Χωρίς δασικούς υπαλλήλους δεν θα επιβιώσουν τα δάση (πηγή: inside story) 

Τι και αν όλα δείχνουν ότι βαδίζουμε προς μια εποχή που όλο και περισσότερες πυρκαγιές θα καίνε τα δάση μας

Αντιπυρική περίοδος: Συναγερμός για τις βραδυφλεγείς βόμβες στα δάση 

Οι άκρως υποστελεχωμένες δασικές υπηρεσίες φαίνεται να μην είναι ακόμα προτεραιότητα για την κυβέρνηση, παρά τη νευραλγική τους σημασία για την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος στη χώρα μας.

Οι θέσεις που προκηρύχθηκαν το 2022, μετά από δεκαετίες χωρίς προσλήψεις, μοιάζουν σαν ένα βήμα προς την σωστή κατεύθυνση, όμως είναι ελάχιστες – και στις ήδη αποδεκατισμένες υπηρεσίες δεν φαίνεται ότι θα κάνουν μεγάλη διαφορά.

«Δουλεύουμε με το μισό προσωπικό από αυτό που χρειαζόμαστε»

«Αν δεν πάρουν μόνιμο προσωπικό στις δασικές υπηρεσίες, δεν θα έχουμε σε ποιον να δώσουμε τα κλειδιά φεύγοντας. Εγώ είμαι στα πρόθυρα να φύγω, έχω κουραστεί από αυτή τη δουλειά» μου λέει ένας δασάρχης που, αν και είναι σε ηλικία συνταξιοδότησης, δεν αποχωρεί γιατί ξέρει ότι δεν υπάρχει κανένας να τον διαδεχθεί. Παρόμοιους προβληματισμούς ακούω από πολλές δασικές υπηρεσίες σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας. Το μεγαλύτερο πρόβλημα υποστελέχωσης, μου λένε, εντοπίζεται στη Νότια Ελλάδα και δη στην Πελοπόννησο· εκεί μάλιστα υπάρχει το επιπλέον πρόβλημα ότι τα δάση δεν είναι παραγωγικά και επί δεκαετίες έχουν αφεθεί να συσσωρεύουν καύσιμη ύλη, κάτι που τα θέτει σε μεγαλύτερο κίνδυνο. Ενδεικτική είναι και η εικόνα της Κρήτης, όπου υπάρχουν μόλις επτά δασολόγοι για τέσσερις διαφορετικούς νομούς – δηλαδή τουλάχιστον σε έναν νομό υπάρχει μόλις ένας δασολόγος.

Οι τελευταίες μαζικές προσλήψεις για τις δασικές υπηρεσίες έγιναν το 2001. Μέσα στα επόμενα χρόνια, τα μνημόνια και οι συνταξιοδοτήσεις οδήγησαν σταδιακά στη συρρίκνωση του αριθμού των εργαζομένων. Ήδη από το 2014 οι δασικές υπηρεσίες δούλευαν με πολύ λιγότερο προσωπικό από όσο απαιτούνταν, όπως φαίνεται από πόρισμα ομάδας εργασίας

Πόρισμα ομάδας εργασίας για την αξιολόγηση των δομών και την αναδιάρθρωση των δασικών υπηρεσιών των αποκεντρωμένων διοικήσεων της χώρας που τις αξιολόγησε. Εκείνη την εποχή, ο ελάχιστος αριθμός δασικών υπαλλήλων που προτεινόταν από το πόρισμα για την εύρυθμη λειτουργία των υπηρεσιών ήταν 3.756 άτομα, από τους οποίους 926 θα ήταν Δασολόγοι και 660 Δασοπόνοι. Σήμερα υπηρετούν 520 Δασολόγοι και 380 Δασοπόνοι, σχεδόν οι μισοί από όσους προτείνει αυτό το «ξεπερασμένο», για κάποιους, πόρισμα. Κι αν το σκεφτούμε πράγματι είναι κάτι παραπάνω από ξεπερασμένο, αφού οι απαιτήσεις δέκα χρόνια μετά, με την κλιματική κρίση, είναι πολύ μεγαλύτερες. Όσον αφορά τους δασοφύλακες, όπως σημειώνει ο Νίκος Μπόκαρης, δασολόγος-περιβαλλοντολόγος, πρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Δασολόγων Δημοσίων Υπαλλήλων, «αν το 2011 δεν είχαμε ενσωματώσει το προσωπικό της αγροφυλακής, σήμερα δεν θα υπήρχε καν δασοφυλακή».

Όλο το άρθρο μπορείτε να το δείτε στη διεύθυνση:

https://insidestory.gr/article/horis-geri-dasiki-ypiresia-den-tha-epibiosoyn-ta-dasi?token=FxJdZ3utno 

Η περιπέτεια των Εγκυκλίων… (Σοφία Παυλάκη από το “δασαρχείο”)

Σοφία Ε. Παυλάκη,
Δικηγόρος, M.Sc.

 

Εδώ και αρκετές ημέρες παρακολουθούμε το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, δια των αρμοδίων οργάνων του, να δίνει συνεχείς παρατάσεις στις προθεσμίες του Κανονισμού πυροπροστασίας ακινήτων και άλλες πολλές και λεπτομερείς σχετικές οδηγίες με εγκυκλίους του. Αναρωτιέται κανείς, αν έχουν ποτέ ενημερωθεί οι αρμόδιες υπηρεσίες ότι είναι σαν να μη δίνονται οι οδηγίες και οι παρατάσεις αυτές και πως τίποτα απολύτως από το περιεχόμενο των εν λόγω εγκυκλίων δεν δύναται να ισχύσει δεσμευτικά για το σύνολο της επικράτειας με νομικά κριτήρια.

Σύμφωνα με τη θεωρία του δημοσίου δικαίου και την πάγια νομολογία των δικαστηρίων μας, οι εγκύκλιοι αποτελούν εσωτερικά έγγραφα της δημόσιας διοίκησης με καθαρά πληροφοριακό – ρυθμιστικό χαρακτήρα για τις υπηρεσίες της και μόνο. Ο πολίτης δεν είναι υποχρεωμένος ούτε δύναται να γνωρίζει το περιεχόμενο των εγκυκλίων, αφού δεν δημοσιεύονται στο ΦΕΚ, επομένως στερούνται της νόμιμης, αναγκαίας δημοσιότητας που έχουν οι νόμοι, τα προεδρικά διατάγματα, οι υπουργικές αποφάσεις και κάθε άλλη, κανονιστική ή ατομική, πράξη της διοικήσεως, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις. Για τον λόγο αυτό και η υπηρεσία που εκδίδει την εγκύκλιο δεν δικαιούται να την επικαλεστεί σε βάρος του πολίτη, γιατί δεν γεννά ούτε υποχρεώσεις ούτε δικαιώματά του.

Οι εγκύκλιοι της διοικήσεως στερούνται εκτελεστότητας, αφού η ρύθμιση την οποία θεσπίζουν δεν είναι υποχρεωτική από την έκδοσή τους χωρίς άλλη διατύπωση, ούτε θέτουν μονομερώς κανόνες δικαίου που αφορούν τους διοικουμένους, λόγω του ότι δεν ενσωματώνουν άσκηση δημόσιας εξουσίας απευθυντέα προς το κοινωνικό σύνολο. Για τους λόγους αυτούς οι εγκύκλιοι δεν δύνανται ούτε να προσβληθούν παραδεκτώς με αίτηση ακυρώσεως, όπως οι κανονιστικές και ατομικές διοικητικές πράξεις που έχουν όλα τα γνωρίσματα των διοικητικών πράξεων, ήτοι τόσο το τεκμήριο της νομιμότητας (μέχρι την τυχόν προσβολή και ακύρωση ή ανάκλησή τους) όσο και την εκτελεστότητα.

Με άλλα λόγια, οι εγκύκλιοι δεν συνιστούν, κατά το δίκαιο, εκτελεστές διοικητικές πράξεις, αλλ’ απλά πληροφοριακά, εσωτερικά έγγραφα της διοικήσεως, αφού στερούνται του αναγκαίου στοιχείου της εκτελεστότητας των διοικητικών πράξεων και δεν εμπεριέχουν νομικώς δεσμευτικό καθορισμό συμπεριφοράς που επιφέρει κάποια άμεση μεταβολή στον εξωτερικό, νομικό κόσμο. Κατ’ εξαίρεση και μόνον δέχεται το δίκαιο ότι μπορεί μία εγκύκλιος να έχει εκτελεστό χαρακτήρα και να προσβληθεί ακυρωτικά, αν με αυτήν καθορίζονται υποχρεώσεις ή αναγνωρίζονται δικαιώματα στους διοικουμένους, μόνον εφόσον όμως, στην περίπτωση αυτή, η εγκύκλιος έχει δημοσιευθεί και στο ΦΕΚ, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία.

Είναι επομένως απαράδεκτη και μη δεσμευτική για τους διοικουμένους, στο πλαίσιο της εφαρμογής του Κανονισμού πυροπροστασίας ακινήτων, η επιβολή σε αυτούς, με εγκυκλίους της διοικήσεως που δεν δημοσιεύονται καν στο ΦΕΚ, υποχρεώσεων και περιορισμών σε βάρος της συνταγματικά κατοχυρωμένης ιδιοκτησίας τους και ο καθορισμός συνεχών παρατάσεων στα προβλεπόμενα δυσβάστακτα και μη εφαρμόσιμα μέτρα που τους αφορούν και μάλιστα με την απειλή κυρώσεων.

Πρόκειται για ακόμα ένα εξωθεσμικό παράδοξο από τα πολλά με τα οποία το ΥΠΕΝ, ολοένα και συχνότερα, ασκεί τις εξουσίες του τελευταία, που συνιστά ευθεία προσβολή των συνταγματικά κατοχυρωμένων αρχών της νομιμότητας και του κράτους δικαίου, και το οποίο πιστώνεται -και αυτό- στα «έργα και στις ημέρες» της παρούσας πολιτικής ηγεσίας του.

Πηγές:

– ΥΠΕΝ/ΔΑΟΚΑ/42966/1311/19.4.2024 (ΑΔΑ: ΡΦΛΡ4653Π8-ΜΤΒ) Εγκύκλιος – «Εφαρμογή του Κανονισμού Πυροπροστασίας Ακινήτων εντός ή πλησίον δασικών εκτάσεων»

– Εγκύκλιος ΥΠΕΝ/ΔΑΟΚΑ/28909/848/15.3.2024 (ΑΔΑ: ΡΛ2Π4653Π8-ΚΣΡ) «Εφαρμογή του Κανονισμού Πυροπροστασίας Ακινήτων εντός και πλησίον δασικών εκτάσεων»

– «Νέα εγκύκλιος για την εφαρμογή του Κανονισμού Πυροπροστασίας Ακινήτων εντός ή πλησίον δασικών εκτάσεων», https://dasarxeio.com/2024/04/19/135496/

– Επαμεινώνδας Σπηλιωτόπουλος, «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου», τόμ. Ι, 5η έκδοση, εκδ. Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα – Κομοτηνή 1991.

– Μιχαήλ Στασινόπουλος, «Δίκαιον των διοικητικών πράξεων», Αθήναι 1957, ανατύπωσις, 1982.

– Δημήτριος Τσάτσος, «Συνταγματικό Δίκαιο», τόμ. δεύτερος, «Οργάνωση και Λειτουργία της Πολιτείας», εκδ. Αντ. Ν. Σάκκουλας, 1993.

– Πρόδρομος Δαγτόγλου, «Γενικό Διοικητικό Δίκαιο», 3η έκδοση, εκδ. Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα – Κομοτηνή 1992.

– Πρόδρομος Δαγτόγλου, «Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο», 2η έκδοση, εκδ. Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα – Κομοτηνή 1994.

– Προκόπιος Παυλόπουλος, «Διοικητικό δίκαιο» (συλλογικό έργο), εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα 2010.

– Δημήτριος Τομαράς, «Η κανονιστική διοικητική πράξη», Αθήνα 2006.

– Ευγενία Πρεβεδούρου, «Έννοια και διακρίσεις της διοικητικής πράξης (Γενικό Διοικητικό Δίκαιο)», https://www.prevedourou.gr/

Γιατί καιγόμαστε κάθε χρόνο (Γράφει ο Νίκος Μπόκαρης)

Εκτιμούμε ότι το ερώτημα «γιατί καιγόμαστε κάθε χρόνο» πρέπει να έχει περάσει αυτές τις ημέρες από τη σκέψη όλων των πολιτών.

Ασφαλώς και οι απαντήσεις που δίνει ο καθένας μας ποικίλουν ανάλογα με το πόσο επηρεάζει την καθημερινή μας ζωή το πρόβλημα των πυρκαγιών και ανάλογα  με τη γνώση ή την ενημέρωση που έχουμε για το θέμα των πυρκαγιών  μιας και πλέον η κάθε λογής πληροφορία διακινείται άμεσα στο διαδίκτυο και κυριολεκτικά μας κατακλύζει,  αλλά και τη βιωματική (πραγματική) σχέση που έχουν οι πολίτες με την ύπαιθρο χώρα και τις ασκούμενες,  αγροτικές, κτηνοτροφικές, δασικές ή μελισσοκομικές δραστηριότητες.

Συνεπώς για να απαντηθεί το ερώτημα θα πρέπει να γνωρίζουμε για την κατάσταση στην οποία βρίσκεται η ύπαιθρος χώρα από πλευράς καυσίμου ύλης.

Ως καύσιμο ύλη ασφαλώς δεν εννοούμε μόνο τα δασικά οικοσυστήματα (παραγωγικά διαχειριζόμενα δάση και τις προστατευόμενες περιοχές) αλλά και τις γεωργικές εκτάσεις (δενδροκομικές καλλιέργειες κλπ), τις χέρσες εκτάσεις που καλύπτονται από ξερά χόρτα, τις παλιές «καψάλες», δηλαδή τις περιοχές που είχαν καεί τα προηγούμενα έτη αλλά και την κατάσταση που επικρατεί μέσα στις οικιστικές περιοχές (εντός ή εκτός σχεδίου δόμησης) που δυστυχώς τα περισσότερα οικόπεδα είναι ακαθάριστα και λειτουργούν ως χώροι απόθεσης κάθε λογής εύφλεκτου απορρίμματος.

Η αναφορά των παραπάνω ενδεικτικών περιπτώσεων επικίνδυνων χώρων δεν είναι τυχαία. Από τους χώρους αυτούς ξεκινούν οι πυρκαγιές υπαίθρου, είτε από αμέλεια των πολιτών, είτε από αστοχία στις αγροτοδασικές εργασίες, είτε από πρόθεση και καταλήγουν  (ανεξάρτητα από την αιτία που προκάλεσε την πυρκαγιά) να κατακαίνε σημαντικά δασικά οικοσυστήματα και περιουσίες και να απειλούν την ανθρώπινη ζωή..

Όταν δε η έναρξη μιας πυρκαγιάς σε αυτόν τον συνδεόμενο λειτουργικά χώρο της ελληνικής υπαίθρου συνδυάζεται με υψηλή ένταση ανέμου ή παρατεταμένες υψηλές θερμοκρασίες, το προηγούμενο της πυρκαγιάς χρονικό διάστημα, (όπως στην περίπτωση των πυρκαγιών του φετινού καλοκαιριού), τότε το πρόβλημα των πυρκαγιών υπαίθρου γιγαντώνεται και φτάνουμε στη σημερινή κατάσταση που οι πυρκαγιές διασπώνται σε πολλά μέτωπα αποκτούν τεράστιο  θερμαντικό φορτίο (ένταση πυρκαγιάς) και παίρνουν μεγάλες διαστάσεις,  προκαλώντας τεράστιες απώλειες στα φυσικά χερσαία οικοσυστήματα και στις περιουσίες πολιτών.

Ασφαλώς πρέπει να σημειωθεί ότι  η αντιμετώπιση των πυρκαγιών σε ένα τόσο εύφλεκτο – δυσμενές  περιβάλλον είναι πολύ δύσκολη και απαιτεί ιδιαίτερη οργάνωση σε επίπεδο διασποράς των χερσαίων δυνάμεων πριν την πυρκαγιά, γνώση του φυσικού υποβάθρου και των πυρολογικών συνθηκών, τη δυνατότητα πρόβλεψης του επιχειρησιακού κινδύνου και την άμεση επέμβαση πριν η πυρκαγιά πάρει διαστάσεις (για την ασφάλεια των πληρωμάτων και την αποτελεσματική τους δράση)

Τέλος πρέπει να τονιστεί η σημασία των χερσαίων πυροσβεστικών δυνάμεων για την αντιμετώπιση αυτών των περιστατικών  δασικών πυρκαγιών δεδομένου ότι τα εναέρια μέσα (CL 215 & 415)  έχουν ανυπέρβλητους περιορισμούς, είτε λόγω των υψηλών θερμοκρασιών του αέρα, είτε λόγω της έντασης του ανέμου και του υψηλού κυματισμού, που εμποδίζει την υδροληψία και τελικά καθίστανται επιχειρησιακά ανενεργά (κάτι που  συνέβη και εφέτος).

Συνεπώς η απάντηση στο ερώτημα «γιατί καιγόμαστε κάθε χρόνο» θα πρέπει να συνδεθεί επιχειρησιακά με τα  προαναφερόμενα δεδομένα πεδίου (κατάσταση βλάστησης, καιρικές συνθήκες και  επιχειρησιακή οργάνωση του μηχανισμού πυροπροστασίας) πάνω στα οποία θα πρέπει να εργάζονται συστηματικά όλοι οι εμπλεκόμενοι φορείς ώστε να μειώνεται ο κίνδυνος έναρξης πυρκαγιάς (με παρεμβάσεις σε επίπεδο πρόληψης και επίπεδο προκαταστολής – εκτέλεσης των απαραίτητων έργων) και βεβαίως να εξασφαλίζεται η άμεση επέμβαση των πυροσβεστικών δυνάμεων στα φυσικά χερσαία οικοσυστήματα (που σημαίνει ότι πρέπει να υπάρχουν εκτεταμένες διασπορές τους μέσα στα δάση).

Φυσικά η απάντηση στο ερώτημα πρέπει να συμπεριλάβει και τον σημερινό τρόπο επιχειρησιακής δράσης των εναερίων και χερσαίων δυνάμεων δασοπυρόσβεσης. Είναι γνωστό ότι τα εναέρια μέσα δεν σβήνουν από μόνα τους τις φωτιές αλλά πως απαιτείται παράλληλα με τα Α/φη ή τα ελικόπτερα να επιχειρούν, συνεργικά, χερσαίες δυνάμεις για το τελικό σβήσιμο και την διασφάλιση της περιμέτρου της πυρκαγιάς. Αν αυτό δεν γίνει θα βρισκόμαστε στη δεινή κατάσταση να αντιμετωπίζουμε (όπως γίνεται και σήμερα) συχνές «αναζωπυρώσεις» μέσα σε εισαγωγικά και να κατασπαταλάμε ανθρώπινους και οικονομικούς πόρους χωρίς το επιθυμητό αποτέλεσμα.

Με βάση τα προαναφερόμενα είναι νομοτελειακή η δυσμενής κατάληξη των περισσότερων δασικών πυρκαγιών που εκδηλώνονται στη χώρα μας γιατί συνήθως κάποια ή κάποιες από τις συνθήκες που προαναφέρθηκαν συμβάλλει ώστε να προκληθεί  «επιχειρησιακό χάος» επηρεάζοντας με τον τρόπο αυτό την αποτελεσματικότητα του πυροσβεστικού μηχανισμού και την εξέλιξη μιας πυρκαγιάς. Το πρόβλημα επιτείνεται ιδίως όταν εκδηλώνονται παράλληλα πολλές δασικές πυρκαγιές οπότε διασπώνται και οι διαθέσιμες δυνάμεις (που πολλές φορές επιχειρούν σε άγνωστες για τα πληρώματα περιοχές) και όταν οι πυρκαγιές υπαίθρου απειλούν κατοικημένες περιοχές (που συνήθως αυτό γίνεται),  οπότε σε αυτές  επικεντρώνεται κατά κύριο λόγο η δράση των εναέριων και επίγειων μέσων δασοπυρόσβεσης .

Αρκεί δε να εξετάσουμε μια προς μία τις πυρκαγιές που έλαβαν διαστάσεις από τον ακριτικό Έβρο και τη Ροδόπη μέχρι τη Βοιωτία, τη Ρόδο και την Αττική για να κατανοήσουμε τη σημερινή επιχειρησιακή αδυναμία του συστήματος δασοπυρόσβεσης.

Ως λύση στο πρόβλημα αυτό είναι να ξεκινήσει σε πολιτικό επίπεδο η συζήτηση και να ληφθούν οι απαραίτητες αποφάσεις που ελπίζουμε να στηριχτούν διακομματικά και θα αφορούν στην ανασυγκρότηση της Δασικής Υπηρεσίας..

Η Δασική Υπηρεσία πρέπει να επανασυνδεθεί με το αντικείμενο που διαχειρίζεται και για το σκοπό αυτό πρέπει να ενισχυθεί  με το απαραίτητο προσωπικό (3.000-4.000 άτομα διαφόρων ειδικοτήτων), τα οποία  μπορεί να προκύψουν και από μετατάξεις ή νέες κατ εξαίρεση προσλήψεις, να προμηθευτεί τον αναγκαίο εξοπλισμό και μέσα με αξιοποίηση  του προγράμματος «Αιγίς» και να λειτουργήσει με ένα νέο θεσμικό πλαίσιο για την  προστασία των δασών από τις πυρκαγιές (αλλαγή του ν.2612/1998).

Αυτές είναι αναγκαίες ενέργειες ώστε να μπορεί να αναπτύξει στο χώρο ευθύνης της το δικό της μηχανισμό δασοπροστασίας, να επανδρώσει πυροφυλάκια, να οργανώνει περιπολίες, να οργανώσει επίσημα εθελοντικές ομάδες δασοπροστασίας υπό την εποπτεία της και να συντάσσει επιχειρησιακά σχέδια δράσης (δασικές μελέτες) που θα εφαρμόζονται σε επίπεδο πολιτικής προστασίας από όλους και τέλος να  εκσυγχρονίσει το σημερινό σύστημα διαχείρισης των δασών με στόχο τη μείωση της καυσίμου ύλης από τα δασικά οικοσυστήματα,  στο οποίο θα συμπεριλαμβάνονται όλα τα δάση της χώρας μας  και όχι μόνο τα παραγωγικά δάση της Βορείου Ελλάδας.

 

Νίκος Μπόκαρης,
Πρόεδρος Πανελλήνιας Ένωσης Δασολόγων Δημ.Υπαλλήλων
Μέλος Δ.Σ ΓΕΩΤ.Ε.Ε.

 

«Πώς έζησα από κοντά για δεκαπέντε ημέρες την καταστροφική πυρκαγιά ως Δ/ντης Δασών Έβρου» (πηγή “δασαρχείο”)

(κάποιες σκέψεις ενός ανθρώπου που έζησε, για δεκαπέντε μέρες, από πολύ κοντά την καταστροφή)

Γράφει ο Πέτρος Κ. Ανθόπουλος
Προϊστάμενος Διεύθυνσης Δασών Έβρου

Δημοσιεύτηκε στον ιστότοπο ethnos.gr (10 Σεπτεμβρίου 2023)

Τα ερωτήματα πολλά. Δύσκολο να απαντηθούν με νηφαλιότητα και αντικειμενικότητα. Το μέγεθος της καταστροφής δεν είναι εύκολα κατανοητό. Τι έφταιξε, τι έπρεπε να γίνει, τι ήταν ανθρωπίνως δυνατό να γίνει, τι δεν έγινε και τι θα γίνει από εδώ και στο εξής; Ποιο είναι το μέλλον μας, η ποιότητα της ζωής μας, οι πνεύμονες της περιοχής μας; Το σίγουρο, πάντως, είναι ότι η φύση θα επουλώσει τις πληγές της, εάν αφεθεί να αυτορρυθμιστεί.

Παλεύοντας επί δεκαπέντε ημέρες με το θηρίο τα συναισθήματα ανάμικτα και πολυποίκιλα. Φόβος αγωνία, εκνευρισμός, απελπισία αλλά και αισιοδοξία, συγκίνηση, ελπίδα. Διέκρινες ανθρωπιά και αυταπάρνηση αλλά δυστυχώς και αδιαφορία.

Δέντρα κατακαμένα, μισοκαμένα, αλλά και κάποια άθικτα από την μανία της φωτιάς.

Άγρια ζώα σε απόγνωση, να τρέχουν να σωθούν ψάχνοντας ασφαλές καταφύγιο, και άλλα που δεν τα κατάφεραν και κείτονταν νεκρά.

Άνθρωποι που έψαχναν την γη της επαγγελίας καμένοι. Άλλοι, που γλύτωσαν από την πυρκαγιά, να κοιτούν τριγύρω με τρόμο και απόγνωση  και ορισμένοι να σωριάζονται στα αποκαϊδια και να θρηνούν για τους δικούς τους που δεν τα κατάφεραν (νεαρός άνδρας έκλαιγε με λυγμούς για την καμένη σύντροφό του). Πόνος και οδυρμός.

Αποκαμωμένοι πυροσβέστες (ΕΜΟΔΕ) μετά την ολονύχτια μάχη να κοιμούνται μέσα στις καμένες εκτάσεις. Κάποιοι από αυτούς μέσα στην πύρινη κόλαση και τον χαλασμό, αποδεικνύοντας ότι υπάρχει ακόμη ανθρωπιά και αλληλεγγύη, διακινδυνεύοντας την ζωή τους, βοηθούν μετανάστες να σωθούν από βέβαιο θάνατο (σώθηκαν περίπου 25 ανθρώπινες ζωές). Ίσως, το μόνο χαρούμενο γεγονός μέσα στην γενική μαυρίλα, όπως ισχυρίστηκε ο σωτήρας τους και φίλος Σπύρος.

Δασικοί υπάλληλοι να είναι σοκαρισμένοι από το θέαμα του καμένου δάσους, του δεύτερου σπιτιού τους, της ζωής τους. Τα δέντρα που φρόντιζαν και προστάτευαν με τόσο κόπο έβλεπαν να γίνονται στάχτη μπροστά στα μάτια τους και αυτοί να στέκουν ανήμποροι.

Κάτοικοι των οικισμών να παλεύουν με τα λιγοστά μέσα που διέθεταν, για να σώσουν τα σπίτια τους, τις περιουσίες τους.

Κτηνοτρόφοι και μελισσοκόμοι να αγωνιούν για τα ζώα τους, τα μελίσσια τους και να θρηνούν όταν συνειδητοποιούν ότι αυτά δεν τα κατάφεραν.

Οι υλοτόμοι, άνθρωποι που δίνουν την ζωή τους για την επιβίωση του δάσους, προσέτρεξαν αμέσως στο κάλεσμα της δασικής υπηρεσίας για βοήθεια. Πάλεψαν, επί μέρες, άυπνοι, άοκνοι, χωρίς να τους ενδιαφέρει η αμοιβή, για να μην επεκταθεί η καταστροφή και σε άλλες εκτάσεις. Ο πρόεδρος του ΔΑΣΕ Σιδηροχωρίου, κατά την διάρκεια της κατάσβεσης, είπε αυτό που θα έπρεπε να είναι οδοδείκτης στη ζωή μας: «στη ζωή δεν μετρώνται όλα με το χρήμα, υπάρχουν και άλλα πράγματα». Μεγαλείο ψυχής των ανθρώπων που διακονούν το δάσος.

Κοιτάς και προσπαθείς να συνειδητοποιήσεις τι είναι αυτό που βιώνεις. Ασύλληπτο για τον ανθρώπινο νου. Σκέφτεσαι ότι με λίγη  περισσότερη  βοήθεια και προσπάθεια θα είχε αποφευχθεί η μεγάλη καταστροφή, θα είχε σωθεί ένα μεγάλο μέρος του δάσους. Ειπώθηκε ότι είναι θέμα προτεραιοτήτων. Σωστά, αλλά και το περιβάλλον δεν πρέπει να είναι μέσα στις προτεραιότητες μας;

Πηγή: ethnos.gr

Σκέψεις περί διαχείρισης, πρόληψης και καταστολής πυρκαγιών, πλημμυρών, αναδασώσεων, αποκατάστασης και κλιματικής κρίσης (Άρθρο Γεωργίου Καρέτσου στο “δασαρχείο”)

Δρ Γεώργιος Καρέτσος
Δασολόγος

 

Μετά τον πύρινο εφιάλτη του καλοκαιριού και τις φονικές και καταστρεπτικές πλημμύρες στη Θεσσαλία, αρχίζουμε να σκεφτόμαστε ή οφείλουμε να σκεφτόμαστε πιο ψύχραιμα. Η απώλειες τεράστιες, που ακόμη δεν έχουν καταγραφεί στις λεπτομέρειές τους. Θα περάσει καιρός, όπως γνωρίζουμε οι περισσότεροι, εφόσον ζούμε σε μια χώρα όπου το κράτος και οι δομές του έχουν συστηματικά χρεωκοπήσει. Δημιουργούνται λοιπόν σιγά σιγά τα ερωτήματα για το τι μέλει γενέσθαι και ήδη εκφράζονται κάποιες απόψεις, πολλές υπερβολικές και εξωφρενικές και κάποιες πιο ψύχραιμες και επιστημονικές. Γνωρίζουμε βέβαια ότι οι επιστημονικές απόψεις δεν εισακούονται από τους κυβερνόντες, κυρίως γιατί ο επιστημονικός λόγος δεν φτάνει στα ώτα τους ή τους είναι αδιάφορος στην έπαρσή τους και κυριαρχούν οι απόψεις των παρατρεχάμενων συμβούλων, της μόνιμης δηλαδή και ανεύθυνης κουστωδίας που ακολουθεί τους ηγέτες.

Στο πλαίσιο αυτό, με προβληματίζει κατά πόσο μια επιπλέον άποψη, έστω και τετριμμένη θα μπορούσε να συνεισφέρει στη συζήτηση που θα ακολουθήσει αναπόφευκτα και μάλιστα με την εμπειρική βεβαιότητα του παρελθόντος ότι θα μείνει στις καλένδες, όπως για παράδειγμα το πόρισμα της ανεξάρτητης Επιτροπής GOLDAMMER.

Διαχείριση μεσογειακών δασών και πρόληψη

Τα λεγόμενα μεσογειακά δάση δυστυχώς δεν τα γνωρίζουμε σήμερα. Υπάρχουν αναφορές για τη φύση τους από τη μυθολογία και την παλαιογεωγραφία, ότι η σύνθεσή τους ήταν διαφορετική κατά την αρχική δόμηση των ανθρώπινων εγκαταστάσεων και κοινωνιών. Δεν μπορεί ο σημερινός άνθρωπος να φανταστεί ότι οι πεδιάδες της Ελλάδας καλύπτονταν από εκτεταμένα δρυοδάση. Δεν μπορεί να φανταστεί ότι τα θαμνώδη σήμερα αείφυλλα πλατύφυλλα είχαν δενδρώδη μορφή. Δεν μπορεί να φανταστεί ότι η χαλέπιος και η τραχεία πεύκη που κυριαρχούν σήμερα στο μεσογειακό χώρο υπήρχαν μεν αλλά δεν ήταν κυρίαρχα. Η κυριαρχία τους επικράτησε στη συνέχεια λόγω της καταστροφής των αρχέγονων δασών, από την ίδια τη φύση των ειδών αυτών, να επικρατούν με ευκολία μετά τη φωτιά και να αναγεννιόνται με τη φωτιά. Η χαλέπιος και η τραχεία θα πρέπει να θεωρηθούν ως τα ζιζάνια κατά τη γεωπονική αντίληψη του καλλιεργούμενου αγρού. Αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να εξαφανιστούν. Είναι τα μόνα που μπορούν να εξασφαλίσουν τους δασικούς μας σχηματισμούς σε αυτόν το χώρο και να διατηρήσουν στον υπώροφό τους όλα τα πλατύφυλλα είδη που προϋπήρχαν, τη βιοποικιλότητα και να προστατέψουν το έδαφος. Εξαιρετικά ανθεκτικά στις παρατεταμένες ξηρασίες και λιτοδίαιτα, είναι οι σοφοί κατακτητές αυτού του χώρου. Τα δάση αυτά της ονομαζόμενης οικολογικής «παρακλίμακας» δεν φαίνεται πρακτικά ότι μπορούν να ολοκληρώσουν τον κύκλο τους και να δώσουν την κυριαρχία στα πλατύφυλλα, εφόσον οι πυρκαγιές είναι συχνές και οι ανθρώπινες επεμβάσεις στον χώρο αυτό ιδιαίτερα έντονες και ούτε πρόκειται να υποχωρήσουν. Εξάλλου αυτά, έπαψαν να διαχειρίζονται μετά τη δεκαετία του 1960 και η μοναδική χρήση τους, η ρητινοσυλλογή, που παρέμεινε ως τις μέρες μας και θα εξαφανιστεί οριστικά, εφόσον τα περισσότερα κάηκαν και οι νέοι δεν δείχνουν προθυμία να ασχοληθούν με το επάγγελμα. Εξέλειπε βέβαια και η ζήτηση ξύλου για κατασκευές στα καρνάγια με εντονότερο πρόβλημα στο νησιωτικό χώρο. Η Δασική Υπηρεσία, πλην της προστασίας από την αλλαγή χρήσης, δεν προχώρησε εξ αντικειμένου στην εκμετάλλευση, ενώ η ίδια συρρικνώθηκε εσκεμμένα και εξαιρετικά σε προσωπικό και υποδομές. Η συσσώρευση υπερβάλλουσας βιομάζας, χαρακτηριστικό των δασών αυτών, είναι πλέον αδύνατη, κάθε παράλληλη δραστηριότητα και κυρίως της βόσκησης έπαψε οριστικά, εφόσον οι νομάδες εξαναγκάστηκαν να εξαθλιωθούν με την ισχυρή συμπίεση των τιμών των προϊόντων τους, να υποτιμηθεί η προσφορά τους και ο κοινωνικός τους ρόλος. Οι εναπομείναντες θα οδηγηθούν όπως τα ποίμνιά τους στη σφαγή, χωρίς καμία μέριμνα και θα εγκαταλείψουν βαθμιαία την επαγγελματική τους δραστηριότητα. Ο ορεινός και ημιορεινός αγροτικός χώρος εγκαταλείφθηκε από τους αγρότες, οι οποίοι αστικοποιήθηκαν γρήγορα και τα δάση αυτού του χώρου κατέλαβαν περιοχές που κατείχαν στο παρελθόν. Τα δάση πλέον λαμβάνουν ενιαία μορφή, εξαφανίζεται το μωσαϊκό των καλλιεργειών και χάνονται περιοχές ανάσχεσης των πυρκαγιών, καταρρέουν οι ορεινοί οικισμοί, χάνονται οι άνθρωποι και οι φυσικοί υπερασπιστές του χώρου. Παράλληλα περιορίζεται η βιοποικιλότητα και χάνονται είδη της πανίδας και ορνιθοπανίδας. Η τραγική κατάσταση που οδηγήθηκε η χώρα δεν ανατρέπεται πλέον, τουλάχιστον με τις πολιτικές που ασκούνται εδώ και σαράντα και πλέον έτη.

Η διαχείριση των δασών αυτών είναι πλέον επιτακτική. Δεν πρέπει να μας αρκεί η διάνοιξη αντιπυρικών ζωνών και οι καθαρισμοί εκατέρωθεν των δασικών δρόμων. Η υπερβάλλουσα βιομάζα πρέπει να απομακρύνεται, τα δάση να αραιώνονται και να εξασφαλίζονται. Το ζητούμενο είναι η διάθεση αυτής της βιομάζας. Τρόποι υπάρχουν και προοπτικές αλλά δυστυχώς δεν ασχολείται ουδείς σοβαρά.

Δασοπυρόσβεση

Ακολουθούμε ένα αποτυχημένο μοντέλο δασοπυρόσβεσης και αυτό αποδεικνύεται από τα καταστροφικά αποτελέσματα, παρά την ενίσχυση του πυροσβεστικού σώματος σε προσωπικό και υποδομές. Η επαναφορά της δασοπυρόσβεσης στη Δασική Υπηρεσία μάλλον φαίνεται καταστροφική, εφόσον απήλθαν από την υπηρεσία οι παλιοί γνώστες και η παράδοση χάθηκε. Η αντίληψη που επικρατεί για την περίσωση ανθρώπων και οικισμών οδηγεί στην εγκατάλειψη των δασών στην τύχη τους. Αυτό βέβαια είναι και πολιτική στόχευση, εφόσον η αντιπολιτευτική κριτική στην προηγούμενη κυβέρνηση στηρίχθηκε στην εξαιρετικά θανατηφόρα φωτιά στο Μάτι, λες και δεν θα μπορούσε να τύχει το κακό, όπως και έγινε, σε όποιον κυβερνά. Θα περιοριστώ για λόγους οικονομίας λόγου και παραπέμπω στο πόρισμα της επιτροπής GOLDAMMER. Πάντως η δασοπυρόσβεση πρέπει να διαχωριστεί ως αρμοδιότητα από την ίδια την πυροσβεστική διαχείριση και εποπτεία. Δεν εννοείται να μην ασχολούνται οι πυροσβέστες με δασικές εργασίες πρόληψης και γνώσης του χώρου που εποπτεύουν το καλοκαίρι. Επίσης δεν εννοείται να είναι η ισχυρότερη σε μέσα Πυροσβεστική Υπηρεσία στην Ευρώπη και τα αποτελέσματά της να είναι τόσο απογοητευτικά.

Για τις καμένες περιοχές

Ευτυχώς έχει γίνει βίωμα και ορθά, ότι μετά τις πυρκαγιές πρέπει να ακολουθήσουν τα αντιδιαβρωτικά έργα εκ μέρους τις Δασικής Υπηρεσίας. Έστω και υποστελεχωμένη όπως είναι γνωστό, οφείλει να επικεντρωθεί στο επιστημονικό της έργο. Οι μελέτες θα πρέπει να ολοκληρωθούν σε σύντομο χρονικό διάστημα και να εγκατασταθούν τα συνεργεία των εργολάβων, εφόσον με αυτεπιστασία είναι πλέον αδύνατο. Στα έργα αυτά, θα πρέπει να γίνει η αξιοποίηση του άκαυτου ξύλου από τους κορμούς των δένδρων και να αποφευχθούν τα κλαδοπλέγματα, λόγω της έλλειψης εμπειρίας στην κατασκευή τους. Οι εργασίες πρέπει να είναι επιμελημένες κυρίως στη σωστή εφαρμογή των κορμών στο έδαφος και η αγκύρωσή τους. Η εγκατάσταση θα πρέπει να γίνει στα ευδιάβρωτα εδάφη κατά προτεραιότητα και να αποφευχθούν εδάφη πετρώδη και βραχώδη, καθώς επίσης και περιοχές με ελαφρές ή πολύ μεγάλες κλήσεις. Παράλληλα και σε συνδυασμό πρέπει να γίνουν μικρά ξύλινα φράγματα κατά μήκος των ρεμάτων και σε ικανή πυκνότητα που να περιορίζει την ταχύτητα ροής των νερών, επιτυγχάνοντας την λεγόμενη «κλίση αντισταθμίσεως», όπως ορίζει η ορεινή υδρονομία. Ιδιαίτερη προσοχή απαιτείται στην ασφαλή τους αγκύρωση και την προστασία τους από την υποσκαφή. Οι εργασίες αυτές δεν είναι εύκολες και εναποτίθενται στην ευαισθησία και εμπειρία των εργολάβων, των συνεργείων και την επίβλεψη εκ μέρους των Δασαρχείων. Ας είναι λιγότερα σε μήκος αρκεί να είναι επιμελημένα. Ως εδώ δεν κομίζω «γλαύκα εις τας Αθήνας».

Το μεγάλο πρόβλημα είναι η υπερβάλλουσα βιομάζα που δεν θα χρειασθεί στις κατασκευές των κορμοσειρών και των φραγμάτων. Ένα τμήμα της θα αποδοθεί στους παραδασόβιους πληθυσμούς κατά τα επιβαλλόμενα από τη δασική νομοθεσία και πρέπει να αναζητηθούν τρόποι να διανεμηθεί και ευρύτερα, συνυπολογίζοντας κάποια οφέλη από τη διάθεση, αν είναι δυνατόν, εφόσον κατά τα συνηθισμένα η διαχείριση της βιομάζας ξεπερνά τα όρια της νομιμότητας. Η πλέον χρήσιμη ξυλεία φυσικά θα μεταφερθεί στις ξυλοβιομηχανίες, έστω και στις ελάχιστες που έχουν απομείνει και ίσως και η διάθεσή τους σε άλλες χώρες εφόσον εξετασθεί. Παρά την εγνωσμένη ανάγκη από την εμπειρία μας, απουσιάζουν από την αγορά μεγάλα μηχανήματα θρυμματισμού, πρέπει να αναζητηθούν σύντομα και να αξιοποιηθούν σχολάζοντα, ώστε μεγάλες ποσότητες να διασκορπισθούν με επιμέλεια στο καμένο έδαφος για την προστασία του και την παραμονή από τη σήψη ικανών ποσοτήτων οργανικής ουσίας. Οι απόψεις ότι αυτά τα προϊόντα θρυμματισμού είναι εύφλεκτα, στερούνται επιστημονικής προσέγγισης και πρέπει να αγνοηθούν εφόσον ο διασκορπισμός είναι καλός και δεν δημιουργούνται σωροί.

Για τη διαχείριση της νεκρής βιομάζας δεν έχουν προταθεί ακόμη κάποιες εφικτές στην εφαρμογή λύσεις, από ότι γνωρίζω και αποτελεί και μια πρόκληση και άλλων συναδέλφων ειδικότερων, ώστε να είναι συμφέρουσα η απομάκρυνση από το καμένο πεδίο. Αποτρεπτικοί παράγοντες είναι οι μεγάλες κλίσεις του αναγλύφου, η δύσκολη προσέγγιση η περιορισμένη εκμηχάνιση των εργασιών και το κόστος.

Ορεινά υδρονομικά

Βλέπω στο διαδίκτυο, με μεγάλη παρηγοριά και ελπίδα, δημοσιεύματα αξιόλογων συναδέλφων που κατάφεραν να διατηρήσουν μνήμες του παρελθόντος, για τα περίφημα σε μας τουλάχιστον, ορεινά υδρονομικά έργα της ακμαίας άλλοτε Δασικής Υπηρεσίας. Μακάρι να καταφέρουμε να αναβιώσουμε αυτού του τύπου τις δραστηριότητες, που ελάχιστα εφαρμόζονται πλέον και συνδυάζουν την πέτρα, που κατά τεκμήριο είναι άφθονη στις κοίτες των ρεμάτων και τα συνοδά φυτοκομικά έργα για τη σταθεροποίηση των πρανών.

Εκείνο που πρέπει να προβάλλουμε στην παρούσα φάση και με αφορμή τη δραματική καταστροφή του Θεσσαλικού κάμπου εκ των πλημμυρών, είναι η ολοκληρωμένη αντίληψη για την υδρονομική προστασία των λεκανών απορροής. Αυτό που κυριαρχεί είναι η ευκαιριακή αντίληψη της διαχείρισης των νερών στην πεδιάδα, με φαραωνικά έργα τεράστιου κόστους και προβληματικής αποτελεσματικότητας, όπως διαπιστώνουμε με τα τραγικά αποτελέσματα. Η συγκράτηση μεγάλων ποσοτήτων νερού στα ορεινά είναι περισσότερο αποτελεσματική και στοιχίζει λιγότερο. Δυστυχώς η εμπειρία μας χάθηκε ή χάνεται ραγδαία και η συγκυρία συνηγορεί να την αναβιώσουμε. Εδώ θα χρειαστεί και η συνδρομή του ΓΕΩΤΕΕ, που χρόνια τώρα έχει απεμπολήσει το ρόλο του, αλλά να καλέσουμε και σε συμπαράσταση τους λίγους αλλά εξαιρετικούς πετράδες, που προσπαθούν τελευταία μέσα από συλλογικότητες που υποστηρίζονται και από τον επιστημονικό κόσμο, να δημιουργήσουν μια δυναμική παρουσία στη διατήρηση της παράδοσης. Τα έργα με μπετόν δεν συνάδουν με το δασικό περιβάλλον και πρέπει αυτό να περιφρουρηθεί στο έπακρο.

Αποκατάσταση με αναδασώσεις

Η αναδασώσεις έχουν την τιμητική τους μετά από οποιαδήποτε καταστροφική πυρκαγιά. Δεν καταφέραμε να πείσουμε τις πολιτικές ηγεσίες ότι η αναδάσωση δεν είναι πανάκεια. Οι κυρίαρχες απόψεις πόρρω απέχουν από την επιστημονική άποψη. Πρέπει να είμαστε σταθεροί στην άποψη ότι δεν αναδασώνουμε περιοχές που επικρατούσαν ώριμα δάση χαλεπίου και τραχείας πεύκης, ούτε δάση αειφύλλων πλατυφύλλων. Ακόμη και διπλοκαμένα, εάν ο χρόνος της δεύτερης πυρκαγιάς δεν είναι μικρότερος των δέκα χρόνων. Εφόσον εξετάσουμε μετά τη διετία τον αριθμό των αναγεννηθέντων, ας είμαστε φειδωλοί στην αναδασωτική επέμβαση. Κατά την άποψή μου, ακόμη και δέκα δένδρα στο στρέμμα να έχουμε και σε ικανή διασπορά δεν πρέπει να αναδασώνουμε. Είναι αρκετά να εξελιχθούν σε ώριμα και αραιά δάση και να επιχειρούμε την ευνόηση των πλατυφύλλων, που ούτως ή άλλως θα αναβλαστήσουν εκ νέου και μάλιστα πολύ γρήγορα. Γνωρίζουμε άλλωστε ότι η σύνθεση της χλωρίδας (προσοχή: όχι της βλάστησης) επανέρχεται πλήρως μετά τα τέσσερα με πέντε έτη. Οι αντιεπιστημονικές απόψεις για την αντικατάσταση των πεύκων με πλατύφυλλα είδη είναι ματαιοπονία και απέχει από τη φυσική διαδικασία αναγέννησης. Μικρές στον αριθμό φυτεύσεις πλατυφύλλων στα βαθύτερα εδάφη, κατά μήκος των ρεμάτων και στο κάτω μέρος των κλιτύων και σε δροσερά περιβάλλοντα, μπορούν να εφαρμοστούν και πάλι με περίσκεψη. Εάν εξασφαλιστεί στον πρώτο χρόνο κάλυψη του εδάφους με 30% από κάθε τύπου φυσική βλάστηση, αποτρέπονται σημαντικά οι διαβρώσεις.

Στην αναδάσωση εστιάζουμε μόνο σε δάση που δεν είναι εξειδικευμένα να αναγεννούνται μετά τη φωτιά, όπως μαύρης πεύκης και ελάτης. Τα δάση δρυός που κάηκαν στην περιοχή του Έβρου θα αναβλαστήσουν γρήγορα. Θα χρειασθούν βέβαια κάποιες επεμβάσεις ξηρής κλάδευσης και πιθανών αραιώσεων, αλλά αυτά τα μέτρα θα εξειδικευτούν από τα τοπικά δασαρχεία με τη συμβολή των δασικών σχολών των πανεπιστημίων και των ερευνητικών ιδρυμάτων.

Περιττό να αναφέρω, ότι για κάθε αναδασωτική προσπάθεια, πρέπει να υπάρχουν διαθέσιμα δενδρύλλια, ότι τα δασικά φυτώρια λειτουργούν, ότι η κεντρική αποθήκη σπερμάτων στην Αμυγδαλέζα συγκεντρώνει, αποθηκεύει και ελέγχει τη φυτρωτικότητα των σπερμάτων, ότι παράγει και έχει διαθέσιμο υλικό για κάθε καμένη περιοχή και ότι φροντίζει για τη διατήρηση της τοπικής βιοποικιλότητας. Λίγο πολύ γνωρίζουμε την κατάντια των δασικών μας φυτωρίων. Το υλικό που παράγεται δεν πρέπει να διατίθεται σε κάθε φιλόδοξο που ισχυρίζεται ότι μπορεί να υποκαταστήσει τις επαγγελματικές αναδασώσεις με τον εθελοντισμό με το παραπλανητικό και βολικό σύνθημα «όλοι μαζί μπορούμε», χωρίς να καταδικάζω τον εθελοντισμό ως εκπαιδευτική καλλιέργεια φιλοδασικού πνεύματος.

Τέλος να αναφέρω και για τις σπορές, που τελευταία πολλοί επίδοξοι «φιλόσοφοι» θεωρούν ότι μπορούν να αντικαταστήσουν τις αναδασώσεις με σπορές και με σβώλους. Δοκιμάσαμε δις στο Ινστιτούτο Μεσογειακών Δασικών Οικοσυστημάτων σε αντίστοιχα πειράματα στην Πεντέλη και το Λαύριο και με στατιστικό σχεδιασμό τη χρήση σπόρων σε πινάκια και τους σβώλους χώματος με σπόρους αναμεμιγμένους με ψυχανθή, σε δύο τύπους εδάφους σε ασβεστόλιθο και σχιστόλιθο, σε βόρειες και νότιες εκθέσεις. Δεν επιβίωσε τίποτε και μάλιστα σε ευνοϊκές από άποψη βροχοπτώσεων χρονιές. Δεν πρέπει να μας πείθουν πλέον τέτοιες απόψεις. Να αναφέρω μόνον λόγω προσωπικής εμπιστοσύνης, ότι στο παρελθόν η Δασική Υπηρεσία δοκίμασε σπορές με πινάκια με μεγάλη επιτυχία στις αναδασώσεις μαύρης πεύκης στην περιοχή Βλαχοκερασιάς στην Πελοπόννησο. Το υψόμετρο και οι εδαφικές συνθήκες διαφορετικές (προσωπική μαρτυρία του δασοπόνου Παναγιώτη Βασιλάκου, συνταξιούχου). Τις αποτυχημένες σπορές με drone τις σχολιάσαμε εκτενώς σε άλλο άρθρο.

Κλιματική κρίση

Δεν θα σχολιάσω τη φιλολογία που έχει αναπτυχθεί γύρω από αυτή την έννοια. Δεν θα σχολιάσω ότι δεν περνά κανένα πρόγραμμα για χρηματοδότηση αν δεν υπάρχει μέσα ρητή αναφορά και δράση στην κλιματική αλλαγή και την προσαρμογή. Δεν θα σχολιάσω ότι καμιά αντίθετη φωνή επιστημόνων δεν ακούγεται. Δεν θα σχολιάσω την εύκολη λύση για κάθε κακοδαιμονία που μας προκύπτει να τη ρίχνουμε στην κλιματική αλλαγή. Δεν θα σχολιάσω γιατί τα αναπτυγμένα κράτη δεν δέχονται την εγκατάσταση ανεμογεννητριών και ηλιακών στο έδαφός τους και προτιμούν να τα προμηθεύουν σε χώρες που δεν σέβονται το δικό τους περιβάλλον. Δεν θα σχολιάσω την ενέργεια που δεσμεύτηκε για την παραγωγή αυτών των μεγαθηρίων και το διοξείδιο του άνθρακα που απελευθερώθηκε στην ατμόσφαιρα, ούτε τι θα απογίνουν όταν πάψουν να λειτουργούν. Δεν θα σχολιάσω την καταστροφή των φυσικών πόρων άλλων χωρών για την εξόρυξη των σπάνιων γαιών που απαιτούνται για την κατασκευή τους. Δεν θα σχολιάσω την προσωρινή τουλάχιστον αδυναμία ανακύκλωσής των. Δεν θα σχολιάσω την αισθητική αλλοίωση της χώρας μας και τις επιπτώσεις στην ορνιθοπανίδα μας, τις τεράστιες ποσότητες μπετόν και την διάνοιξη πλατιών δρόμων και άλλων επικίνδυνων δικτύων για την εγκατάστασή τους. Δεν θα σχολιάσω την ανελέητη επίθεση στο φυσικό μας περιβάλλον, την αδυναμία διαχείρισης των απορριμμάτων και αποβλήτων γενικώς. Τέλος, δεν θα σχολιάσω την συστηματική και βαθμιαία κατάργηση των κρατικών υπηρεσιών και τη διάλυση του κράτους, την αναδιανομή αρμοδιοτήτων σε άσχετες υπηρεσίες, τη διασπάθιση δημόσιου πλούτου, την καταστρατήγηση του Συντάγματος, την απουσία οποιασδήποτε μέριμνας και ελέγχου, την καταπόντιση της παιδείας μας, την κυριαρχία των τηλεοπτικών σκουπιδιών και την αλγοριθμική χειραγώγηση της κοινής γνώμης. Εν κατακλείδι η «Πόλις Εάλω».

Θα δηλώσω απλά ότι δεν είμαι οπαδός της καύσης των υδρογονανθράκων αλλά ούτε και θεωρώ ότι η κλιματική αλλαγή* (αν υπάρχει και δεν είναι αποτέλεσμα των μοντελάδων και των αμφιλεγόμενων δεδομένων τους)** οφείλεται στην καύση τους, όπως προσπαθούν να μας πείσουν. Θα αναφέρω όμως με συγκίνηση αυτά που μας έλεγε ο αείμνηστος καθηγητής της μετεωρολογίας στο ΑΠΘ Λειβαδάς, φοιτητές τότε όχι μόνο δασολόγοι αλλά και φυσικοί, μαθηματικοί και φυσιογνώστες, ότι το μεσογειακό κλίμα δεν φημίζεται για την ηπιότητά του αλλά για τις ακρότητές του και σήμερα το αποσιωπούν οι ειδήμονες πλην εξαιρέσεων. Ακόμη και περιβαλλοντικοί φορείς δεν έχουν επιχειρήματα να αντισταθούν και δημιουργείται η πεποίθηση του μονόδρομου επιλογής της (αμφι)λεγόμενης «πράσινης ενέργειας». Το πόσο φθηνή είναι το βλέπουμε στους λογαριασμούς.

Δυστυχώς είμαστε άξιοι της μοίρας μας.

———-

Ως κλιματική αλλαγή ορίζεται η ανατροπή μιας μέσης κατάστασης του επικρατούντος κλίματος για μια μεγάλη χρονική περίοδο.

**Συστηματικά και λεπτομερή δεδομένα στην ακρίβεια έχουμε μόλις τα τελευταία 50 χρόνια. Τα υπόλοιπα είναι κατ΄εκτίμηση ή ανακριβή με τα αναλογικά τότε όργανα μετρήσεων.

Επτά σημεία προβληματισμού για την ολοκληρωμένη διαχείριση των δασικών οικοσυστημάτων & την αξιοποίηση της δασικής βιομάζας (άρθρο κ.Ρήγα Τσιακίρη στο “δασαρχείο”)

Δρ. Ρήγας Τσιακίρης,
Δασολόγος – Περιβαλλοντολόγος
Phd, Οικολογίας & διαχείρισης άγριας πανίδας
Πρώην επιστημονικός συνεργάτης αν.υπουργών ΥΠΕΝ & ΥΠΑΑΤ

 

Σκέψεις για το “Νέο μοντέλο διαχείρισης των δασικών οικοσυστημάτων της Ελλάδας”, που ανακοινώθηκε από την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, τον Οκτώβριο 2023.

Το πρόσφατο κυβερνητικό αφήγημα των 7 σημείων για το «νέο μοντέλο διαχείρισης των δασικών οικοσυστημάτων της Ελλάδας» [1] που παρουσιάστηκε επανειλημμένα τις προηγούμενες ημέρες από τον Υπουργό ΥΠΕΝ κ. Σκυλακάκη, έχει προσελκύσει το έντονο ενδιαφέρον του δασικού κόσμου, με ποικίλες δημόσιες τοποθετήσεις καθώς και ποικίλες αντιδράσεις. Παρακάτω θα παρουσιάσουμε εν τάχει τις θετικές και αρνητικές του πλευρές σύμφωνα με την ελληνική και διεθνή εμπειρία και πρακτική:

1Επικαιροποιημένες διαχειριστικές μελέτες

Αναφορικά με τις «επικαιροποιημένες διαχειριστικές μελέτες» (για τις οποίες υπήρχε ομάδα εργασίας που δεν ολοκληρώσε πλήρως τις προτάσεις της [2]) αναμένουμε με ενδιαφέρον τις νέες προδιαγραφές αφού πράγματι οι υφιστάμενες είναι απαρχαιωμένες, καθώς δεν εντάσσουν ακόμη σημαντικά θέματα όπως:

Φυσικά το «ψηφιακό δάσος» [6] είναι μια μεγάλη και απαραίτητη μεταρρύθμιση που χρόνια αναμένουμε να ολοκληρωθεί, παρόλες τις διάφορες φιλότιμες προσπάθειες, ώστε επιτέλους να δούμε ψηφιοποιημένα και επεξεργάσιμα τόσο τα στοιχεία όλων των διαχειριστικών μελετών όσο και όλους τους διαχειριστικούς χάρτες καθώς είναι γνωστό ότι το δημόσιο πληρώνει ξανά και ξανά την αντιγραφή των ίδιων μελετών εδώ και δεκαετίες.

2Επιδότηση της απόληψης δασικής πιστοποιημένης βιομάζας

Η «επιδότηση της απόληψης δασικής πιστοποιημένης βιομάζας» είναι σαφώς θεμιτή, καθώς η εγκατάλειψη των δασικών εκτάσεων από τους παραδασόβιους πληθυσμούς αύξησε πράγματι την βιομάζα και το ξύλο θρυμματισμού είναι ένα προϊόν που πολύ συχνά μένει αναξιοποίητο ακόμη και στα παραγωγικά μας δάση. Η αξιοποίησή του από τις βιομηχανίες (που σήμερα είναι αντιοικονομική) θα ήταν ευχής έργο, ιδιαίτερα στα εύφλεκτα, νεαρά και εκτός διαχείρισης δάση, όπως οι συνηρεφείς θαμνώνες (π.χ. πρινώνες), τα παραμεσόγεια πευκοδάση (συχνά εκτός διαχείρισης) κ.ά. σύμφωνα και με τις σχετικές προδιαγραφές των Διαχειριστικών Σχεδίων Βόσκησης.

Η απόληψη βιομάζας δεν μπορεί όμως να θεωρηθεί ούτε πανάκεια ούτε ταυτόσημη με την αντιπυρική προστασία καθώς:

  1. υπάρχουν πάντοτε περιοχές δύσβατες και απροσπέλαστες
  2. η απόληψη βιομάζας οδηγεί ξανά στην ταχεία αναβλάστηση και χρειάζεται συνεχείς επεμβάσεις για να διατηρηθεί σε χαμηλό ποσοστό [7]
  3. στα υψηλά ορεινά δάση η νεκρή βιομάζα αποτελεί ενδιαίτημα για σημαντικά και συχνά απειλούμενα είδη της βιοποικιλότητας των υπερώριμων δασών που η νομοθεσία χρήζει ως απόλυτης προστασίας.

Τέλος ας μην ξεχνάμε ότι η μεγαλύτερη αποθήκη άνθρακα είναι το έδαφος – ιδιαίτερα το δασικό, το οποίο προφανώς δεν μπορεί, ούτε πρέπει, να μπει στην «εξίσωση».

3. Αδερφοποίηση δασών Βορρά-Νότου

Για την «αδερφοποίηση» δασών Βορρά-Νότου» (σημείο 3) θα ήταν ενδιαφέρον να δούμε μια σχετική οικονομοτεχνική μελέτη ή ένα βιώσιμο οικονομικό παράδειγμα που θα εκκινούσε το ενδιαφέρον του επιχειρηματικού κόσμου, πλην της γνωστής κρατικοδίαιτης επιχειρηματικότητας που έχουμε δει πολλές φορές στην χώρα μας να κατασπαταλά κονδύλια χωρίς αξιολόγηση του αποτελέσματος. Το γεγονός ότι η νότια Ελλάδα δεν παράγει δασικά προϊόντα σχετίζεται πάντως και με την σχεδόν ανύπαρκτη πλέον δασική υπηρεσία, ας θυμηθούμε τι παρήγαγε η Βυτίνα όταν ήταν επαρκώς στελεχωμένη!

4. Σύστημα δημιουργίας Carbon Credits

Η τέταρτη πρόταση (σύστημα δημιουργίας Carbon Credits) φαίνεται εξαιρετικά ενδιαφέρουσα αλλά γιατί να αφορά μόνο «έργα δάσωσης, αναδάσωσης ή βελτίωσης διαχείρισης δασών» και όχι διατήρησης ή δημιουργίας πυρανθεκτικών αγροδασικών συστημάτων; Γιατί τα δικαιώματα να τα λαμβάνουν και να τα εμπορεύονται μόνο ρυπογόνες βιομηχανίες και όχι να δημιουργηθεί ένα σχήμα για τους κτηνοτρόφους με εκτατικές εκτροφές που διατηρούν πυρανθεκτά δασικά οικοσυστήματα όπως ήδη συμβαίνει στο εξωτερικό;

5. Υποχρεωτικά μέτρα αντιπυρικής προστασίας

Είναι ευνόητο ότι κανείς δεν θα διαφωνήσει με τα «υποχρεωτικά μέτρα αντιπυρικής προστασίας». Ποιοι θα εφαρμόσουν και θα «απορροφήσουν» τα χρήματα για την πρόληψη των δασικών πυρκαγιών είναι το μεγαλύτερο ζήτημα διότι η καθ΄ ύλη δασική υπηρεσία φαίνεται να συνεχίζει να παραγκωνίζεται ενώ υπέρογκα ποσά διατίθενται στην Πυροσβεστική, τους Δήμους και τις Περιφέρειες και το Υπουργείο Πολιτικής Προστασίας και Κλιματικής Αλλαγής και ιδιώτες, χωρίς να έχουμε δει κάποια αξιολόγηση του αποτελέσματος.

6. Νέα υβριδικά συνεργατικά σχήματα

Για τα «νέα υβριδικά συνεργατικά σχήματα» σύμπραξης ΔΑΣΕ-εταιρειών, αν και ίσως θεμιτό μέτρο δεν φάνηκε όμως να εφαρμόζεται στην πράξη π.χ. στα έργα AntiNero όπου οι ανάδοχοι χρησιμοποίησαν κυρίως ανειδίκευτους εργάτες αντί για πιστοποιημένους δασεργάτες ΔΑΣΕ, ενώ η τιμολόγηση των εργασιών από το ΤΑΙΠΕΔ εκτίναξε το κόστος τους, δεκαπλασιάζοντάς το, χωρίς να έχει γίνει ως τώρα καμία αξιολόγηση αποτελεσματικότητας. Να σημειώσουμε εδώ ότι παρ’ όλη την μεγάλη επένδυση AntiNero στον Έβρο, αυτός κάηκε σχεδόν ολοσχερώς, ενώ αντίθετα μόνο λίγοι δασεργάτες κατάφεραν να σώσουν 100.000 στρ. πολύτιμου δάσους, υπό την σωστή καθοδήγηση δασικών υπαλλήλων [8].

7. Ενίσχυση της δασικής υπηρεσίας

Τέλος η κατ’ επανάληψη εξαγγελία της ίδιας πρότασης για «ενίσχυση της δασικής υπηρεσίας» με 500 μόνιμους υπαλλήλους προκαλεί μειδίαμα, καθώς ήδη πολύ λιγότεροι από τους μισούς δεν θα προσληφθούν αφού δεν επιλέχθηκαν με τις διαδικασίες του ΑΣΕΠ, ενώ δεν εξηγεί πως προέκυψε αυτός ο «μαγικός» αριθμός. Το νούμερο αυτό πρωτοεμφανίσθηκε σε ΦΕΚ το 2019 και αφορούσε την αναπλήρωση των αποχωρούντων με σύνταξη δασολόγων και δασοπόνων από το έτος 2010 μέχρι το 2018 σε συνεννόηση τότε με την τρόικα, όταν απαγορεύονταν νέες προσλήψεις, ενώ έκτοτε έχουν αποχωρήσει πολλοί ακόμη. Οποιοσδήποτε κυβερνητικός σχεδιασμός θα είναι στον αέρα χωρίς μια ενδυναμωμένη δασική υπηρεσία που έχει ανάγκη τουλάχιστον να αναπληρώσει τους αποχωρήσαντες από τις τελευταίες προσλήψεις πριν 20 χρόνια (ίσως και πάνω από 2000 άτομα) καθώς και μετάταξη υπαλλήλων διοικητικών/οικονομικών καθηκόντων που μετά την μεταφορά των δασικών υπηρεσιών στο ΥΠΕΝ εκτελούν δασικοί υπάλληλοι. Και φυσικά χρειάζονται νέοι επιστήμονες από πολλές ειδικότητες (π.χ. μηχανικοί, τοπογράφοι, δικηγόροι, βιολόγοι κτλ) και με εξειδίκευση καθώς η παρωχημένη αντίληψη ότι ο δασολόγος «κάνει για όλες τις δουλειές» οδήγησε τον κλάδο στην επιστημονική απαξίωση.

Είναι σαφές λοιπόν ότι για την υλοποίηση των φιλόδοξων κυβερνητικών στόχων θα χρειαστεί ένας ολοκληρωμένος σχεδιασμός με κορμό μια αναβαθμισμένη Δασική Υπηρεσία που θα μπορεί να εφαρμόσει τα νέα μέτρα, κάτι που θεσμοθετήθηκε με την Εθνική Στρατηγική για τα Δάση [9] που «έμεινε στο ράφι» και την οποία συνέταξαν αναγνωρισμένοι επιστήμονες, μετά από πανελλήνια δημόσια διαβούλευση στην οποία συμμετείχαν όλοι οι κοινωνικοί εταίροι.

Στο μοντέλο της “μεσογειακής δασοπονίας” χωρούν φυσικά και οι σχεδιασμοί «αξιοποίησης της βιομάζας» μπορεί να γίνουν όμως μόνο με βάση στοιχεία από σχετικές πιλοτικές οικονομοτεχνικές εφαρμογές στην πράξη, καθώς και δημόσια διαβούλευση με τους επαγγελματίες του χώρου και τους επιστήμονες του κλάδου που να αποδεικνύουν την βιωσιμότητα του εγχειρήματος. Να θυμίσουμε ότι στην Αυστρία, οι εταιρίες «αειφορικής» αξιοποίησης της βιομάζας της χώρας τους, λεηλατούν την γειτονική Ρουμανία [10] (τον «Αμαζόνιο του βορρά») όπου οι δασικές υπηρεσίες πνέουν τα λοίσθια και η παράνομη υλοτομία ανθίζει!!!

Άλλωστε η επιδότηση της καύσης δασικής βιομάζας (με την δικαιολογία ότι έτσι βοηθάμε το κλίμα) είναι ένα από τα μεγαλύτερα περιβαλλοντικά σκάνδαλα («greenwashing») [11] στην ΕΕ και χρειάζεται επιτέλους να ληφθεί σοβαρά υπόψη τόσο από την πολιτική ηγεσία όσο και από τους πολίτες!

Αναδημοσίευση από: oikotopia.gr

Υποσημειώσεις

[1] Τα 7 χαρακτηριστικά της πρότασης του ΥΠΕΝ για την ολοκληρωμένη διαχείριση των δασικών οικοσυστημάτων, 10/2023, dasarxeio.gr

[2] Natura 2000 and Forests. Part I-II, European Union 2015.

[3] Μη ξυλώδη δασικά προϊόντα για τους ανθρώπους, τη φύση και την πράσινη οικονομία. Προτάσεις για προτεραιότητες στη χάραξη πολιτικής στην Ευρώπη, 2021. Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο Δασών (EFI) και Τμήμα ΒΕΤ, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, Ιωάννινα.

[4] Τα μη ξυλώδη δασικά προϊόντα ως μέσο στήριξης της οικονομίας του ορεινού χώρου, διαχείρισης και ανάδειξης των δασικών οικοσυστημάτων, Δρ. Κ. Στάρα, 2019. Forest LIFE

[5] Πόρισμα: «Καθορισμός νομικού πλαισίου για τη διαχείριση και πιστοποίηση των αυτοφυών εδώδιμων μανιταριών», 7/2019, dasarxeio.gr

[6] Το διαδίκτυο των πραγμάτων (Internet of Things) στην ανάπτυξη της ψηφιακής δασοπονίας ή δασοπονίας 4.0, Ασημίνα Σκουτέρη, ΟΙΚΟΤΟΠΙΑ, τεύχος #4, Μάρτιος 2022

[7] Kakouros, Petros & Kourakli, Peristera & Xasilidis, Paylos & Tsiakiris, Rigas, 2014. Συνέργεια εκμετάλλευσης δασικής βιομάζας και βόσκησης για τη διατήρηση της ορνιθοπανίδας και την οικονομία της υπαίθρου. 8th Panhellenic Rangeland Congress, At Thessaloniki,, Volume: In: Kyriazopoulos, A., Karatasiou, M., Sklavou, P., Chouvardas, D. (eds) Proceedings of the 8th Panhellenic Rangeland Congress in Thessaloniki, 1-3 October 2014, Thessaloniki, pp. 285-289

[8] 06.09.2023 / ΤΗΕTOC.gr / Αυτοί οι 20 κάτοικοι από τα Πομακοχώρια του Εβρου, έσωσαν μόνοι τους 100 χιλιάδες στρέμματα δάσους

[9] Εθνική Στρατηγική για τα Δάση. ΥΠΕΝ 2018

[10] 10/2015, The Guardian, Major Austrian timber firm accused of illegal logging in Romania

[11] 09/2022, Environmental Investigation Agency, The EU’s Renewable Energy Policies Driving the Logging and Burning of Europe’s Protected Forests

Η αιτία των προβλημάτων προβάλλεται ως λύση (Άρθρο Αντ.Ραλλάτου από το “δασαρχείο”)

Του Αντώνη Ραλλάτου

Η κυβέρνηση της ΝΔ αποφάσισε την εκχώρηση της διαχείρισης των δασών σε ξυλοβιομηχανίες και ομίλους. Σύμφωνα με τον υπουργό Επικρατείας, Ακη Σκέρτσο, έρχεται «ένα νέο θεσμικό πλαίσιο για τη διαχείριση των δασών» με άξονα ότι «ασφαλές δάσος είναι το παραγωγικό δάσος» και αυτό μπορεί να εξασφαλιστεί με τη σύμπραξη εταιρειών με δασικούς συνεταιρισμούς για την αποκομιδή και εκμετάλλευση της βιομάζας.

Ως γνωστόν, τα δάση αποτελούν το 65% της χερσαίας επιφάνειας της Ελλάδας, ενώ τα κρατικά έχουν έκταση 55 εκατομμύρια στρέμματα περίπου.

Μάλιστα, ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Θ. Σκυλακάκης, και άλλα κυβερνητικά στελέχη επιδίδονται επίσης σε μια αποτυχημένη προσπάθεια να πείσουν ότι το πραγματικό ενδιαφέρον της κυβέρνησης για τη «νέα» αυτή διαχείριση των δασών είναι το «μάθημα» που πήρε μετά τις φετινές καταστροφικές πυρκαγιές και μπορεί με την εκχώρηση αυτή να εξασφαλίσει την προστασία τους, απομακρύνοντας την «υπερβάλλουσα καύσιμη ύλη, η οποία μάλιστα θα αξιοποιείται οικονομικά, από την εκμετάλλευση του ξύλου, την παραγωγή βιοκαυσίμου, βιοαερίου και Ενέργειας». Οτι αυτήν τη διαχείριση μπορούν να υλοποιήσουν μόνο οι επιχειρηματικοί όμιλοι.

Στο νέο πανηγύρι κερδοφορίας που ετοιμάζει η κυβέρνηση της ΝΔ, με την εκμετάλλευση των δασών, οι μονοπωλιακοί όμιλοι έχουν πάρει ήδη θέση. Προετοιμάζονται χρόνια τώρα και η ευκαιρία δόθηκε αξιοποιώντας τις τεράστιες καταστροφές του καλοκαιριού που πέρασε. Είναι χαρακτηριστικό ότι μεγάλες ξυλοβιομηχανίες της Ελλάδας όπως, για παράδειγμα, η «Alfa Wood», που υποστηρίζει ότι είναι υπέρ της «ορθολογικής διαχείρισης των δασών της χώρας μας (…) που μέσω της χρήσης των προϊόντων ξυλείας και της δασικής βιομάζας ως πρώτης ύλης για παραγωγή βιομηχανικών προϊόντων αλλά και ανανεώσιμων μορφών Ενέργειας, επιτυγχάνουμε την αειφόρο ανάπτυξη». Εννοώντας φυσικά την αειφορία των κερδών τους από την εκμετάλλευση της βιομάζας και όλων των προϊόντων ξύλου.

Στο ίδιο μήκος κύματος ο ΣΕΒ, με κατά καιρούς ομιλίες, συνέδρια αλλά και διάφορα περιοδικά και φορείς, όπως σε ημερίδα τον Γενάρη του 2023, στην οποία οι εισηγητές αναφέρθηκαν στις «ευκαιρίες και τις προκλήσεις στον κλάδο βιοενέργειας στην Ευρώπη το 2023», για τη «διαχείριση βιομάζας για την παραγωγή Ενέργειας και ενεργειακών προϊόντων», και ότι στο πλαίσιο της στρατηγικής της ΕΕ, μέσα στο δύσκολο οικονομικό περιβάλλον που έχει διαμορφωθεί, υπάρχει η δυνατότητα σε Ελλάδα και ΕΕ μιας πιο ουσιαστικής ενεργειακής αξιοποίησης της βιομάζας προς ελάφρυνση του δυσβάσταχτου ενεργειακού κόστους βιομηχανιών, επιχειρήσεων εμπορίου κ.λπ.

Σε αυτές τις ανάγκες και κερδοφόρες επιδιώξεις των μονοπωλιακών ομίλων υποτάσσει η κυβέρνηση τη διαχείριση και προστασία των δασών. Φιλοδοξώντας να μην υπάρχει κανένα κομμάτι του δάσους χωρίς κερδοφόρα διαχείριση όπως την περιγράψαμε παραπάνω.

Κατευθύνσεις της «πράσινης μετάβασης» της ΕΕ

Στην πραγματικότητα πρόκειται για επιδίωξη δημιουργίας μιας νέας αγοράς, αυτή της δασικής βιομάζας, που επιβάλλει η «ενεργή διαχείριση» των δασών. Υλοποιώντας τη στρατηγική της ΕΕ για τα δάση μέχρι το 2030, στο πλαίσιο της «πράσινης μετάβασης» και της αντιμετώπισης της λεγόμενης κλιματικής κρίσης, μέσω της ταχύτερης διείσδυσης των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, όπως αυτή διατυπώνεται στους στόχους της «Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας (European Green Deal)» και του σχεδίου «FitFor55», για να ανεβεί η χρησιμοποίηση της βιομάζας για παραγωγή ηλεκτρικής ενεργείας σε επίπεδο ΕΕ που το 2022 αποτελούσε μόνο το 4,4% αυτής που προήλθε από ΑΠΕ. Ανοδος που προϋποθέτει την ένταση της εκμετάλλευσης των πηγών παραγωγής βιομάζας όπως τα δάση.

Είναι μια προσπάθεια για «ολοκληρωμένη εξασφάλιση» της κερδοφορίας των ξυλοβιομηχανιών και εμπόρων ξυλείας και βιομάζας. Για επιτάχυνση της συνολικής εκμετάλλευσης των δασών με τη μαζική και κερδοφόρα είσοδο των μονοπωλιακών ομίλων σε κάθε πτυχή, που θα οδηγήσει σε οικολογική υποβάθμιση.

Την ίδια στιγμή, πληθαίνουν οι διαμαρτυρίες από μαζικούς και επιστημονικούς φορείς σε επίπεδο ΕΕ, οι οποίοι ζητούν τον τερματισμό των επιδοτήσεων για τη βιομάζα που καίγεται σε σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής και να καταργηθεί από τους στόχους της ΕΕ η αύξηση της πρωτογενούς καύσης ξύλου για Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας.

Η κυβέρνηση, λοιπόν, ανοίγει διάπλατα τον δρόμο για καθετοποιημένη εκμετάλλευση σε πρώτη φάση του ξύλου και της βιομάζας και μελλοντικά στον δασικό – ορεινό τουρισμό με τη δημιουργία δασικών χωριών, στη διαχείριση των υδάτων, των αλιευμάτων, σε κάθε άλλη πιθανή κερδοφόρα επιδίωξη, συμπεριλαμβανομένων και των πάρκων ανεμογεννητριών και φωτοβολταϊκών μέσω συμπράξεων και άλλων νομικών μορφών.

Σημειώνουμε εδώ ότι πολλοί σημερινοί δασικοί συνεταιρισμοί αποτελούν και εμπορικές επιχειρήσεις, ενώ θα μπορούν να «κατασκευάσουν» και τέτοιες κατ’ όνομα μορφές και οι ενδιαφερόμενες ξυλοβιομηχανίες στο πλαίσιο των συμπράξεων που έχει εξαγγείλει η κυβέρνηση.

Πολιτική υπονόμευση της ολοκληρωμένης διαχείρισης των δασών για τις λαϊκές ανάγκες

Στην ουσία, η κυβέρνηση αξιοποιεί τα αρνητικά αποτελέσματα της εγκληματικής της πολιτικής για τα δάση, για να κλιμακώσει στην ίδια κατεύθυνση. Ετσι διαιωνίζει:

– Τον αποτυχημένο και αντιεπιστημονικό διαχωρισμό της ενιαίας διαχείρισης και αντιπυρικής προστασίας των δασών και της πρόληψης από την κατάσβεση των πυρκαγιών.

– Τον «χορό» των εκατομμυρίων ευρώ από το ΤΑΙΠΕΔ, για τις μελετητικές και κατασκευαστικές εταιρείες για αποσπασματικά έργα καθαρισμού και αντιπυρικών ζωνών, με αναθέσεις εδαφοτεχνικών έργων, στις ίδιες εταιρείες, αλλά και μελετών με εξωπραγματικές αμοιβές και προϋπολογισμούς. Ετσι, μελέτες που θα μπορούσαν να υλοποιηθούν από δασολόγους της Δασικής Υπηρεσίας και να στοιχίσουν (μισθοί, κ.λπ. έξοδα κίνησης) 50.000 ευρώ, γίνονται με 5πλάσιο ή και 10πλάσιο κόστος.

– Την υποχρηματοδότηση και υποστελέχωση των κρατικών υπηρεσιών πρόληψης και κατάσβεσης. Από τη Δασική Υπηρεσία λείπουν 2.000 θέσεις μόνιμων δασολόγων και 10.000 δασεργατών – δασοπυροσβεστών, ενώ στην Πυροσβεστική Υπηρεσία υπάρχουν 4.000 κενές θέσεις πυροσβεστών, τα μέσα κατάσβεσης είναι κατά μέσο όρο το 1/3 αυτών που χρειάζονται για αποτελεσματική κατάσβεση.

– Την υλοποίηση της μείωσης των περιοχών Natura και άλλων προστατευόμενων περιοχών μέσω της εσωτερικής ζωνοποίησής τους, με Ειδικές Περιβαλλοντικές Μελέτες (ΕΠΜ) που είναι σε εξέλιξη σε όλη την Ελλάδα.

Το ίδιο διάστημα, τα 700 εκατομμύρια ευρώ που είχαν προβλεφθεί στο πλαίσιο του «εθνικού προγράμματος αναδασώσεων», μειώθηκαν σε περίπου 200 εκατομμύρια και αναδασώσεις προβλέπεται πλέον να γίνουν μόνο στην Αττική και στον Εβρο.

Σε αυτές τις συνθήκες η κυβέρνηση εξήγγειλε τη νέα δασική πολιτική της και ενώ παραδέχθηκε ότι ακόμη και αυτά τα πενιχρά και προσωρινά χρήματα που εξασφάλισε μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης για τα δάση τελειώνουν οριστικά το 2025.

Η κυβέρνηση θα δημιουργήσει ένα χρηματιστήριο για τους πρόσθετους τόνους διοξειδίου του άνθρακα (CO2) που παράγει μια ενεργοβόρα βιομηχανία. Ετσι, όλες οι επιχειρήσεις και οι ενεργοβόρες βιομηχανίες, οι οποίες θέλουν να βελτιώσουν το περιβαλλοντικό τους αποτύπωμα (δηλαδή θα συνεχίζουν να ρυπαίνουν αγοράζοντας δικαιώματα), θα μπορούν να «αγοράζουν από τους διαχειριστές» την υποτιθέμενη μείωση που θα προκύπτει από την απορρόφηση διοξειδίου του άνθρακα λόγω της «ορθής διαχείρισης» των δασών, των αναδασώσεων, κ.λπ.

Ετσι και οι ενεργοβόρες βιομηχανίες και επιχειρήσεις θα συνεχίζουν να ρυπαίνουν και μέχρι το νέο σύστημα να «ισορροπήσει», οι ξυλοβιομηχανίες και άλλες εμπορικές εταιρείες που μπορεί να προκύψουν από διάφορες νομικές μορφές και συμπράξεις, θα επιδοτούνται παράλληλα και από το κράτος με ποσά που το πρώτο διάστημα θα φτάνουν τα 150 εκατ. ευρώ, όπως εξήγησε ο κ. Σκυλακάκης. Η δήθεν εξασφάλιση της «πιστοποίησης» καλής διαχείρισης θα αποτελεί τυπική διαδικασία αφού η κυβέρνηση θα αλλάξει τις προδιαγραφές των διαχειριστικών μελετών προσαρμόζοντάς τες στις ανάγκες των ομίλων.

Είναι μάλιστα τόσο φανερή αυτή η «προσαρμογή» που είναι χαρακτηριστικό ότι εκτός από τις νέες προδιαγραφές η κυβέρνηση δηλώνει πως θα μειώσει και τις αμοιβές των μελετητών. Γιατί όταν μεν τις προκήρυσσαν οι κρατικές Δασικές Υπηρεσίες οι αμοιβές ήταν υπερβολικές, ενώ τώρα που θα τις πληρώνουν οι όμιλοι από την τσέπη τους, πρέπει να είναι πιο φτηνές. Το πιο σημαντικό όμως είναι ότι αλλάζει ο επιστημονικός χαρακτήρας των διαχειριστικών μελετών κι από μελέτες διαχείρισης του δάσους, μετατρέπονται σε διαχειριστικές μελέτες με σκοπό τη δικαιολόγηση της απόληψης της μεγαλύτερης δυνατής ποσότητας βιομάζας προς όφελος της κερδοφορίας των ξυλοβιομηχανιών. Σε αυτήν τη βάση είναι πιθανόν να προταθεί ακόμη και φύτευση «ενεργειακών» δένδρων γρήγορα αναπτυσσόμενων, που μπορεί να αυξάνουν την ποσότητα της βιομάζας, αλλά θα καταστρέψουν τελικά το δασικό οικοσύστημα εξαφανίζοντας τη φυσική του βλάστηση.

Είναι, λοιπόν, αυτή η κυβερνητική πολιτική που θα εξασφαλίσει την ολοκληρωμένη διαχείριση και προστασία των δασών; Φυσικά όχι.

Απλά συνεχίζει την ίδια δασοκτόνα πολιτική που εφαρμόζεται δεκαετίες τώρα από όλες τις αστικές κυβερνήσεις, οι οποίες αντιμετωπίζουν τα δάση ως εμπόρευμα και πεδίο κερδοφορίας για τους μονοπωλιακούς ομίλους.

Η συνέχεια του άρθρου στο rizospastis.gr

10 και ένα ερωτήματα για τον Κανονισμό πυροπροστασίας ακινήτων (Άρθρο κ.Σοφίας Παυλάκη στο “Δασαρχείο”)

Σοφία Ε. Παυλάκη,
Δικηγόρος, M.Sc.

Σε σχέση με την εφαρμογή του Κανονισμού προληπτικής πυροπροστασίας ακινήτων εντός και πλησίον δασικών εκτάσεων, τίθενται τα ακόλουθα ερωτήματα:

1. Πώς θα γνωρίζει ο πολίτης ποιες είναι οι δασικές εκτάσεις και τα δάση από το όριο των οποίων υποχρεούται να μετράει την απόσταση της ιδιοκτησίας του για τη σύνταξη Έκθεσης πυροπροστασίας και τη λήψη των επιβαλλομένων μέτρων, εφόσον οι δασικοί χάρτες δεν έχουν ακόμα οριστικοποιηθεί και δεν γνωρίζουμε, μετά και την ολοκλήρωση της διαδικασίας εξέτασης των αντιρρήσεων και προδήλων σφαλμάτων, που εκκρεμούν κατά χιλιάδες, ποιες από τις εκτάσεις που σήμερα φέρονται ως δάση ή δασικές θα παραμένουν με αυτόν τον χαρακτηρισμό; Πώς είναι δυνατόν η ελληνική Πολιτεία να επιβάλλει αδιακρίτως ένα τέτοιο μέτρο στο σύνολο της επικράτειας, όταν ούτε η ίδια δεν είναι ακόμα σε θέση να γνωρίζει ποια ακριβώς είναι τα δάση και οι δασικές εκτάσεις της; Και αν τελικά ο πολίτης σπεύσει να συμμορφωθεί εντός των ασφυκτικών προθεσμιών που προβλέπονται και εν συνεχεία αποδειχθεί ότι η έκταση, την οποία θεώρησε ως δασική για τον υπολογισμό της απόστασης του ακινήτου του, δεν ήταν τελικά ούτε δάσος ούτε δασική, θα τον αποζημιώσει το κράτος για τη δαπάνη σύνταξης της Έκθεσης πυροπροστασίας στην οποία υπεβλήθη και για τις επεμβάσεις που θα έχει υποστεί η ιδιοκτησία του σε εφαρμογή της;

2. Ποιος είναι ο …fantômas «αρμόδιος τεχνικός επιστήμονας» που επικαλείται ο Κανονισμός και η πρόσφατη Εγκύκλιός του, στον οποίο θα πρέπει ο πολίτης να απευθύνεται για τη σύνταξη της σχετικής έκθεσης (δασολόγος; μηχανικός; υπάλληλος του δήμου; υπάλληλος του Πυροσβεστικού σώματος; άλλος;); Και γιατί δεν αναφέρεται πουθενά ξεκάθαρα η σχετική ειδικότητα; Ή μήπως τελικά ούτε εκείνοι που συνέταξαν τον Κανονισμό και την Εγκύκλιο γνωρίζουν;

3. Ποια είναι «τα ακίνητα που χαρακτηρίζονται ως υψηλής επικινδυνότητας» και ποια τα «χαμηλής ή μεσαίας» γιατί στον Κανονισμό αναφέρονται μόνο τα κριτήρια χαρακτηρισμού χωρίς όμως να συνδέονται μεταξύ τους και με τις κατηγορίες επικινδυνότητας, ώστε να μπορεί να συμπεράνει ο ιδιοκτήτης σε ποια κατηγορία θα πρέπει να ενταχθεί το ακίνητό του από την εφαρμογή τους, ανάλογα με τα χαρακτηριστικά που συγκεντρώνει… Πώς ακόμα ο πολίτης θα ενημερώνεται σε ποια από τις κατηγορίες επικινδυνότητας έχει υπαχθεί το δικό του ακίνητο και τι μέσα έχει να προσφύγει κατά των αρχών και ν’ αμυνθεί κατά του χαρακτηρισμού, σε περίπτωση που έχει αντίθετη άποψη για την κατηγορία στην οποία εντάχθηκε το ακίνητό του; Εφόσον δηλαδή το μέτρο έχει άμεση επίπτωση στην ιδιοκτησία του πολίτη και συνοδεύεται και από την επιβολή σημαντικής οικονομικής επιβάρυνσής του, δεν είναι υποχρεωτική η θέσπιση ενός μέσου ή διαδικασίας μέσω της οποίας θα μπορεί ο πολίτης να αμυνθεί και να διεκδικήσει τα δικαιώματά του και την αποκατάσταση της τυχόν βλάβης του σε περίπτωση εσφαλμένου χαρακτηρισμού ή μη νόμιμης επιβολής των υποχρεώσεων που απορρέουν από τα μέτρα του Κανονισμού πυροπροστασίας; Είναι νόμιμος ο εν λόγω Κανονισμός στον βαθμό που δεν προβλέπει κανένα τέτοιο μέσο ή διαδικασία;

4. Για την κατηγοριοποίηση των ακινήτων, πόση πραγματικά σημασία έχει π.χ. ο ανατολικός ή βόρειος προσανατολισμός τους ή το υγρό του κλίματος, όταν ξέρουμε ότι η Ηλεία, μια περιοχή που δέχεται τις μεγαλύτερες βροχοπτώσεις ετησίως, έγινε παρανάλωμα το 2007 σε μια από τις φονικότερες δασικές πυρκαγιές της ιστορίας μας και ο αυστηρά προστατευόμενος υγρότοπος διεθνούς σημασίας της Στροφυλιάς επίσης κάηκε το 2019; Όταν η Δαδιά, που υπήρξε ένα δάσος του ελληνικού βορρά και μάλιστα τριγυρισμένη από ποτάμια, έγινε επίσης στάχτη; Πώς εξηγείται ακόμα ότι ενώ η οξιά κατατάσσεται από τον Κανονισμό στα «πυρίμαχα φυτά», το 2022 η φωτιά κατέκαιγε, επί εβδομάδες, τα δάση της στο Παπίκιον όρος (επίσης βόρεια) και μάλιστα Νοέμβρη μήνα; Επομένως πόσο ασφαλή είναι τα κριτήρια που έχουν ληφθεί υπόψη από τον Κανονισμό αυτό και σε τι βαθμό έχουν ενσωματώσει την τραγική εμπειρία που έχει διαμορφωθεί από καταστροφικότατες δασικές πυρκαγιές που βιώσαμε έως και πολύ πρόσφατα;

5. Γιατί πρέπει ο πολίτης να επιβαρύνεται με την τυχόν αδυναμία ή πλημμελή πρόσβαση του ακινήτου του σε δίκτυα, υποδομές και σημεία υδροληψίας (κριτήρια που επίσης χρησιμοποιούνται από τον Κανονισμό για την κατηγοριοποίηση των ακινήτων) ενώ είναι υποχρέωση της πολιτείας η εξασφάλισή τους και η σωστή λειτουργία τους; Και γιατί οι πολεοδομικές αρχές έχουν χορηγήσει άδειες δόμησης σε ακίνητα που δεν έχουν επαρκή, κατά τον Κανονισμό, πρόσβαση σε δίκτυα και σημεία υδροληψίας θεωρώντας αυτό εκ των υστέρων μη ορθό και επικίνδυνο;

6. Αν το ακίνητο είναι αυθαίρετο, θα συνεχίζει να υπάρχει ανενόχλητο χωρίς ο ιδιοκτήτης να συμμορφώνεται ούτε με τις υποχρεώσεις του Κανονισμού πυροπροστασίας; Τούτο δεν θα έχει όμως ως αποτέλεσμα, για ακόμα μια φορά σε αυτή τη χώρα, οι ιδιοκτήτες που δεν παρανόμησαν να επιβαρύνονται πολύ επαχθέστερα από εκείνους που αυθαιρετούν και να είναι πάντοτε οι μόνοι που υποχρεούνται να συμμορφωθούν; Δεν συνιστά αυτό παραβίαση της συνταγματικά κατοχυρωμένης ισότητας των πολιτών ενώπιον του νόμου; Λαμβανομένου υπόψη ότι ο Κανονισμός θέτει ως βασικό κριτήριο για την κατηγοριοποίηση των ακινήτων την «πυκνότητα του δομημένου περιβάλλοντος» γιατί αποφεύγει να πει τι θα γίνεται με τα αυθαίρετα κτίσματα ή και με ολόκληρους αυθαίρετους οικισμούς που εξακολουθούν να υπάρχουν ανά την επικράτεια σε εγγύτητα με δασικές εκτάσεις και μόνο μοιράζει ευθύνες σε μη αυθαιρετούχους ιδιοκτήτες που ουδέποτε παρανόμησαν; Ας θυμηθούμε μόνο τι συνέβη στο Μάτι από τον αυθαίρετο αποκλεισμό του αιγιαλού και της ελεύθερης πρόσβασης στη θάλασσα και από όσα προκάλεσε η αυθαίρετη δόμηση στην περιοχή αυτή… Η ίδια η πολιτεία που επί δεκαετίες χορηγεί με τις υπηρεσίες της οικοδομικές άδειες εκτός σχεδίου χωρίς καν τη στοιχειώδη τήρηση του κριτηρίου του «προσώπου» του ακινήτου σε κοινόχρηστες οδούς, έρχεται τώρα και επικαλείται ως υποχρέωση του ιδιοκτήτη την πρόσβαση σε κοινόχρηστους χώρους και δίκτυα! Μήπως τελικά το κράτος θα πρέπει να αναζητήσει αλλού -και δη στον ίδιο του τον εαυτό- τη λύση του προβλήματος που επιδιώκει ν’ αντιμετωπίσει ο Κανονισμός;

7. Εφόσον το ίδιο το ελληνικό Κράτος δεν έχει -από ιδρύσεώς του έως και σήμερα- θέσει σε ισχύ, με όλες τις εμπλεκόμενες υπηρεσίες του (δασική υπηρεσία, δημοτικές αρχές, πολεοδομικές υπηρεσίες κ.λπ.), ένα ολοκληρωμένο νομικό πλαίσιο για το Αστικό Πράσινο, αλλ’ αντλεί για την προστασία και διαχείρισή του αποσπασματικές διατάξεις από σχεδόν το σύνολο των κλάδων του ισχύοντος δικαίου (σε βαθμό που να μην ξέρει συχνά κανείς ποιοι κανόνες διέπουν την κάθε περίπτωση), πώς είναι δυνατόν να απαιτεί απ’ τον απλό πολίτη να γνωρίζει τα ακριβή όρια των κοινοχρήστων χώρων αστικού πρασίνου που επικαλείται ο Κανονισμός, ώστε να υπολογίσει και τις αποστάσεις από αυτά του δικού του ακινήτου;

8. Διαθέτουν οι εμπλεκόμενες υπηρεσίες το αναγκαίο επιστημονικό προσωπικό που θα πρέπει να διαθέσουν στις τριμελείς Επιτροπές που θα συσταθούν κατά τον Κανονισμό, έχοντας ως έργο την εξέταση των υποθέσεων πυροπροστασίας των ακινήτων, ή κινδυνεύει το όλο εγχείρημα να αυτοαναιρεθεί λόγω υποστελέχωσης και γραφειοκρατίας;

9. Ένα κράτος που με τους ίδιους τους νόμους που θεσπίζει:

– επιτρέπει τη νομιμοποίηση των δασικών αυθαιρέτων και διατηρεί έως και σήμερα το μόρφωμα των οικιστικών πυκνώσεων,

– έχει καθιερώσει την ολέθρια μίξη χρήσεων εντός ή περιμετρικά δασών και δασικών εκτάσεών του ή ακόμα και κηρυγμένων εθνικών δρυμών και προστατευόμενων περιοχών του,

– εισάγει ολοένα και περισσότερες επιτρεπτές επεμβάσεις σε δάση και δασικές εκτάσεις, εντελώς ασύμβατες με τη λειτουργία τους ως σύνθετων και πολύτιμων οικοσυστημάτων,

– επιτρέπει εγκαταστάσεις και επεμβάσεις σε αναδασωτέες εκτάσεις, ακόμα και πριν την αναγέννηση της δασικής βλάστησης, σε ευθεία αντίθεση με αυτό το ίδιο το Σύνταγμά μας που απαγορεύει απαρέγκλιτα οποιαδήποτε εγκατάσταση σε αναδασωτέα έκταση,

– καθιερώνει την εκχέρσωση των δασών και την εξαγορά δημοσίων δασών και οικοτόπων,

– εργαλειοποιεί συστηματικά τα δάση ως οικονομικό αποκλειστικά προϊόν ή τα υπάγει ως επενδυτικό δέλεαρ στο ΤΑΙΠΕΔ,

– αποδομεί τις δασικές του υπηρεσίες χορηγώντας (επίσημα ή και άτυπα) τις θεσμικές τους αρμοδιότητες σε φορείς στους οποίους το δίκαιο δεν απονέμει αρμοδιότητες δασικής διαχείρισης και προστασίας, ενάντια στους κανόνες της δασικής και περιβαλλοντικής μας νομοθεσίας αλλά και της νομοθεσίας των δημοσίων έργων και του ανταγωνισμού,

πώς είναι δυνατόν να πείσει τον πολίτη ότι η εισαγωγή του Κανονισμού πυροπροστασίας, με το περιεχόμενο που έχει, αποβλέπει στην προστασία του περιβάλλοντος με την ασφαλή πρόληψη των δασικών πυρκαγιών και τη διευκόλυνση της καταστολής τους και ότι τα μέτρα που εισάγει ο Κανονισμός δεν έχουν παρά εισπρακτικό και μόνο σκοπό και χαρακτήρα;

10. Σε περίπτωση που ο πολίτης αδυνατεί οικονομικά ν’ ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις που επιβάλλει ο Κανονισμός πυροπροστασίας ακινήτων, ποιες λύσεις ή εναλλακτικές υπάρχουν; Γιατί μπορεί οι διοικούντες να μην το γνωρίζουν από προσωπική τους εμπειρία, ωστόσο στην ελληνική πραγματικότητα των ημερών μας υπάρχει και αυτό το σοβαρό ενδεχόμενο…

Ένα τελευταίο, ενδέκατο ερώτημα, μετά απ’ όσα προηγήθηκαν, είναι ρητορικό και μάλλον ρητορικό θα παραμείνει: – Είναι άραγε ο γιαλός στραβός ή εμείς στραβά αρμενίζουμε; Ή μήπως τελικά αυτά τα δύο δεν είναι παρά οι όψεις του ίδιου νομίσματος, που πάντα θα πηγαίνουν μαζί;

[Σχετ.: κυα οικ. ΥΠΕΝ/ΔΑΟΚΑ/55904/2019/19.5.2023 (ΦΕΚ Β’ 3475/24.5.2023)Εγκ. ΥΠΕΝ 28909/848/15.3.2024 (ΑΔΑ: ΡΛ2Π4653Π8-ΚΣΡ)https://dasarxeio.com/2024/03/15/134192/]

Τα δάση ανήκουν στην ιδιωτική περιουσία του Δημοσίου; (πηγή “Δασαρχείο”)

(Γράφει ο Ιωάννης Καπετανγιάννης,
Διευθυντής Δασών Ν. Καβάλας)

AΝΤΙΝΕRΟ Ι,  ΙΙ,  ΙΙΙ  …….

ΤΑΜΕΙΟ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΙΔΙΩΤΙΚΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ  Α.Ε.

ΤΑ ΔΑΣΗ ΑΝΗΚΟΥΝ ΣΤΗΝ ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ;

Ιωάννης Καπετανγιάννης,
Διευθυντής Δασών Ν. Καβάλας

Τα ακίνητα του Ελληνικού Δημοσίου διακρίνονται σε αυτά, που ανήκουν στη δημόσια περιουσία του και σε αυτά, που απαρτίζουν την ιδιωτική περιουσία του[1].

α. Δημόσια περιουσία

Η δημόσια περιουσία ή δημόσια κτήση του Ελληνικού Δημοσίου περιλαμβάνει τα πράγματα, που υπηρετούν αυτούσια δημόσιους σκοπούς και είναι αμέσως απαραίτητα, για την εκπλήρωση των λειτουργιών του Κράτους[2], όπως πχ. τα ακίνητα, στα οποία στεγάζονται τα υπουργεία και δημόσιες υπηρεσίες, τα στρατόπεδα, κλπ. Επίσης στην έννοια της δημόσιας περιουσίας εμπίπτουν όλα τα, κατ’ άρθρο 966 του ΑΚ[3], εκτός συναλλαγής πράγματα και ειδικότερα τα κοινόχρηστα (άρθρο 967 ΑΚ), με την επισήμανση, ότι εξαιρούνται αυτά, που ο Νόμος ορίζει, ότι ανήκουν σε Δήμο ή Κοινότητα ή σε ιδιώτη (άρθρο 968 ΑΚ)[4]. Κατ΄ άρθρο 967 του ΑΚ κοινόχρηστα ή κοινής χρήσης πράγματα «είναι ιδίως τα  νερά  με  ελεύθερη  και  αέναη ροή, οι δρόμοι, οι πλατείες, οι γιαλοί, τα λιμάνια και οι όρμοι, οι όχθες πλεύσιμων ποταμών, οι μεγάλες λίμνες και οι όχθες τους.» Η λέξη «ιδίως» υποδηλώνει, ότι η απαρίθμηση είναι ενδεικτική και τούτο οδήγησε μέρος της νομολογίας, ιδίως του Αρείου Πάγου, αλλά και της θεωρίας[5], στο συμπέρασμα, ότι τα δάση και οι δασικές εκτάσεις ανήκουν στη δημόσια περιουσία, εξομοιώνοντάς τα, από άποψη ιδιοκτησιακού καθεστώτος, με τον αιγιαλό, τους λιμένες, τους ποταμούς κλπ.

Ο χαρακτηρισμός ενός ακινήτου, ως «εκτός συναλλαγής» συνεπάγεται αφενός, το ότι δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο οποιασδήποτε συναλλαγής ιδιωτικού δικαίου (πχ. πώληση, επιβάρυνση με υποθήκη, κατάσχεση κλπ) και αφετέρου, ότι είναι ανεπίδεκτο χρησικτησίας (άρθρο 1054 ΑΚ). Κατά συνέπεια ουδείς τρίτος μπορεί να αποκτήσει την κυριότητα ή νομή σε ακίνητο, το οποίο ανήκει στη δημόσια περιουσία του Ελληνικού Δημοσίου. Κατ΄ άρθρο 970 του ΑΚ[6], όμως, είναι δυνατή η παραχώρηση, με πράξη της Αρχής, ιδιαιτέρων δικαιωμάτων (προφανώς ενοχικών) σε τρίτους με αντάλλαγμα, εφόσον όμως δεν αναιρείται η κοινή χρήση. Τέλος, η κυριότητα του Ελληνικού Δημοσίου επί ακινήτων της δημόσιας περιουσίας του χαρακτηρίζεται ως ιδιότυπη (sui generis), η οποία ανάγεται στη σφαίρα της δημόσιας εξουσίας και διέπεται προεχόντως από τους περιοριστικούς, της οικονομικής ελευθερίας, κανόνες του Διοικητικού Δικαίου[7].

β. Ιδιωτική περιουσία

Η ιδιωτική περιουσία του Ελληνικού Δημοσίου αποτελείται από τα πράγματα και λοιπά περιουσιακά στοιχεία, τα οποία συμβάλλουν στην εκπλήρωση δημοσίων σκοπών, όχι αυτούσια και άμεσα, αλλά έμμεσα με τις προσόδους και την αξία τους[8]. Η ιδιωτική περιουσία του Δημοσίου, αν και υπόκειται σε ιδιαίτερους κανόνες διαχείρισης[9], εντούτοις, δεν διαφέρει από την περιουσία οποιουδήποτε ιδιώτη, με εξαίρεση, ότι μετά την 12-9-1915 η ακίνητη περιουσία του είναι ανεπίδεκτη χρησικτησίας[10].

Στην ιδιωτική περιουσία του Κράτους ανήκουν μεταξύ των άλλων, οι «εθνικές γαίες», όπως ονομάστηκαν από τις Επαναστατικές Συνελεύσεις των Ελλήνων, κατά τον απελευθερωτικό αγώνα, στις οποίες συγκαταλέγονταν όλες οι εδαφικές εκτάσεις, που περιήλθαν στο Ελληνικό Δημόσιο, ως διάδοχο του Οθωμανικού, με το δικαίωμα του πολέμου[11].

Αργότερα, οι εθνικές γαίες χαρακτηρίστηκαν, ως δημόσια κτήματαμε πρώτη αναφορά στο ν. 21-6/10-7-1837 «περί διακρίσεως κτημάτων» (ΦΕΚ τ. Α΄ 25/10-7-1837), ακολούθως στο ΠΔ της 11/12-11-1929 «περί διοικήσεως δημοσίων κτημάτων» (ΦΕΚ τ. Α΄ 399/12-11-1929) και μετέπειτα στον ΑΝ. 1539/1938 «περί προστασίας των δημοσίων κτημάτων» (ΦΕΚ τ. Α΄ 488/29-12-1938), χωρίς, όμως, να δίνεται σαφής ορισμός της έννοιας αυτών και χωρίς ο παλαιότερος νομοθέτης να διακρίνει μεταξύ δημόσιας και ιδιωτικής περιουσίας του Δημοσίου, επιφυλάσσοντας, για όλα τα ακίνητα του Δημοσίου την ίδια νομοθετική προστασία.

Ο σύγχρονος, όμως, μνημονιακός νομοθέτης και συγκεκριμένα στο ν. 3986/2011 (ΦΕΚ τ. Α΄ 152/01-07-2011), υπό τον τίτλο «Επείγοντα Μέτρα Εφαρμογής Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2012-2015», με το άρθρο 1, (όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 7 του ν. 4038/2012), συστάθηκε το «ΤΑΜΕΙΟ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗΣ ΙΔΙΩΤΙΚΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ Α.Ε.», υπό τη μορφή  ανώνυμης εταιρείας και αποκλειστικό σκοπό την αξιοποίηση περιουσιακών στοιχείων της ιδιωτικής περιουσίας του Δημοσίου, καθώς και περιουσιακών στοιχείων Ν.Π.Δ.Δ. ή των δημοσίων επιχειρήσεων, των οποίων το μετοχικό κεφάλαιο ανήκει εξ ολοκλήρου, άμεσα ή έμμεσα, στο Δημόσιο ή σε Ν.Π.Δ.Δ. και δίνει σαφή ορισμό της έννοιας «Δημόσια κτήματα». Συγκεκριμένα στο άρθρο 18 παρ. 4 του νόμου αυτού (όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 12β του άρθρου 3 του ν. 4092/2012) ορίζεται ότι «Δημόσια Κτήματα είναι τα ακίνητα οποιασδήποτε φύσης που ανήκουν στο Ελληνικό Δημόσιο, σε νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, σε εταιρίες και δημόσιες επιχειρήσεις, των οποίων το μετοχικό κεφάλαιο ανήκει εξ ολοκλήρου, άμεσα ή έμμεσα, στο Δημόσιο ή σε νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, σε δημόσιους οργανισμούς με μορφή νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου ή και σε εταιρίες που αποκτούν τα ακίνητα των παραπάνω φορέων με σκοπό την εκμετάλλευσή τους.». Επιπλέον, στο άρθρο 10 παρ. 1 εδ. β του ιδίου νόμου, ως δημόσια ακίνητα, στα οποία, κατά το νόμο, θα αποδοθεί «βιώσιμη επενδυτική ταυτότητα με σκοπό την αξιοποίησή τους, που συνιστά λόγο εντόνου δημοσίου συμφέροντος», νοούνται τα ακίνητα, που ανήκουν στην ιδιωτική περιουσία του Δημοσίου ή Ν.Π.Δ.Δ. ή Ο.Τ.Α. ή σε εταιρεία, της οποίας το μετοχικό κεφάλαιο ανήκει εξ ολοκλήρου, άμεσα ή έμμεσα, στο Δημόσιο ή σε Ν.Π.Δ.Δ. ή σε Ο.Τ.Α. Εντούτοις, με το άρθρο 11 παρ. 2 του ιδίου νόμου, εξαιρούνται της ως άνω αξιοποίησης, τα δημόσια ακίνητα, τα οποία εμπίπτουν στο σύνολό τους σε οικότοπους προτεραιότητας, σε περιοχές απόλυτης προστασίας της φύσης και προστασίας της φύσης, που καθορίζονται, κατά τις διατάξεις των άρθρων 19 παράγραφοι 1 και 2[12]  και 21[13] του ν. 1650/1986 «Για την προστασία του περιβάλλοντος» (ΦΕΚ τ. Α` 160/16-10-1986), όπως ισχύει, σε πυρήνες εθνικών δρυμών, σε διατηρητέα μνημεία της φύσης, σε εθνικά πάρκα και σε υγρότοπους διεθνούς σημασίας. Επομένως, με τις διατάξεις του ν. 3986/2011 νομοθετήθηκε η διαφαινόμενη την τελευταία δεκαετία, λόγω της οικονομικής κρίσης, τάση συσταλτικής ερμηνείας του όρου «δημόσια περιουσία» με αντίστοιχη διασταλτική της «ιδιωτικής περιουσίας» του Ελληνικού Δημοσίου, στην οποία εμπίπτουν τα δημόσια κτήματα, ώστε να διευρυνθεί ο αριθμός των υπαγομένων, στην τελευταία, ακινήτων και κατά συνέπεια, το Ελληνικό Δημόσιο να μπορέσει να τα εκμεταλλευθεί, με προσφορότερο τρόπο, μέσω του ΤΑΙΠΕΔ.

Υπό αυτό το πρίσμα εκδόθηκε η 4883/2014 απόφαση του Δ΄ Τμήματος[14] του Συμβουλίου της Επικρατείας[15], που δέχθηκε δριμεία κριτική[16], η οποία έκρινε, ότι «Τα δάση και οι δασικές εκτάσεις, που ανήκουν στο Δημόσιο, καθώς και αυτά, που ανήκουν σε νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου ή σε δημόσιες επιχειρήσεις τελούν, [όπως άλλωστε και τα δάση και οι δασικές εκτάσεις που ανήκουν σε ιδιώτες], σύμφωνα με το άρθρο 24 παρ. 1 του Συντάγματος και τον εκτελεστικό του νόμο 998/1979 (Α΄289), σε ιδιαίτερο νομικό καθεστώς προστασίας, το οποίο αποσκοπεί στη διασφάλιση της διατήρησης, κατ’ αρχήν, της δασικής μορφής τους, δεν έχουν, όμως, σύμφωνα με το Σύνταγμα και την κοινή νομοθεσία, τον χαρακτήρα κοινοχρήστων πραγμάτων, αλλά αποτελούν, εφ’ όσον ανήκουν κατά κυριότητα στο Δημόσιο ή σε ν.π.δ.δ., στοιχεία της ιδιωτικής τους περιουσίας (βλ. ΑΕΔ 85/1991), δυνάμενα, ως εκ τούτου, να μεταβιβασθούν, με όλους τους περιορισμούς και τα βάρη που συνεπάγεται για την ιδιοκτησία τους η εφαρμογή των διατάξεων του Συντάγματος και της κοινής νομοθεσίας περί προστασίας των δασών.»

Αξίζει να επισημανθεί, ότι επί του ζητήματος αυτού, δηλαδή αν τα δημόσια δάση ανήκουν στη δημόσια ή ιδιωτική περιουσία του Δημοσίου, σημειώνεται σοβαρή διαφωνία, τόσο στη θεωρία, όσο και μεταξύ της νομολογίας του Αρείου Πάγου[17] και της προαναφερόμενης απόφασης του ΣτΕ. Στις εκ διαμέτρου αντίθετες απόψεις, βαρύνουσα είναι αυτή, που ευθυγραμμίζεται με τον κοινόχρηστο χαρακτήρα του δάσους, που το θέτει, εκ των πραγμάτων, στον αποκλεισμό του, από το να καταστεί αντικείμενο ιδιωτικών συναλλαγών και οικονομικής εκμετάλλευσης, πέραν των επιτρεπομένων, κατά τις διατάξεις της δασικής νομοθεσίας. Θεμέλιος λίθος αποτελεί η ιδιότητα του δάσους, ως δημόσιου αγαθού υψίστης σημασίας, με ζωτικές, οικολογικές και βιοτικές προεκτάσεις, που είναι ασύμβατη με τους κανόνες ιδιωτικού δικαίου, που διέπουν τα δημόσια κτήματα και ανήκουν στην ιδιωτική περιουσία του Δημοσίου, τα οποία δεν είναι ούτε αναπαλλοτρίωτα ούτε ακατάσχετα.

[1]  Γνωμοδ Ολ. ΝΣΚ 348/2004 δημ. σε ΤΝΠ Νόμος.

[2]  Απόστολος Γεωργιάδης, Εμπράγματο Δίκαιο, Εκδόσεις Σάκκουλα, 1991, σελ. 128.

[3]  «Τα εκτός συναλλαγής πράγματα είναι τα κοινά σε όλους, τα κοινόχρηστα και τα προορισμένα για την εξυπηρέτηση δημοσίων, ιδιωτικών, κοινοτικών ή θρησκευτικών σκοπών.»

Ως κοινά σε όλους θεωρούνται ο ατμοσφαιρικός αέρας στην ελεύθερη κατάστασή του και η ανοιχτή θάλασσα, τα οποία όμως, δεν είναι πράγματα κατ΄ άρθρο 947 ΑΚ, υπό την έννοια, ότι δεν είναι δεκτικά εξουσίασης, τα δε κυριαρχικά δικαιώματα του Κράτους στον εναέριο χώρο και στην αιγιαλίτιδα ζώνη δεν είναι εμπράγματα δικαιώματα, αλλά δικαιώματα που πηγάζουν από το δημόσιο δίκαιο (κρατική κυριαρχία).

[4]  «Τα κοινόχρηστα πράγματα, εφόσον δεν ανήκουν σε δήμο ή κοινότητα, ή ο νόμος δεν ορίζει διαφορετικά, ανήκουν στο δημόσιο.».

[5]  Δημήτριος Παπαστερίου, Δασικό Δίκαιο και Εθνικό Κτηματολόγιο, Εκδόσεις Σάκκουλα, 2017, σελ. 1171 – 1173

[6]  «Τα Κοινόχρηστα πράγματα μπορούν να αποκτηθούν με παραχώρηση της αρχής κατά τους όρους του νόμου ιδιαίτερα ιδιωτικά δικαιώματα εφόσον με τα δικαιώματα αυτά εξυπηρετείται ή δεν αναιρείται η  κοινή  χρήση.».

[7]  Αργυρίου Δ., Βέλλας Π., Γεωργιάδου Μ., Δουβίτσας Π., Καραντάνα Αν., Το δίκαιο των ακινήτων, Εκδόσεις Νομική Βιβλιοθήκη, 2012 τόμος 6ος  σελ. 165 – 166.

[8]  Απ. Γεωργιάδης οπ.

[9]  Πχ. Ν. 1539/1938 «περί προστασίας των δημοσίων κτημάτων».

[10]  Με το Ν. ΔΞΗ (4048)/1912 «περί αναστολής παραγραφών, προθεσμιών και δικαστικών εν γένει πράξεων εν καιρώ επιστρατείας και τα σε εκτέλεση του Νόμου αυτού, αλλεπάλληλα διατάγματα «περί δικαιοστασίου», ακολούθως με το  άρθρο 21 του ΝΔ της 22-4/16-5-1926 «περί διοικητικής αποβολής από των κτημάτων της Αεροπορικής Αμύνης, περί απαγορεύσεως λήψεως προσωρινών μέτρων κατά του Δημοσίου και της Αεροπορικής Αμύνης κλπ..» και τέλος το άρθρο 4 του ΑΝ 1539/1938  «περί προστασίας των δημοσίων κτημάτων», που διατηρήθηκε σε ισχύ με το άρθρο 53 του ΕισΝΑΚ.

[11]  Αικατερίνη Τσακίρη, Εμπράγματες διαφορές επί ακινήτων μεταξύ Ελληνικού Δημοσίου και Ιδιωτών, Εκδόσεις Σάκκουλα, 2017, σελ. 23.

[12]  Άρθρο 19. Κριτήρια χαρακτηρισμού και αρχές προστασίας. «Για την εφαρμογή του παρόντος νόμου: 1. Ως περιοχές απόλυτης προστασίας της φύσης (Strict nature reserves) χαρακτηρίζονται εκτάσεις με εξαιρετικά ευαίσθητα οικοσυστήματα, ενδιαιτήματα σπάνιων ή απειλούμενων με εξαφάνιση ειδών της αυτοφυούς χλωρίδας ή άγριας πανίδας ή εκτάσεις που έχουν σημαίνουσα θέση στον κύκλο ζωής σπάνιων ή απειλούμενων με εξαφάνιση ειδών της άγριας πανίδας. Οι περιοχές αυτές υπόκεινται σε αυστηρή φύλαξη από τις αρμόδιες υπηρεσίες. Στις περιοχές απόλυτης προστασίας της φύσης απαγορεύεται κάθε δραστηριότητα. Κατ` εξαίρεση, μπορεί να επιτρέπονται, σύμφωνα με τις ειδικότερες ρυθμίσεις του οικείου σχεδίου διαχείρισης, η διεξαγωγή επιστημονικών ερευνών εφόσον εξασφαλίζεται υψηλός βαθμός προστασίας, όπως και η εκτέλεση εργασιών που κρίνονται απολύτως αναγκαίες για τη μη αλλοίωση εκείνων των χαρακτηριστικών που διασφαλίζουν τη διατήρηση των προστατευτέων αντικειμένων, ειδών ή οικοτόπων 2. Ως περιοχές προστασίας της φύσης (Nature reserves) χαρακτηρίζονται εκτάσεις μεγάλης οικολογικής ή βιολογικής αξίας. Στις περιοχές αυτές προστατεύεται το φυσικό περιβάλλον από κάθε δραστηριότητα ή επέμβαση που μπορεί να μεταβάλει ή να αλλοιώσει τη φυσική κατάσταση, σύνθεση ή εξέλιξη του. Κατ` εξαίρεση, επιτρέπονται, σύμφωνα με τις ειδικότερες ρυθμίσεις του οικείου σχεδίου διαχείρισης, η εκτέλεση εργασιών που κρίνονται αναγκαίες για τη μη αλλοίωση εκείνων των χαρακτηριστικών που διασφαλίζουν τη διατήρηση των προστατευτέων αντικειμένων, επιστημονικών ερευνών και η άσκηση ήπιων ασχολιών και δραστηριοτήτων, εφόσον δεν έρχονται σε αντίθεση με τους σκοπούς προστασίας. Οι περιοχές προστασίας της φύσης είναι δυνατόν να περιλαμβάνουν προστατευόμενες περιοχές της παραγράφου 1».

[13]  Άρθρο 21, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 6 του ν. 3937/2011, ΦΕΚ Α΄ 60/31-3-2011. Χαρακτηρισμός περιοχών, στοιχείων ή συνόλων της φύσης και του τοπίου. «1. α) Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, ύστερα από γνώμη της «Επιτροπής Φύση 2000» και του Γενικού Γραμματέα της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης, σε εφαρμογή ειδικής περιβαλλοντικής μελέτης (Ε.Π.Μ.), γίνεται ο χαρακτηρισμός των προστατευόμενων περιοχών 1, 2 και 3.1 του άρθρου 19, καθώς και η οριοθέτηση και ο καθορισμός χρήσεων γης και δραστηριοτήτων μέσα σε αυτές. Η ανάθεση της σύνταξης Ε.Π.Μ. και η τελική έγκριση της πραγματοποιείται με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής.

[14]Σοφία Παυλάκη, Ζητήματα παραχώρησης δημόσιας δασικής κτήσης στην πρόσφατη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, επιστημονική συμβολή στη σειρά: Εταιρεία Νομικών Βορείου Ελλάδος (ΕΝΟΒΕ), τ. 73, εκδ. Σάκκουλα, ISBN: 987-960-568-560-7, Θεσ/νίκη 2017, δημ. στην ιστοσελίδα https://dasarxeio.com/2017/03/22/43025/ και https://dasarxeio.com/2018/04/02/54853/ «Αξιοσημείωτο είναι, ότι η απόφαση εξεδόθη, όχι από το κατ΄ εξοχήν αρμόδιο, για θέματα δασών και φυσικού περιβάλλοντος, Ε΄ Τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας, αλλά από το Δ΄ Τμήμα του, το οποίο προκειμένου να εγκρίνει την ένδικη παραχώρηση, απεφάνθη παρεμπιπτόντως, για ζητήματα κεφαλαιώδους σημασίας, όπως ο νομικός χαρακτήρας των δημοσίων δασών, η μορφή της δημόσιας δασικής κτήσης και οι εξουσίες που απορρέουν από την ιδιοκτησία του Δημοσίου στα δάση του».

[15]  Δημοσίευση στην ΤΝΠ Νόμος, βλ. και Απόστολος Αρβανίτης, Κτηματολόγιο 2020, Εκδόσεις Ζήτη, 2014, σελ. 314, που δέχεται, ότι τα δάση συγκαταλέγονται στην ιδιωτική περιουσία του Κράτους.

[16]  Δ. Παπαστερίου, ό.π., σελ. 1176 – 1181.

[17]  ΑΠ. 148/2016, 303/2015, 384/2014, 498/2014, 1524/2012, 2192/2013, 957/2015, 929/2015, 227/2015, 785/2012, όλες δημοσ. στην ΤΝΠ Νόμος.

Για τις αντιπυρικές ζώνες οικισμών εντός ή πλησίον δασών (Άρθρο της κ. Σοφίας Παυλάκη στο “Δασαρχείο”.

Αναφορικά με την πρωτοβουλία του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας*, που ανακοινώθηκε, για τη διάθεση πόρων ύψους 30 εκατ. ευρώ από το Πράσινο Ταμείο για τη δημιουργία αντιπυρικών ζωνών πλάτους 10 μ., περιμετρικά οικισμών, εντός ή πλησίον δασών και δασικών εκτάσεων, τίθενται τα ακόλουθα ερωτήματα:

1. Με βάση ποιο νομοθετικό και θεσμικό πλαίσιο εξουσιοδοτούνται οι δημοτικές αρχές να επεμβαίνουν για υλοτομίες σε εκτός σχεδίου περιοχές δασικού χαρακτήρα (είτε σε επαφή με το σχέδιο πόλεως είτε μέσα σε δάση) όπου, εκ του νόμου, έχει αποκλειστική δικαιοδοσία και αρμοδιότητα η δασική υπηρεσία και όχι ο οικείος ΟΤΑ;

2. Σε ποιους κανόνες της επιστήμης της δασολογίας και της δασοπονικής πρακτικής στηρίζεται η απολύτως αυθαίρετη πρωτοβουλία του υπουργού, αφού υλοτομίες σε δάση και δασικές εκτάσεις γίνονται, κατά την κείμενη νομοθεσία, μόνον από τις αρμόδιες δασικές υπηρεσίες και με το προσωπικό τους, με την ειδική διαδικασία που προβλέπει η δασική νομοθεσία, κατόπιν ειδικής επιστημονικής μελέτης, σύμφωνα με τις αρχές της δασικής διαχείρισης και με αυστηρά επιστημονικά κριτήρια και τεχνικές προδιαγραφές;

3. Με ποια κριτήρια διατίθενται σε αυτοδιοικητικές αρχές υπέρογκοι χρηματικοί πόροι του Πράσινου Ταμείου που έχουν προκύψει αποκλειστικά από τη συνεισφορά και τις δράσεις των δασικών υπηρεσιών της χώρας και, μάλιστα, για την εκτέλεση έργων κατ’ εξοχήν της αρμοδιότητας της δασικής υπηρεσίας, όπως οι υλοτομίες και οι αντιπυρικές ζώνες σε δάση;

4. Λαμβανομένου υπόψη ότι ο εκάστοτε υπουργός είναι υπεύθυνος (έχοντας και υποχρέωση να λογοδοτεί γι’ αυτό), μεταξύ άλλων, και για την ορθολογική και συμφέρουσα -για το χαρτοφυλάκιό του και για το υπουργείο του- διαχείριση και κατανομή των κρατικών πόρων και κονδυλίων που του χορηγούνται για την προσήκουσα, αποτελεσματική και σύμφωνη με το Σύνταγμα και τον νόμο εκτέλεση του έργου του, με ποια κριτήρια διαθέτει ο Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας τεράστιους πόρους του δικού του Υπουργείου, από προγράμματα προστασίας των δασών, σε υπηρεσίες και φορείς άλλου υπουργείου (Εσωτερικών) -που δεν έχει καν στους λειτουργικούς του σκοπούς την προστασία του δάσους- διατάσσοντας, μάλιστα, τις δικές του δασικές υπηρεσίες να εγκρίνουν τις σχετικές αναθέσεις «κατά απόλυτη προτεραιότητα» και ουσιαστικά «ακυρώνοντάς» τες;

5. Ποια δικαιολογία υπάρχει για το γεγονός ότι ο αρμόδιος υπουργός αγνοεί προκλητικά από την εξαγγελθείσα «πρωτοβουλία» του τον αγώνα που δίνεται για την αποτροπή της εξάπλωσης του μεταχρωματικού έλκους στα πλατανοδάση της πατρίδας μας, λαμβανομένου υπόψη ότι ειδικά για την κοπή πλατάνων ή την εκτέλεση έργων και εργασιών πλησίον αυτών, στο σύνολο της Επικράτειας, ισχύει αυστηρή διαδικασία (ΦΕΚ Β’ 2842/27.4.2024) και έχει αποκλειστική αρμοδιότητα η Δασική υπηρεσία;

6. Συνειδητοποιεί άραγε ο υπουργός ότι μιλώντας για «οικισμούς εντός δασών» ουσιαστικά αναφέρεται σε οικισμούς αυθαιρέτων(!) τους οποίους όχι μόνον ανέχεται και «προστατεύει» σε βάρος του δάσους, χωρίς να ενεργοποιεί, όπως οφείλει, την κείμενη νομοθεσία για την κατεδάφισή τους, αλλά προχωράει και σε ακόμα περισσότερο επαχθείς για το δάσος ενέργειες με την αθρόα υλοτόμηση γύρω από αυτούς, ενοχοποιώντας για την όποια καταστροφή τα δέντρα(!) που βρίσκονται στον απολύτως φυσικό χώρο τους και όχι τους αυθαιρετούχους – ευνοούμενούς του που οικοδόμησαν μέσα στο δάσος;

Αξιοσημείωτο είναι ακόμη ότι με 10 μέτρα αντιπυρικές ζώνες, επιπλέον αυτών που έχουν ήδη διανοιχθεί ευρύτατα τα τελευταία χρόνια, τα δάση, επί της ουσίας, αποψιλώνονται και εκχερσώνονται και επίσημα πλέον, χάνοντας δραματικά την αναγκαία πυκνότητα και συνέχεια της βλάστησής τους που επιτρέπει στη συνταγματικά κατοχυρωμένη δασοβιοκοινότητά τους να αναπτύσσεται βιώσιμα, με όλα όσα αυτό συνεπάγεται για το μέλλον των δασών σε αυτή τη χώρα.

Αν στο μέτρο αυτό προσθέσουμε και τους αθρόους καθαρισμούς της βιομάζας του πολύτιμου υποφόφου των δασών που, με τον τρόπο που συντελούνται από τα σχετικά προγράμματα (antinero) καθ’ όλο το έτος, καταστρέφουν τη ζωή και την ισορροπία του δασικού οικοσυστήματος με όλη του τη βιοποικιλότητα και ματαιώνουν τη δημιουργία και ανάπτυξη του νέου δάσους, τότε πραγματικά καθίσταται βέβαιο ότι, σε λίγα χρόνια, δεν θα έχει απομείνει δάσος οπουδήποτε στην Ελλάδα και πως και το νέο μέτρο της δημιουργίας αντιπυρικών ζωνών περιμετρικά των οικισμών, εντός ή πλησίον δασών, επιβάλλεται προσχηματικά και μόνον για την προστασία από τις πυρκαγιές, ενώ βασικός του στόχος είναι η εξασφάλιση μιας ακόμα πηγής εμπορεύσιμης δασικής βιομάζας για εργολάβους και ξυλεμπόρους…

Και όλα αυτά κατ’ επίκληση της αντιμετώπισης καταστροφών που γεννάει η κλιματική κρίση, για την ανάσχεση της οποίας, ωστόσο, ο ίδιος ο ευρωπαϊκός Κανονισμός 841/2018 έθεσε ως κύριο μοχλό τη βιώσιμη διαχείριση των υφισταμένων δασών και τη δημιουργία νέων, αφού τα δάση συνιστούν βασική πηγή οξυγόνου, ρυθμιστή του κλίματος και κύριο παράγοντα απορρόφησης των αερίων του θερμοκηπίου, ενώ με το ριζικό τους σύστημα προστατεύουν πόλεις, οικισμούς, εγκαταστάσεις και καλλιέργειες από τα πλημμυρικά φαινόμενα και τις κατολισθήσεις. 

Πέραν αυτών, το μέτρο επιβάλλεται (όπως όλα τα μέτρα που σχετίζονται με τον Κανονισμό πυροπροστασίας ακινήτων) αδιακρίτως και οριζόντια, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη κριτήρια που αφορούν το ιδιαίτερο είδος και τη μορφολογία του δάσους περιμετρικά του οικισμού για το οποίο πρόκειται. Θα εφαρμοστεί επομένως το μέτρο με τον ίδιο τρόπο και ένταση, είτε πρόκειται π.χ. για ένα δάσος χαλεπίου πεύκης είτε για δρυοδάσος ή για αισθητικό δάσος που προστατεύεται αυστηρά είτε για τα πολύτιμα καστανοδάση π.χ. του Πηλίου που βρίσκονται σε επαφή με τους παραδοσιακούς οικισμούς του ή για δάση κηρυγμένα ως μνημεία ή για ένα δάσος ενταγμένο σε οικότοπο ή ΚΑΖ όπου υπάρχει υποχρέωση προστασίας της βιοποικιλότητας και της άγριας ζωής και απαγορεύονται οι αποψιλωτικές επεμβάσεις; Ερωτήματα με τα οποία το αρμόδιο υπουργείο δεν ασχολήθηκε καν, που όμως από την απάντησή τους εξαρτάται η υπόσταση, η οικολογική ισορροπία και η βιωσιμότητα των δασών μας σε επίπεδο επικράτειας…

Αυτά ως ένας πρώτος προβληματισμός ενόψει των καινούργιων δεινών που ανακοινώθηκαν για τα δάση μας ακριβώς από εκείνον που είναι κατ’ εξοχήν υπεύθυνος να εγγυάται τη βιώσιμη διαχειρισή τους και να τα προστατεύει. Και… «ὁ ἔχων ὦτα ἀκούειν ἀκουέτω…».

 

(* https://ypen.gov.gr/30-ekat-evro-apo-to-prasino-tameio-me-protovoulia-th-skylakaki-gia-proliptika-metra-pyroprostasias/)