«Η πεζοπορία το καλοκαίρι σε νησί απαιτεί συγκεκριμένες προδιαγραφές» τονίζουν στην «Καθημερινή» πολύπειροι πεζοπόροι και ορειβάτες στον απόηχο των πρόσφατων τραγικών περιστατικών.
Της Ελβίρας Κρίθαρη | kathimerini.gr
Για τους συνεπείς λάτρεις των δραστηριοτήτων ελευθέρου χρόνου και τους γνώστες των πεζοπορικών δικτύων της χώρας, αλλά και των απαιτήσεων της πεζοπορίας, οι πρόσφατες εξαφανίσεις ξένων επισκεπτών στα ελληνικά νησιά και η δραματική κατάληξη πέντε εξ αυτών από τις αρχές Ιουνίου, δεν είναι απλώς ένα ασυνήθιστο φαινόμενο που χαρακτηρίζει το φετινό καλοκαίρι κατά αποκλειστικότητα. Παρά τον –πράγματι, πρωτοφανή– αριθμό θανάτων σε μικρό χρονικό διάστημα, τουρίστες χάνουν τη ζωή τους κάθε χρόνο, κατά τη διάρκεια φαινομενικά απλών δραστηριοτήτων της υπαίθρου.
«Δεν έχουμε γνώση των ιδιαίτερων συνθηκών για καθένα από τα περιστατικά, ώστε να είμαστε σε θέση να βγάλουμε ένα γενικό συμπέρασμα», διευκρινίζει στην «Κ», ο εκδότης του περιοδικού «Ανεβαίνοντας» και πολύπειρος πεζοπόρος και ορειβάτης, Μίλτος Ζέρβας. Παρατηρεί, ωστόσο, ότι όλα τα περιστατικά έλαβαν χώρα σε νησιά, όπου τα τελευταία χρόνια δίνεται έμφαση σε πεζοπορικές δραστηριότητες, χωρίς, όμως, να υπάρχει αντίστοιχα και επαρκής ενημέρωση για τους ενδεχόμενους κινδύνους της.
«Πιθανώς καλούμε ανθρώπους να περπατήσουν σε μονοπάτια, χωρίς ενημέρωση»
«Προσφάτως σε πολλά νησιά, όπως στη Σίφνο, στα Κύθηρα, στην Κάρπαθο, στην Κρήτη, αναπτύχθηκαν δίκτυα μονοπατιών, όχι γιατί κατ’ ανάγκη υπάρχουν πεζοπόροι εκεί, αλλά για τουριστικούς λόγους, για την επιμήκυνση της τουριστικής περιόδου. Πιθανώς, όμως, καλούμε ανθρώπους να περιπατήσουν σε μονοπάτια, χωρίς να τους έχουμε ενημερώσει προηγουμένως για τις δυσκολίες που θα συναντήσουν ή να τους προειδοποιούμε να τα αποφύγουν τους θερινούς μήνες», λέει ο ίδιος και προσθέτει: «Πέρσι και πρόπερσι πέθαναν τουρίστες στο μονοπάτι Ε4 στη νότια Κρήτη, το οποίο έχω κι εγώ περπατήσει, που είμαι προπονημένος και καλός γνώστης. Και ενώ πήγαμε αρχές Μαΐου με έναν φίλο μου, βρεθήκαμε και οι ίδιοι να αναρωτιόμαστε “πώς θα ανεβούμε αυτή την ανηφόρα μέσα στη ζέστη”. Η ζέστη καταπονεί χωρίς να το καταλάβεις. Και κάποια στιγμή έρχεσαι σε αδιέξοδο, από άποψη φυσικής κατάστασης».
Δεν είναι τυχαίο ότι τα περιστατικά αυτά αφορούν αποκλειστικά ξένους επισκέπτες. «Ο ντόπιος μέσα στο μεσημέρι δεν θα πάει πουθενά. Μεταξύ 14.00 και 17.00 δεν κυκλοφορεί μύγα», παρατηρεί ο Μίλτος Ζέρβας. «Οι άνθρωποι έχουν αναπτύξει έναν κώδικα συμπεριφοράς σε σχέση με το φυσικό περιβάλλον που ένας επισκέπτης, αν δεν του το επισημάνουν, μπορεί να αψηφήσει. Καθένας μπορεί να την πατήσει πολύ εύκολα».
«Η πεζοπορία το καλοκαίρι σε νησί, όπου είσαι εκτεθειμένος στον ήλιο, απαιτεί συγκεκριμένες προδιαγραφές», τονίζει στην «Κ» και ο Λευτέρης Τρικιώτης, συνοδός βουνού και μέλος της επιτροπής μονοπατιών της Περιφέρειας βορείου Αιγαίου. «Σωστά παπούτσια, σωστή διατροφή, να πας ενυδατωμένος, να έχεις μαζί ηλεκτρολύτες ειδικά αν είσαι κάποιας ηλικίας, να ενημερώσεις το ξενοδοχείο, να έχεις ανοιχτό το GPS. Επειδή δε μπορούμε να περιμένουμε από τους επισκέπτες μας να είναι συνειδητοί πεζοπόροι, χρειάζεται να αποκτήσουμε μια φόρμουλα επικοινωνίας. Να έχουμε, για παράδειγμα, σημεία ενημέρωσης και πληροφοριών (info points) σε όλα τα νησιά. Για οποιαδήποτε δραστηριότητα», λέει.
Υπάρχει η ευθύνη του επισκέπτη και η ευθύνη του προορισμού, συνοψίζει ο Λευτέρης Τρικιώτης. «Στην Ελλάδα πουλάμε ακόμα “sea, sex & sun”, αλλά είναι άλλο η βόλτα στην παραλία, άλλο η δραστηριότητα της υπαίθρου. Η Ελλάδα είναι κατά βάση ορεινή χώρα, με μεγάλη αναλογία ορεινού αναγλύφου. Αυτό όμως δεν το λέμε στους ξένους και νομίζουν ότι τα νησιά είναι παιδικές χαρές. Τα νησιά, όμως είναι βουνά: μπορεί να μην έχουν υψόμετρο αλλά έχουμε δύσκολα terrains και το καλοκαίρι έχουμε καιρικές συνθήκες υψηλής καταπόνησης. Οποιος ξεκινάει να κάνει μια δραστηριότητα με ελλιπή ενημέρωση, έχει κάνει το πρώτο μεγάλο φάουλ», λέει ο ίδιος.
Στις καλές πρακτικές που πρέπει να προηγηθούν της πεζοπορίας, ο έμπειρος συνοδός βουνού συγκαταλέγει την ενημέρωση του επισκέπτη από τον ορειβατικό/πεζοπορικό σύλλογο της περιοχής ή κάποιον επαγγελματία, σίγουρα όχι «από την κυρία, που του νοικιάζει δωμάτιο στην ταράτσα της», όπως λέει χαρακτηριστικά. «Δεν μπορεί να δίνει τέτοιες πληροφορίες ο ιδιοκτήτης ενός καταλύματος. Ολοι παρέχουν πληροφορίες για τα πάντα χωρίς συναίσθηση της ευθύνης τους. Σε μια χώρα που πολλοί δουλεύουμε στον τουρισμό, η τουριστική μας εκπαίδευση είναι μηδενική», τονίζει ο Λευτέρης Τρικιώτης.
Το φιλόξενο ελληνικό καλοκαίρι φαίνεται να κρύβει απρόσμενες παγίδες. Οι γνωρίζοντες επιμένουν ότι δεν λείπουν οι έμπειροι επαγγελματίες, αλλά μια κεντρική στρατηγική ενημέρωσης. Παράλληλα, οι έμπειροι πεζοπόροι με τους οποίους συνομίλησε η «Κ» υπογραμμίζουν το καλό επίπεδο των πεζοπορικών δικτύων. Ομως ο μέσος επισκέπτης δεν έχει πεζοπορική αντίληψη –ούτε και υποχρεούται να έχει. «Αν δεν έχουν κάπου να απευθυνθούν, να τους πούνε “εσύ είσαι αρχάριος, μπορείς να περπατήσεις μόνο αυτές τις ώρες και από τις 15 διαθέσιμες διαδρομές μπορείς να ακολουθήσεις μόνο τις δύο ή ότι θα χρειαστεί να πάρεις μαζί έναν τοπικό συνοδό”, οι άνθρωποι θα συνεχίσουν να ρίχνουν ζαριές. Και όσο πιο πολλές εκατοντάδες ζαριές ρίξουμε, στατιστικά θα έχουμε και περισσότερα ατυχήματα», καταλήγει ο κ. Τρικιώτης.
«Τα συνεργεία διάσωσης μάς έλεγαν πως η ζέστη δεν αντέχεται»
Της Δήμητρας Τριανταφύλλου | kathimerini.gr
Η εκπρόσωπος Τύπου της ΕΛ.ΑΣ, Κωνσταντία Δημογλίδου, τονίζει πως καταλυτικός παράγοντας στις εξαφανίσεις τουριστών που είχαν τραγική κατάληξη στις αρχές του Ιουνίου, ήταν ο ακραίος και πρωτοφανής για τον μήνα καύσωνας που έπληξε τη χώρα μας.
«Οι αστυνομικοί που συμμετείχαν στην αναζήτηση του Μάικλ Μόσλεϊ στη Σύμη είχαν την αίσθηση πως τα πέλματά τους “καίγονταν” κατά τη διάρκεια της επιχείρησης. Μας περιέγραφαν μια ακραία ζέστη που κάνει αδύνατη την πεζοπορία. Ειδικά πάνω σε αυτά τα βραχώδη, γυμνά τοπία η κατάσταση γίνεται αφόρητη», λέει χαρακτηριστικά, σημειώνοντας πως το φαινόμενο της εξαφάνισης τουριστών που επισκέπτονται τη χώρα μας, έχει πάρει διαστάσεις τα τελευταία χρόνια.
Η κ. Δημογλίδου συμπληρώνει πως εκτός από την ακραία ζέστη, τα τραγικά αυτά γεγονότα οφείλονται σε έναν συνδυασμό παραγόντων. «Οι περισσότεροι αγνοούμενοι ήταν ηλικίας άνω των 60 ετών. Οι πεζoπόροι συχνά ξεκινούν δύσκολες αναβάσεις με ελάχιστο εξοπλισμό, κάποιοι χωρίς κινητό τηλέφωνο ή επαρκή ποσότητα νερού. Επίσης, τις περισσότερες φορές πεζοπορούν χωρίς συνοδό», συμπληρώνει. Μάλιστα τονίζει πως μπροστά στη δίψα τους για εξερεύνηση, πολλοί κινούνται εκτός των χαρτογραφημένων μονοπατιών, κάτι που όπως φαίνεται συνέβη και με τον έμπειρο πεζοπόρο στην Αμοργό.
«Συχνά διαπιστώνουμε ότι υπερεκτιμούν τις δυνάμεις τους ή υποτιμούν τους κινδύνους. Η ορειβασία και η πεζοπορία είναι βασικό στοιχείο της κουλτούρας πολλών Ευρωπαίων, όμως το δικό μας τοπίο δεν είναι το ίδιο με αυτό που ενδεχομένως έχουν εξασκηθεί».
Από την πλευρά του, ο δήμαρχος Δυτικής Σάμου, Θεμιστοκλής Παπαθεοφάνους, αναφέρει ότι «ο Ολλανδός που έχασε τη ζωή του στο νησί μας, βγήκε για πεζοπορία το μεσημέρι, μια εντελώς ακατάλληλη ώρα. Εισήλθε σε μια ρεματιά, την οποία είναι πολύ δύσκολο να ανέβεις».
Ο δήμαρχος της Σίκινου, Βασίλης Μαράκης αναφερόμενος στις δύο Γαλλίδες ηλικίας 64 και 73 ετών που παραμένουν αγνοούμενες, σημειώνει πως «ψάχνουμε από την περασμένη Παρασκευή. Ξεκίνησαν με 40 βαθμούς Κελσίου να περπατήσουν εκτός μονοπατιών, σε δύσβατες περιοχές. Μιλάμε για μια τεράστια επιχείρηση εντοπισμού: με drones της Πυροσβεστικής Ρόδου, drones ιδιωτών, σκάφη του λιμενικού, σκάφη ιδιωτών, με εμένα και όλους τους αντιδήμαρχους στο πόδι».
Τι γίνεται με τη σήμανση;
Ο Γιάννης Αλεξόπουλος, συνοδός βουνού, μέλος της εθελοντικής ομάδας ΕΠΟΜΕΑ (Επίλεκτη Ομάδα Ειδικών Αποστολών) στα Γεράνεια Ορη και στο Αλεποχώρι, πεζοπορεί πολλά χρόνια και πέρυσι συμμετείχε στην επιχείρηση ανεύρεσης ενός 48χρονου Γερμανού τουρίστα, τα ίχνη του οποίου είχαν χαθεί στη συγκεκριμένη περιοχή. Τελικά βρέθηκε νεκρός σε μια από τις «μυστικές» παραλίες στο Πόρτο Γερμενό.
Στο μονοπάτι που είχε ακολουθήσει ή σήμανση ήταν ικανοποιητική, όμως ήταν πολλά τα απόκρημνα σημεία. Οπως επισημαίνει ο κ. Αλεξόπουλος «μπορεί ένας τουρίστας να επιλέξει ένα από τα χιλιάδες χαρτογραφημένα μονοπάτια, το οποίο όμως τα τελευταία δύο χρόνια δεν έχει καθαριστεί. Ετσι, είναι εύκολο να βγει από την πορεία του και να ακολουθήσει μια γιδόστρατα, να χάσει τον προσανατολισμό του. Επίσης οι τουρίστες δεν είναι συνηθισμένοι στην ελληνική ζέστη. Πολλές φορές δεν τηρούν τα στοιχειώδη – μακρυμάνικα ρούχα, καπέλο, αντηλιακό και νερό». Σύμφωνα με τον κ. Αλεξόπουλο κατά τη διάρκεια του χειμώνα, μονοπάτια κλείνουν επειδή πέφτουν δέντρα ή έχουν μεγαλώσει οι φυλλωσιές. Σήματα επίσης «ξηλώνονται» ή τα χρώματα στις πινακίδες ξεθωριάζουν και δεν είναι ευδιάκριτες. Υπό φυσιολογικές συνθήκες τα μονοπάτια πρέπει να ελέγχονται και να καθαρίζονται κάθε χρόνο, κάτι που δεν γίνεται πάντα.
Ο έμπειρος πεζοπόρος προσθέτει πως ακόμα κι αν οι τουρίστες έχουν μεγάλο μερίδιο ευθύνης, η Πολιτεία θα έπρεπε να τους προφυλάσσει. «Για παράδειγμα όπως έχουμε τοποθετήσει πινακίδες με την επισήμανση “δεν πετάμε σκουπίδια στην παραλία” να τοποθετηθούν αντίστοιχες στις οποίες θα αναγράφεται η φράση “δεν πεζοπορούμε με καύσωνα σε αυτά τα μονοπάτια”. Χρειάζεται διάχυση αυτής της πληροφορίας», λέει ο κ. Αλεξόπουλος.
kathimerini.gr