυσίδας των φυσικών οικοσυστημάτων. Αργότερα, όταν ο άνθρωπος οργανώθηκε σε κοινωνίες και απέκτησε μόνιμους καταυλισμούς, και άρχισε να αναπτύσσει τους πολιτισμούς του, άρχισε να επεμβαίνει πάνω στο δάσος ως καταστροφέας ή ρυθμιστής του. Η ανάπτυξη του πολιτισμού προκάλεσε την αύξηση των αναγκών σε ξύλο για οικοδομές, τη ναυπηγική, την επιπλοποιία, την κατασκευή εργαλείων, όπλων και την κάλυψη ενεργειακών αναγκών για θέρμανση αλλά κυρίως στη μεταλλουργία. Οι ανάγκες αυτές καλύπτονταν με αλόγιστες ληστρικές υλοτομίες χωρίς καμιά πρόνοια για την ανανέωση ή καλλιέργεια του δάσους με αποτέλεσμα την καταστροφή και εξαφάνιση τεράστιων εκτάσεων παραγωγικών δασών. Τα δάση της Αττικής καταστράφηκαν για την κάλυψη των ενεργειακών αναγκών των μεταλλείων του Λαυρίου αλλά και για τη ναυπήγηση του εμπορικού και πολεμικού στόλου των Αθηναίων. Υπολογίζεται ότι για να κατασκευαστεί μια τριήρης χρειαζόταν να υλοτομηθούν 100 στρέμματα δάσους χαλεπίου πεύκης. Έτσι για να καλύψουν τις ανάγκες τους σε ξύλο οι Αθηναίοι έκαναν εισαγωγές από την Εύβοια, τη Χαλκιδική, όπου διατηρούσαν αποικίες ή και από τη Μακεδονία.
Με την καταστροφή όμως των δασών εξαφανίστηκαν ή παρήκμασαν και πολλοί πολιτισμοί για να επαληθευθεί η ρήση σύμφωνα με την οποία «ο πολιτισμός αρχίζει με την υλοτομία του πρώτου γίγαντα του αρχέγονου δάσους και τελειώνει με το μπήξιμο του τσεκουριού στον κορμό του τελευταίου δέντρου που απόμεινε». Πολλοί πολιτισμοί άρχισαν και άνθισαν με την καταστροφή του δάσους και έσβησαν μαζί του.
Η μείωση της δασικής επιφάνειας, υπολογίζεται ότι τα 2/3 των αρχικών δασών του πλανήτη μας έχουν ήδη καταστραφεί , η πτώση της παραγωγικής διαδικασίας των περισσότερων δασών που ήταν προσιτά λόγω της κακής διαχείρισης τους και η παράλληλη αλματώδης αύξηση των αναγκών σε ξύλο οδήγησαν σε μια αυξανόμενη έλλειψη ξύλου, την «ξυλένδεια». Αποτέλεσμα αυτής της έλλειψης ξύλου που εκδηλώθηκε στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης ήταν η εμφάνιση της Δασοπονίας ως επιστήμης. Ήδη από τα μέσα του 18ου αιώνα έγινε φανερή και επείγουσα η ανάγκη μιας ορθολογικής ρύθμισης των καρπώσεων από τα δάση. Στα μέσα του 19ου αιώνα ιδρύθηκαν οι πρώτες δασολογικές σχολές.
H βασική αρχή πάνω στην οποία στηρίχθηκε το όλο οικοδόμημα της δασοπονίας είναι η αρχή της αειφορίας των καρπώσεων, η οποία αφορούσε αρχικά την παραγωγή ξύλου. Σύμφωνα με αυτήν την αρχή τα δάση πρέπει να τα διαχειρίζονται με τέτοιο τρόπο ώστε να είναι δυνατή η απόληψη της ίδιας ποσότητας ξύλου κάθε χρόνο στο διηνεκές. Για την πλήρωση αυτής της αρχής είναι απαραίτητη η τήρηση δύο άλλων αρχών : 1. της διατήρησης του δάσους ως δάσους και 2. της συντήρησης και βελτίωσης της παραγωγικής ικανότητας του εδάφους.
Βασικό μέλημα της νέας επιστήμης , της Δασοπονίας, ήταν η εξασφάλιση της κάλυψης των συνεχώς αυξανόμενων αναγκών σε ξύλο κάθε χρήσης. Συνεπώς, ο χειρισμός του δάσους και ο διαχειριστικός σκοπός απέβλεπαν στην παραγωγή της μέγιστης δυνατής ποσότητας και άριστης ποιότητας ξύλου. Η προσπάθεια αυτή συνεχίζεται και σήμερα διότι παρόλο που το ξύλο αντικαταστάθηκε σε πολλές χρήσεις του από άλλα υλικά η κατανάλωσή του εξακολουθεί να είναι αυξητική. Έτσι π.χ. το 1960 η κατανάλωση στρογγυλού ξύλου παγκοσμίως ανέρχονταν στα 2,5 δισ. κ.μ , το 1980 ανήλθε στα 2,8 δισ. κ.μ, το 2000 ξεπέρασε τα 3,0 δισ. κ.μ, το 2020 υπολογίζεται να ξεπεράσει τα 3,6 δισ. κ.μ ενώ το 2040 υπολογίζεται ότι θα αγγίξει τα 4,0 δισ. κ.μ.
Μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα η παραγωγή ξύλου θεωρούνταν ως το βασικό μέλημα και λόγος ύπαρξης του δάσους και της δασοπονίας ως επιστήμης. Προς τα τέλη του 19ου αιώνα (1895-1900) παρατηρήθηκαν, μετά από ραγδαίες βροχοπτώσεις, μεγάλες ζημιές από κατολισθήσεις, υπερχείλιση χειμάρρων και πλημμύρες στην περιοχή των ’λπεων της Ν. Γαλλίας, Ελβετίας, Βαυαρίας και Αυστρίας από τις οποίες αναδείχτηκε μια άλλη σημαντική επίδραση του δάσους, η υδρονομική επίδραση η οποία θεμελιώθηκε με τις έρευνες του Ελβετού καθηγητή της Δασοκομίας Arnold Engler, ο οποίος απέδειξε τη μεγάλη ρυθμιστική ικανότητα του δάσους στην επιφανειακή ροή των υδάτων και στην αποτροπή των πλημμύρων , καθώς και στον εμπλουτισμό του υπόγειου υδροφορέα.
Οι έρευνες του Engler επιβεβαιώθηκαν και από άλλους ερευνητές, κυρίως στις ΗΠΑ και την πρώην Σοβιετική Ένωση από τους Molchanof, Spyridonof και άλλους οι οποίοι εκτός από την αντιπλημμυρική επίδραση του δάσους και τον ρυθμιστικό του ρόλο στην επιφανειακή απορροή και τον εμπλουτισμό του υπόγειου υδροφορέα, διαπίστωσαν επίσης την επίδραση του δάσους στην ποιότητα του νερού
(οργανοληπτικές ιδιότητες , διαύγεια, μικροβιακό φόρτο, θερμοκρασία κλπ) καθώς και την επίδραση του δάσους στην προστασία του εδάφους από την αιολική και αλλουβιακή διάβρωση.
Με τη ραγδαία ανάπτυξη όλων των κλάδων της επιστήμης που έχουν σχέση με τη λειτουργία των δασικών οικοσυστημάτων, ιδιαίτερα μετά τον ΄Β Παγκόσμιο Πόλεμο, όπως της δασικής εδαφολογίας, της οικοφυσιολογίας, της δασικής οικολογίας, της φυτοκοινωνιολογίας, τη βελτίωση των οργάνων μέτρησης και την ανάπτυξη των στατιστικών μεθόδων , αναγνωρίστηκε μια σειρά κοινωφελών επιδράσεων διαχρονικής σημασίας όπως ο ρόλος του δάσους στους κύκλους του Ο2 και του CO2, στη μείωση της ταχύτητας των ανέμων, στη μείωση των θορύβων, στη μείωση των ρύπων, στην υγιεινή, αισθητική και αναψυχική επίδραση, στην προστασία από ραδιενεργό ακτινοβολία, στη διατήρηση της βιοποικιλότητας. Επιδράσεις που καθιστούν το δάσος σπονδυλική στήλη στην προστασία της φύσης και του φυσικού περιβάλλοντος.
Θα προσπαθήσουμε να αναπτύξουμε συνοπτικά αυτές τις κοινωφελείς επιδράσεις και λειτουργίες του δάσους, οι οποίες καθιστούν το δάσος διαχρονικά απαραίτητο για την ανάπτυξη και ευημερία των ανθρώπινων κοινωνιών.
1. Παραγωγή ξύλου
Το ξύλο είτε ως πηγή ενέργειας (καυσόξυλα, ξυλοκάρβουνα) είτε ως ξύλο κατασκευών, ναυπηγικής, επιπλοποιίας, διακόσμησης, βιομηχανικό ή παραγωγής χάρτου από αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι σήμερα παίζει σημαντικότατο ρόλο στην ανάπτυξη της οικονομίας, της ευημερίας και του πολιτισμού των ανθρώπινων κοινωνιών. Είναι ένα οικολογικά παραγόμενο προϊόν χωρίς κατανάλωση (εισροή) πρόσθετης ενέργειας, δηλαδή ένας βιολογικά ανανεώσιμος φυσικός πόρος. Παρά την αντικατάστασή του από άλλα τεχνητά (κυρίως μέταλλα και πλαστικά) υλικά διατηρεί, χάρη στις ιδιότητές του, τη μεγάλη σημασία του και θα τη διατηρεί και στο μέλλον , γιατί είναι ένα προϊόν που παράγεται ανέξοδα, έχει μεγάλη αντοχή σε σχέση με το βάρος του, απαιτείται ελάχιστη κατανάλωση ενέργειας για την κατεργασία του, είναι ελαστικό , θερμομονωτικό, ευχάριστο στην όραση και απαλό στην αφή. Η απόληψη ξύλου από το δάσος δεν αποτελεί καταστροφή αλλά εργαλείο ανανέωσης και καλλιέργειας του δάσους με την προϋπόθεση ότι αυτό γίνεται σύμφωνα με τους κανόνες της δασολογικής επιστήμης και της αειφορικής διαχείρισης.
Πέρα από το ξύλο, που αποτελεί το βασικό προϊόν του δάσους, τα δασικά οικοσυστήματα προσφέρουν μια σειρά ακόμη προϊόντων με οικονομική αξία όπως ο φλοιός, το ρετσίνι, το μέλι, τα μικρά φρούτα του δάσους (αγριοφράουλες, βατόμουρα, σμέουρα, μύρτιλλα), αρωματικά φύλλα (δάφνη), μανιτάρια, φαρμακευτικά βότανα, θηράματα, βοσκήσιμη ύλη κ.τ.λ.
2. Υδρονομική επίδραση
Η μεγαλύτερη υδρονομική λειτουργία του δάσους είναι η αποτροπή των πλημμύρων και η σημαντική μείωση των πλημμυρικών αιχμών και ο εμπλουτισμός των υπόγειων υδροφορέων. Η μεγάλη ταμιευτική ικανότητα του δασικού εδάφους το μετατρέπει σε μια τεράστια ρυθμιστική δεξαμενή, η οποία συγκρατεί το νερό κατά την περίοδο των βροχών και το αποδίδει κατά την περίοδο της ανομβρίας διατηρώντας σταθερή την παροχή των πηγών.
Το πόσο σημαντική είναι η επίδραση του δάσους στην αποτροπή των πλημμύρων το ζούμε στη χώρα μας κάθε χρόνο. Μετά την καταστροφή των δασών από πυρκαγιές ακολουθούν σχεδόν πάντα, εφόσον δε ληφθούν μέτρα, καταστροφικές πλημμύρες.
Εκτός όμως από την υδρονομική επίδραση δηλ τη ρύθμιση της ροής των επιφανειακών υδάτων, την αποτροπή των πλημμύρων και τον εμπλουτισμό των υπόγειων υδροφορέων, σημαντική είναι επίσης η επίδραση του δάσους στην ποιότητα του νερού. Η δασική φυλλάδα και το δασικό έδαφος δρουν ως ένα τεράστιο βιολογικό φίλτρο, με αποτέλεσμα το νερό που «παράγεται» στο δάσος να είναι το καλύτερο από κάθε άποψη : οργανοληπτική , χημική και μικροβιολογική. Οργανοληπτικά είναι το πιο εύγευστο, χημικά το πιο καθαρό και διαυγές, και με τον μικρότερο μικροβιολογικό φόρτο. Στο μέλλον το σημαντικότερο προϊόν του δάσους θα είναι το νερό, ποσοτικά και κυρίως ποιοτικά.
3. Αντιδιαβρωτική επίδραση.
Το δάσος έπαιξε και παίζει σημαντικό ρόλο τόσο στη δημιουργία του εδάφους (εδαφογένεση) όσο και στην προστασία και διατήρησή του.
Ο μεγαλύτερος εχθρός του εδάφους είναι η διάβρωση, δηλαδή η παράσυρση στρωμάτων εδάφους από το νερό της βροχής ή από τον άνεμο. Το δάσος ασκεί πολύ μεγάλη και αποφασιστική επίδραση στην προστασία του εδάφους από τη διάβρωση και συνεπώς από την υποβάθμιση και την ερημοποίηση, όπως φαίνεται και στον παρακάτω πίνακα.
Διάβρωση σε συνάρτηση με τη χρήση του εδάφους (Ursic και Dantis,1969)
Χρήση εδάφους Επιφανειακή απορροή σε Ετήσια διάβρωση
ποσοστό ετήσιων κατακρημ- t/ha
νισμάτων (1320 mm)
Γεωργικό έδαφος 34% 10,00
Βοσκότοπος 29% 0,80
Χέρσο 19% 0,07
Δάσος φυλλοβόλων 10% 0,05
Αναδάσωση πεύκης 2% 0,01
Γενικά ο ρόλος του δάσους στην εδαφογένεση και ακόμα περισσότερο στη διατήρηση και προστασία των υπαρχόντων εδαφών είναι τεράστιος και ανεκτίμητος. Στη χώρα μας, όπως και σε όλες τις μεσογειακές χώρες, έχουμε γνωρίσει πολύ καλά τις συνέπειες της καταστροφής του δάσους στη διάβρωση των εδαφών.
4. Αντιανεμική προστασία.
Το δάσος επιδρά ως εμπόδιο στην κίνηση του αέρα και μπορεί να μεταβάλλει την ταχύτητα, την κατεύθυνση καθώς και τη δομή των ανέμων τόσο στο εσωτερικό του όσο και στην παρακείμενη γυμνή επιφάνεια. Σύμφωνα με μετρήσεις που έγιναν σε δάσος δρυός με υπόροφο λεπτοκαρυά η ταχύτητα του ανέμου μειώνεται προοδευτικά από τα κράσπεδα προς το εσωτερικό του δάσους φθάνοντας σε απόσταση 230 m στα 2-3% της αρχικής ταχύτητας.
Μείωση της ταχύτητας του ανέμου σε συστάδα δρυός με υπόροφο λεπτοκαρυά (Nesterov)
Απόσταση σε μέτρα από το κράσπεδο : 34 55 77 98 122 185 230
Ταχύτητα του ανέμου % της αρχικής : 55-78 44-52 23-27 19-22 7 5 2-3
Δηλαδή έξω από το δάσος μπορεί να λυσσομανάει μια καταιγίδα και μέσα στο δάσος να επικρατεί νηνεμία.
5. Προστασία από τους θορύβους.
Οι θόρυβοι αποτελούν την 8η πληγή του Φαραώ στην σύγχρονη κοινωνία μας. Ως θόρυβος νοείται ένας ισχυρός ή ανεπιθύμητος ήχος. Η ένταση του μετριέται σε ντεσιμπέλ (db). Ο ελαφρότερος ήχος που μπορεί να ακούσει το ανθρώπινο αυτί σε κατάσταση πλήρους ηχητικής γαλήνης αντιστοιχεί σε 0 db και ο υψηλότερος ήχος που δεν προκαλεί μόνιμη βλάβη σε 120 db. Το δάσος μειώνει τους θορύβους. Εκτιμάται ότι κατά μέσο όρο το δάσος μειώνει τους θορύβους κατά 7 db ανά 30m απόσταση από την πηγή του θορύβου.
6. Επίδραση του δάσους στους κλιματικούς παράγοντες.
Οι σημαντικότεροι κλιματικοί παράγοντες που μας επηρεάζουν είναι η ηλιακή ακτινοβολία, η θερμοκρασία του αέρα, η κίνηση και η υγρασία του αέρα. Με τον συνδυασμό αυτών των τεσσάρων παραγόντων δημιουργούνται κλιματικές συνθήκες οι οποίες μπορεί να είναι ευχάριστες ή δυσάρεστες για τον άνθρωπο.
6.1. Επίδραση του δάσους στη φωτεινή ακτινοβολία.
Το δάσος επηρεάζει σημαντικά τόσο την ένταση του φωτός όσο και τη σύνθεσή του (ποιότητα).
Η ένταση του φωτός περιορίζεται μέσα στο δάσος στο 2-6 % του ολικού υπαίθριου φωτός ανάλογα με τη σύνθεση και τη δομή του δάσους. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα κάτω από τη φυλλωσιά του δάσους να αναπτύσσονται μόνο λίγα είδη ανθεκτικά στη σκιά. Η σύνθεση του φωτός επηρεάζεται επίσης σημαντικά. Τα φύλλα των δέντρων προσροφούν , για την αφομοίωση (φωτοσύνθεση) περισσότερο την πορτοκαλόχρωμη και την ερυθρή ακτινοβολία ενώ αφήνουν να περάσει η πράσινη. Έτσι το φως μέσα στο δάσος είναι πλουσιότερο σε πράσινη ακτινοβολία, γεγονός που επιδρά ευχάριστα στην όραση και κατευναστικά στο νευρικό σύστημα, καταπραύνοντας τα νεύρα του κουρασμένου από τη ζωή της πόλης επισκέπτη.
6.2 Επίδραση στη θερμοκρασία
Το δάσος ασκεί επίσης ισχυρή επίδραση στη θερμοκρασία του αέρα και του εδάφους. Με την κομοστέγη του συγκρατεί ένα σημαντικό μέρος της ακτινοβολίας αλλά συγχρόνως αντανακλά επίσης ένα άλλο σημαντικό μέρος της και συγχρόνως εμποδίζει την έκλυση θερμικής ακτινοβολίας από το έδαφος στην ατμόσφαιρα. Σημαντική επίδραση ασκεί επίσης το δάσος στη θερμοκρασία του αέρα με την κατανάλωση ενέργειας για τη διαπνοή των δέντρων μειώνοντας τις υψηλές θερμοκρασίες, ιδιαίτερα το καλοκαίρι. Σε ένα δάσος, μια ηλιόλουστη , θερμή, νήνεμη ημέρα του καλοκαιριού, η θερμοκρασία του αέρα μειώνεται από την κομοστέγη προς το έδαφος ενώ αυξάνει η σχετική υγρασία. Η διαφορά της μέγιστης θερμοκρασίας του αέρα εκτός δάσους και εντός δάσους μπορεί να φθάσει μέχρι 20 0 C. Δηλαδή έξω από το δάσος μπορεί να κυριαρχεί καύσωνας 420 C και μέσα στο δάσος να υπάρχει μια δροσερή ατμόσφαιρα 22-250 C. Παράλληλα το δάσος αυξάνει τις χαμηλές θερμοκρασίες αποτρέποντας τους παγετούς. Έτσι μέσα στο δάσος, αλλά και σε μια απόσταση έξω από αυτό το θερμικό κλίμα γίνεται ωκεανικότερο με μικρότερο εύρος θερμοκρασιών και συνεπώς πιο ευχάριστο για τον άνθρωπο και για τα ζώα που ζουν μέσα σ αυτό.
6.3 Επίδραση του δάσους στη σύνθεση του ατμοσφαιρικού αέρα.
Η σύνθεση του ατμοσφαιρικού αέρα είναι γνωστή και σχεδόν σταθερή εδώ και αρκετά εκατομμύρια χρόνια. Εκείνο που δεν είναι γνωστό στους πολλούς είναι ότι η σύνθεση αυτή είναι αποτέλεσμα βιολογικών και όχι γεωλογικών διεργασιών. Και συνεπώς η ισορροπία της είναι εύθραστη.
6.3.1 Οξυγόνο
Η σημασία του δάσους στον κύκλο του οξυγόνου έχει υπερεκτιμηθεί. Ένα δάσος μέσης παραγωγικότητας αποδίδει στην ατμόσφαιρα μέσω της φωτοσυνθετικής διαδικασίας γύρω στους τέσσερις τόνους οξυγόνου στο εκτάριο. Αν από αυτό αφαιρέσουμε την κατανάλωση οξυγόνου για τις ανάγκες του ίδιου του οικοσυστήματος, μένει μια καθαρή παραγωγή από 2.5 τόνους ανά εκτάριο ή 250γρ ανά τετραγωνικό μέτρο. Η καθαρή αυτή παραγωγή είναι σχεδόν δεκαπλάσια από οποιοδήποτε άλλο οικοσύστημα. Μπροστά όμως στα αποθέματα οξυγόνου της ατμόσφαιρας τα οποία ανέρχονται σε 2,5 τόνους ανά τετραγωνικό μέτρο φαντάζει ελάχιστη. Συμβάλλει όμως αποφασιστικά στη διατήρηση της ισορροπίας του κύκλου του οξυγόνου.
6.3.2 Διοξείδιο του άνθρακα
Η περιεκτικότητα της ατμόσφαιρας σε διοξείδιο του άνθρακα (CO2) παρέμεινε σταθερή εδώ και εκατομμύρια έτη και ανέρχονταν σε περίπου 300 p.p.m. Ωστόσο, με τη συνεχή αύξηση της κατανάλωσης υγρών και στερεών καυσίμων έρχονται στην ατμόσφαιρα όλο και μεγαλύτερες ποσότητες CO2 .
Υπολογίζεται ότι τα τελευταία 50 χρόνια αυξάνει η συγκέντρωση CO2 στην ατμόσφαιρα κατά 0,2 % ετησίως. Έτσι, ενώ το 1950 η συγκέντρωση ανέρχονταν σε 300 p.p.m, το 1960 έφθασε στα 313 p.p.m, το 1971 τα 321 p.p.m, το 1980 τα 334 και το 2000 εγγίζει τα 350 p.p.m. Η αύξηση αυτή ενώ δεν είναι άμεσα επικίνδυνη για τον άνθρωπο είναι ωφέλιμη για τα φυτά γιατί η συγκέντρωση CO2 στην ατμόσφαιρα βρίσκεται ως γνωστόν στα όρια του ελαχίστου, προκαλεί όμως ανησυχίες στους κλιματολόγους που θεωρούν το CO2 ως κύριο συντελεστή της δημιουργίας του κλίματος θερμοκηπίου και των κλιματικών αλλαγών. Το δάσος μαζί με τους ωκεανούς αποτελούν τους βασικούς αναδραστικούς μηχανισμούς που ρυθμίζουν την ισορροπία του κύκλου του CO2 . Ένα εκτάριο δάσους μέσης παραγωγικότητας επεξεργάζεται κάθε χρόνο 10-12 εκατομμύρια κυβικά μέτρα αέρος για να προσλάβει τέσσερις και πλέον τόνους CO2 . Έτσι το δάσος συμβάλλει σημαντικά στη διατήρηση της περιεκτικότητας της ατμόσφαιρας τόσο σε CO2 ως καταναλωτής όσο και σε O2 ως παραγωγός. Είναι εύλογη η ανησυχία για την αύξηση του CO2 και τις συνέπειες που έχει στη μεταβολή του κλίματος αλλά θα έπρεπε να είναι ακόμη μεγαλύτερη για το γεγονός ότι οι μεγαλύτεροι αναδραστικοί μηχανισμοί ρύθμισης του CO2 όπως είναι τα δάση και οι ωκεανοί χάνουν τη ρυθμιστική τους ικανότητα . Τα μεν δάση γιατί η επιφάνειά τους μειώνεται συνεχώς, ήδη έχουν καταστραφεί τα 2/3 των δασών του πλανήτη μας, ενώ οι ωκεανοί χάνουν τη ρυθμιστική τους ικανότητα λόγω ρύπανσης.
7. Δάσος και ρύπανση
Το δάσος επιδρά ως παράγοντας απορρύπανσης κατά δύο τρόπους :
Με φυσικομηχανικά μέσα: Συγκρατεί τα αιωρούμενα στερεά σωματίδια (σκόνη, αιθάλη κλπ) στην επιφάνεια των φύλλων, των κλαδιών και του φλοιού των δέντρων, των θάμνων και των χόρτων. Υπολογίζεται ότι ένα εκτάριο δάσους πεύκης συγκρατεί μέχρι 32 τόνους στερεών σωματιδίων το έτος ενώ ένα εκτάριο δάσους οξιάς μέχρι 64 τόνους. Έτσι δρα σαν ένα τεράστιο φίλτρο απαλλάσσοντας την ατμόσφαιρα από αιωρούμενα σωματίδια.
Βιοχημικά: Απορρυπαίνοντας την ατμόσφαιρα μέσω του μεταβολισμού των δέντρων και άλλων χλωροφυλλούχων φυτών. Η ικανότητα αυτή όμως είναι περιορισμένη διότι πάνω από μια ορισμένη στάθμη συγκέντρωσης οι χημικές αυτές ουσίες, κυρίως οξείδια θείου και αζώτου καθίστανται βλαπτικές για τα φυτά προκαλώντας συχνά τη νέκρωσή τους.
8. Το δάσος ως συντηρητής της βιοποικιλότητας
Με την εντατικοποίηση της γεωργίας και τα πολυποίκιλα μέτρα που παίρνονται για τη βελτίωση των γεωργικών εδαφών (στραγγίσεις ελών, διευθετήσεις ποταμών, αλόγιστη χρήση λιπασμάτων, εντομοκτόνων, μυκητοκτόνων και ζιζανιοκτόνων για την αύξηση της παραγωγής) παράλληλα με την ανεξέλεγκτη επέκταση των αστικών οικισμών, των βιομηχανικών περιοχών και των υποδομών, τείνουν να εξαφανισθούν ή έχουν ήδη εξαφανισθεί μια σειρά ζώων όλων των κατηγοριών καθώς και πολλά είδη φυτών. Το δάσος χρησιμεύει όχι μόνο ως καταφύγιο σωτηρίας αυτών των ειδών ζώων και φυτών, αλλά και σαν μια πολύτιμη φυσική τράπεζα γονιδίων φυτών και ζώων απαραίτητων για μια μελλοντική γενετική βελτίωση.
9. Αισθητική και υγιεινή επίδραση του δάσους.
Το δάσος με τη μεγάλη του επιφάνεια αποτελεί το μόνο τμήμα κάθε χώρας που είναι απαλλαγμένο από ρυπογόνες πηγές. Είναι μια όαση φυσικής ζωής και ένας χώρος που εξασφαλίζει μια άλλη ποιότητα ζωής για τη σωματική και πνευματική υγεία του πληθυσμού, ενός πληθυσμού που στο μεγαλύτερο μέρος του ζει, συνωστίζεται και ταλαιπωρείται καθημερινά στις πολύβουες και ρυπασμένες πλέον πόλεις, και έχει απόλυτη ανάγκη από την επαφή με τη φύση και τον καθαρό αέρα και από ένα ήρεμο περιβάλλον.
Σήμερα το δάσος αποκτά μια ιδιαίτερη αξία ως χώρος αναψυχής, σωματικής και ψυχικής ανάτασης. Ο αέρας του δάσους είναι ο πιο καθαρός, μετά τον θαλασσινό, και απαλλαγμένος από ρύπους και σκόνη. Επιπλέον περιέχει πτητικές ουσίες όπως αιθέρια έλαια και τερπένες, τις γνωστές «αεροβιταμίνες», που επιδρούν τονωτικά στον ανθρώπινο οργανισμό. Το φως του δάσους, με τη μικρή ένταση και τη μεγάλη περιεκτικότητα σε πράσινη ακτινοβολία, επιδρά καταπραϋντικά στο νευρικό σύστημα ηρεμώντας τους επισκέπτες του. Η γαλήνη που επικρατεί στο δάσος όπου οι μόνοι ήχοι που ακούγονται είναι το κελάρυσμα των νερών και το θρόϊσμα των φύλλων, μαζί με τη νηνεμία που επικρατεί ανακουφίζουν τον άνθρωπο από τους θορύβους των πόλεων.
Για όλους αυτούς τους λόγους έχει αναπτυχθεί παντού και αρχίζει να αναπτύσσεται και στη χώρα μας μια ξεχωριστή μορφή τουρισμού, ο δασοτουρισμός, ο οποίος συνδυάζεται με τον περιπατητικό τουρισμό και τον οικοτουρισμό και αποτελεί μια συνεχώς αναπτυσσόμενη κατηγορία ήπιου, φιλικού προς το περιβάλλον τουρισμού.
10. Το δάσος του μέλλοντος
Αφού είδαμε ότι οι ανάγκες της ανθρώπινης κοινωνίας σε άμεσες (οικονομικές) ή έμμεσες (κοινωφελείς) παροχές από το δάσος συνεχεία αυξάνονται και ότι συνεπώς το δάσος έχει και θα εξακολουθεί να έχει μέλλον, θα προσπαθήσουμε να δώσουμε μια απάντηση στο ερώτημα ποιο θα είναι το δάσος του μέλλοντος.
Όταν εμφανίστηκε η δασοπονία ως επιστήμη στα μέσα του 18ου αιώνα δεν υπήρχε δασοπονική γνώση ενώ τα δάση της Μεσευρώπης ήταν κατεστραμμένα ή υποβαθμισμένα. Έτσι, η ανάπτυξη της Δασοπονίας στηρίχθηκε στις υπάρχουσες γεωπονικές γνώσεις και στην αρχή του ορθολογισμού. Επειδή βασικός σκοπός της δασοπονίας ήταν η παραγωγή ξύλου μέγιστης δυνατής ποσότητας και άριστης κατά το δυνατόν ποιότητας με το ελάχιστο δυνατό κόστος και το μέγιστο δυνατό κέρδος στράφηκε η δασοπονία στο τεχνητό δάσος με αντικατάσταση των φυσικών δασών με παραγωγικότερα δάση και την εισαγωγή παραγωγικότερων ειδών. Έτσι τα φυσικά δάση με τη μεγάλη βιοποικιλότητά τους αλλά τη μικρή σχετικά παραγωγική τους δυνατότητα μετατράπηκαν σε τεχνητά δάση μονοκαλλιεργειών μεγάλης παραγωγικής δυνατότητας αλλά μικρής βιοποικιλότητας και οικολογικής ισορροπίας. Προς τα τέλη του 19ου αιώνα εμφανίστηκαν οι πρώτες αδυναμίες του συστήματος με εκτεταμένες ζημίες από καιρικά φαινόμενα ή από την εκδήλωση μαζικών επιδημιών εντόμων ή μυκήτων. Έτσι αρχίζει μια αμφισβήτηση της τεχνητής δασοπονίας των μονοκαλλιεργειών και άρχισαν να υψώνονται φωνές αγωνίας από διακεκριμένους δασολόγους της εποχής όπως του Karl Gayer στη Γερμανία με το σύνθημα του Zurück zur Natur (επιστροφή στη φύση) και των Γάλλων Bopp και Parade Ιmmitéz la natûre (μιμηθείτε τη φύση). Έτσι δημιουργείτε ένας δυαδισμός με φανατικούς υποστηρικτές και πολέμιους της φυσικής ή τεχνητής δασοπονίας. Η πρόοδος όμως των βιολογικών επιστημών και της αντίστοιχης έρευνας απέδειξαν ότι το δάσος δεν είναι πατατοχώραφο ή καλαμποκοχώραφο αλλά ένα πολύπλοκο οικοσύστημα με δικούς του νόμους. Αυτό συνέτεινε στην στροφή προς το φυσικό δάσος του οποίου αναγνωρίστηκαν τα αναμφισβήτητα πλεονεκτήματα. Από την εποχή του Μεσοπολέμου εμφανίστηκε μια άλλη μορφή δασοπονίας που συνoδεύτηκε από τη μορφή του δάσους των φυτειών με τη χρήση ταχυαυξών ειδών κυρίως κλώνων λεύκης, ειδών ευκαλύπτων και ταχυαυξών πεύκων. Η μορφή αυτή κυριάρχησε κυρίως στις υποτροπικές χώρες όπως η Χιλή, η Ν. Ζηλανδία, η Ν. Αφρική και η Αυστραλία αλλά εφαρμόστηκε και σε πολλές χώρες της Μεσογείου κυρίως στην Πορτογαλία και την Ισπανία. Σήμερα με τη ραγδαία εξέλιξη της δασικής γενετικής και των δυνατοτήτων της βιοτεχνολογίας, εμφανίζεται προ των πυλών μια τέταρτη μορφή δασοπονίας και του αντίστοιχου δάσους, η μορφή της κλωνικής δασοπονίας με δυνατότητα χρησιμοποίησης μεταλλαγμένων δέντρων, ανθεκτικών στις ασθένειες και εξειδικευμένων στην παραγωγή ειδικών προϊόντων.
Συνεπώς έχουμε να διαλέξουμε ανάμεσα στο φυσικό δάσος που διατηρεί τη φυσική του σύνθεση ειδών δοκιμασμένων για χιλιάδες χρόνια, μεγάλης βιοποικιλότητας και οικολογικής ισορροπίας, του τεχνητού δάσους που δημιουργείται με αποψιλωτικές υλοτομίες και τεχνητή σπορά ή, κυρίως, φύτευση βελτιωμένων γενετικά ειδών, τη μορφή των φυτειών ταχυαυξών ειδών και τέλος τη μορφή των φυτειών κλώνων ή μεταλλαγμένων ειδών.
Από πολλούς μπαίνει το ερώτημα : Ποια μορφή δάσους θα κυριαρχήσει στο μέλλον ή καλύτερα πώς θα είναι το δάσος του μέλλοντος ; Η απάντηση στο ερώτημα είναι περισσότερο απλή από ό,τι φαίνεται. Το ερώτημα δεν είναι πια μορφή δάσους ή ποιο σύστημα θα εφαρμόσουμε, γιατί θα τα εφαρμόσουμε όλα, αλλά που θα εφαρμόσουμε το καθένα από αυτά.
Όπου υπάρχουν φυσικά δάση σε καλή κατάσταση διατήρησης αλλά και υποβαθμισμένα τα οποία είναι δυνατόν να ανορθωθούν με καθαρά φυσικές μεθόδους εκεί θα ενασκήσουμε τη φυσική δασοπονία. Είναι τόσα πολλά τα πλεονεκτήματα της φυσικής δασοπονίας και του φυσικού δάσους ώστε η μετατροπή των φυσικών δασών σε τεχνητά θα αποτελούσε πραγματικό έγκλημα. Όπου δεν υπάρχουν φυσικά δάση ή αυτά που υπάρχουν είναι τόσο υποβαθμισμένα ώστε να μη μπορούν να ανορθωθούν φυσικά τότε κατ ανάγκη θα ενασκήσουμε τεχνητή δασοπονία με την παραδοσιακή της μορφή, με τη χρήση κατά το δυνατόν υλικού τοπικής προέλευσης, βελτιωμένου γενετικά και προσαρμοσμένου στο τοπίο της περιοχής.
Όπου τέλος έχουμε στη διάθεσή μας καθαρά, γόνιμα, γεωργικά εδάφη, στα οποία είναι δυνατή η διατήρηση και βελτίωση της παραγωγικής ικανότητας του εδάφους με καθαρά γεωργικές μεθόδους εκεί όχι μόνο ενδείκνυται αλλά και επιβάλλεται η ενάσκηση ταχύρυθμης δασοπονίας με τη χρήση ταχυαυξών ειδών ή κλώνων με τη μορφή φυτειών, όπως συμβαίνει με τη λευκοκαλλιέργεια ή ακόμη και μεταλλαγμένων ειδών, εφόσον υπάρχει σχετική εγγύηση. Συνεπώς οι δασοπονικές μέθοδοι δεν πρέπει να θεωρούνται ως στατικές αλλά δυναμικά προσαρμοζόμενες ανάλογα με τους σκοπούς που επιδιώκονται κάθε φορά και τα μέσα που διατίθενται για την επίτευξη των σκοπών αλλά και με τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις. Η ευγενέστερη αποστολή της Δασοπονίας και του Δάσους, ανεξάρτητα από τα συστήματα που εφαρμόζονται συνίσταται και θα συνίσταται και στο μέλλον στην εξυπηρέτηση της ανθρώπινης ευημερίας είτε άμεσα με την παραγωγή ξύλου ή άλλων προϊόντων είτε έμμεσα με κοινωφελείς παροχές από το δάσος.
Εγγραφείτε για να μαθένετε νέα μας